Ο Άγιος Ταράσιος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως (25 Φεβρουαρίου)
Γεννήθηκε, ανατράφηκε και μορφώθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς άνθρωποι και του δίδαξαν την χριστιανική πίστη. Λόγω της μεγάλης μόρφωσής του, ανέβηκε στο αξίωμα του πρωτοασηκρίτου. Στις 25 Δεκεμβρίου του 784, όταν χήρεψε ο πατριαρχικός θρόνος της Κωνσταντινούπολης, εξελέγη με τη σύμφωνη γνώμη λαού, συγκλήτου, κλήρου και βασιλείας, από λαϊκός σε Πατριάρχη, διαδέχόμενος τον πατριάρχη Παύλο τον Δ’. Πρωτοστάτησε στην 7η Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια, υπερασπιζόμενος την τιμητική προσκύνηση των αγίων εικόνων. Στις 25 Φεβρουαρίου 806 πέθανε ο Πατριάρχης Ταράσιος, αφού επί 21 χρόνια ποίμανε την Εκκλησία μετά πάσης μετριοπάθειας και συνέσεως. Ό Πατριάρχης Ταράσιος συνέπραξε μεν με πολύ ζήλο στην αναστήλωση των εικόνων, αλλά φρόντισε με τον όρο της 7ης Οικ. Συνόδου, η προσκύνηση να αποβάλει, όσο γίνεται, κάθε χαρακτήρα λατρείας ασυμβίβαστης στο αληθινό πνεύμα της χριστιανικής πίστης. Θεώρησε μεν πρέπον να επαναλάβει η Ανατολική Εκκλησία τις σχέσεις της με τον αρχιερέα της Ρώμης, αλλά όσο κανείς άλλος αγωνίστηκε να περιορίσει τις αξιώσεις του αρχιερέα αυτού. Η στέρηση τέτοιου Πατριάρχη κατατάραξε το βασιλιά Νικηφόρο και όλους όσους εκτιμούσαν τις μεγάλες χριστιανικές και πολιτικές αρετές του. Ετάφη σε Μονή του Βοσπόρου, πού έκτισε ο ίδιος.
Απολυτίκιο. Ήχος γ’. Την ωραιότητα.
Βίου ορθότητι, καλλωπιζόμενος, φωστήρ υπέρλαμπρος, ώφθης του Πνεύματος, και την Εικόνα του Χριστού, Συνόδω εν τη Εβδόμη, προσκυνείν εκήρυξας, ορθοδόξως μακάριε, στύλος και εδραίωμα, Εκκλησίας γενόμενος• διό τους σους αγώνας γεραίρει, Πάτερ Ιεράρχα Ταράσιε.