ἐλέῳ Θεοῦ, Ἀρχιεπίσκοπος Νέας Ἰουστινιανῆς καὶ πάσης Κύπρου
«Τὴν πάνσεπτον ἐγκράτειαν, ἐναρξώμεθα φαιδρῶς καὶ διαπλεύσαντες τὸ τῆς Νηστείας μέγα πέλαγος, λαμπροφόροι εἰς τὴν τριήμερον Ἀνάστασιν καταντήσωμεν!»
Ἀναντίλεκτα, τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά, ὅταν κάποιος ξεκινάει μία πορεία, θὰ πρέπει νὰ ξέρει καὶ τὸν προορισμό! Αὐτὸ συμβαίνει καὶ μὲ τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Πάνω ἀπ᾿ ὅλα εἶναι μία πνευματικὴ διαδρομή, ποὺ προορισμός της εἶναι τὸ Πάσχα, ἡ «Ἑορτὴ τῶν Ἑορτῶν» καὶ ἡ «Πανήγυρις τῶν Πανηγύρεων».
Ἡ νέα ζωή, ἡ ὁποία πρὶν ἀπὸ δύο χιλιάδες περίπου χρόνια «ἀνέτειλεν ἐκ τοῦ τάφου», προσφέρθηκε σὲ μᾶς, ὡς μεγαλύτερη ἀπόδειξη τῆς πατρικῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ πλανώμενο πλάσμα Του. Μᾶς δόθηκε, ἀκόμη, τὴ μέρα ποὺ βαφτιστήκαμε, τὴ μέρα δηλαδὴ ποὺ ὅπως λέει ὁ Ἀπ. Παῦλος: «Συνετάφημεν οὖν αὐτῷ διὰ τοῦ βαπτίσματος εἰς τὸν θάνατον, ἵνα ὥσπερ ἠγέρθη Χριστὸς ἐκ νεκρῶν διὰ τῆς δόξης τοῦ Πατρός, οὕτω καὶ ἡμεῖς ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν» (Ρωμ. 6,4).
Πολὺ εὔκολα, μπορεῖ ὁ καθένας νὰ διαπιστώσει πὼς ὁλόκληρη ἡ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ὀργανωμένη γύρω ἀπὸ τὴ λαμπροφόρο ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ λειτουργικὸς χρόνος, δηλαδὴ ἡ διαδοχὴ τῶν ἐποχῶν καὶ τῶν ἑορτῶν, γίνεται ἕνα ταξίδι, ἕνα προσκύνημα στὸ Πάσχα, ποὺ εἶναι τὸ Τέλος καὶ ποὺ ταυτόχρονα εἶναι ἡ Ἀρχή. Εἶναι τὸ τέλος ὅλων αὐτῶν ποὺ ἀποτελοῦν τὰ «παλαιὰ» καὶ ἡ ἀρχὴ τῆς «νέας ζωῆς», μία συνεχὴς διάβαση ἀπὸ τὸν «κόσμο τοῦτο» στὴν Βασιλεία ποὺ ἔχει ἀποκαλυφθεῖ ἐν Χριστῷ.
Ἂν τὸ ἀναγνωρίζουμε αὐτό, τότε μποροῦμε νὰ καταλάβουμε τί εἶναι τὸ Πάσχα καὶ γιατὶ χρειάζεται καὶ προϋποθέτει τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Κι ἂν σ’ αὐτὸν τὸν ἀγώνα ἡ Ἐκκλησία δὲν βοηθάει, πῶς θὰ μπορέσουμε νὰ ὑλοποιήσουμε αὐτὴ τὴν ἀπαιτητικὴ διαδρομή; Πῶς μποροῦμε νὰ μετανοήσουμε καὶ νὰ ξαναγυρίσουμε στὴν ἀποκλειστικὴ ὑπόσχεση ποὺ μᾶς δίνεται κάθε χρόνο τὸ Πάσχα;
Ἀκριβῶς αὐτὴ εἶναι ἡ στιγμὴ ποὺ ἐμφανίζεται ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Αὐτὴ εἶναι ἡ «χείρα βοηθείας» ποὺ ἁπλώνει σὲ μᾶς ἡ Ἐκκλησία. Εἶναι τὸ σχολεῖο τῆς μετανοίας ποὺ θὰ μᾶς δώσει δύναμη νὰ δεχθοῦμε τὸ Πάσχα ὄχι σὰν μία ἁπλὴ εὐκαιρία νὰ ἑορτάσουμε ὑλικῶς, ἀλλά, βασικά, ὡς τὸ τέλος τῶν «παλαιῶν» ποὺ εἶναι μέσα μας καὶ ὡς ἡ εἴσοδός μας στὴ νέα, τὴν «καινὴ ζωή».
Σ’ αὐτὸν τὸν δρόμο, τὸ παράγγελμα τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι διπλό: «νηστεύσωμεν ἀδελφοὶ σωματικῶς· νηστεύσωμεν καὶ πνευματικῶς»! Στόχος μας τό: «ἀφήσωμεν τῆς σαρκὸς τὴν εὐπάθειαν, αὐξήσωμεν τῆς ψυχῆς τὰ χαρίσματα».
Τὰ σωτήρια φάρμακα, ὅπως ὅλοι καλῶς γνωρίζουμε, εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ τὴν θεραπεία κάθε εἴδους πληγῆς καὶ ἀσθενείας μας. Ἡ Ἐκκλησία, ὡς τὸ κατεξοχὴν πνευματικὸ θεραπευτήριο, προτείνει γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῶν πνευματικῶν μας «πληγῶν» τὴν προσευχή, τὴ νηστεία, τὴ νήψη, τὴ φυλακὴ τοῦ νοός, τὸ λουτρὸ τῆς μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως, καὶ τέλος τὴ συμμετοχή μας στὴν Εὐχαριστιακὴ Τράπεζα, ὅπου γινόμαστε μέτοχοι τῆς οὐρανίου χαρᾶς καὶ μακαριότητος, γευόμενοι τοῦ Παναγίου Σώματος καὶ τοῦ Τιμίου Αἵματος τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
Καθὼς οἱ πύλες πρὸς τὸ Πάσχα καὶ τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ μᾶς διανοίγονται μὲ τὸ «στάδιον τῶν ἀρετῶν», ὀφείλουμε νὰ ξέρουμε πὼς ἀρχὴ ἀπαραίτητη γιὰ νὰ τελεσθεῖ ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ συγχώρεση. Ἀποτελεῖ τὴν προϋποθετικὴ ἀφετηρία, μὲ τὴν ὁποία ὁ κόσμος τοῦ μίσους αἴρεται μὲ τὴν εἰλικρινῆ ἀγάπη, ὁ κόσμος τοῦ καθημερινοῦ πολέμου εἰρηνεύει, κι ὁ κόσμος τῆς διαίρεσης ἑνώνεται μὲ τὴ σταυρικὴ θυσία τῆς Δεσποτικῆς ἀγάπης. Συγχώρηση θὰ πεῖ, νὰ περιχωρήσω, νὰ προσχωρήσω, νὰ εἰσέλθω μέσα στὴν καρδιὰ καὶ τὸν κόσμο τοῦ ἀδελφοῦ, νὰ κοινωνήσω μιᾶς ἀπόλυτης ἀγαπητικῆς ἕνωσης, ἔτσι ὅπως ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μᾶς φανέρωσε. Καὶ γιὰ νὰ γίνει αὐτό, χρειάζεται νὰ ἀποβάλουμε τὸ κέλυφος κάθε ἀτομοκεντρισμοῦ, κάθε φιλαυτίας, νὰ γκρεμίσουμε τὰ τείχη τῶν παθῶν, ποὺ ἐμποδίζουν τὴν κάθε μας συνάντηση μὲ τοὺς ἀδελφούς. Μίαν τέτοια προοπτική, διασφαλίζει ἡ λατρευτική, μυστηριακὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ φανερώνεται μὲ τὸν πιὸ μεγαλειώδη τρόπο μέσα στὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Κλείνοντας, λοιπόν, τὸ Τριῴδιο καὶ ἀρχίζοντας ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἡ Ἐκκλησία μᾶς τονίζει ξεκάθαρα πὼς καμία πορεία πρὸς τὴ αἰώνια Βασιλεία δὲν μπορεῖ νὰ πραγματοποιηθεῖ χωρὶς τὴν ἀγάπη, τὴν ἔμπρακτη ἀγάπη, καὶ κατ’ ἐπέκταση πὼς καμία πορεία ἀγάπης πρὸς τὸ Πάσχα δὲν μπορεῖ νὰ πραγματοποιηθεῖ χωρὶς τὴ συγχώρεση.
Ἀκόμη, τὸ «μετανοεῖτε» τοῦ Κυρίου ἀπευθύνεται σὲ ὅλους καὶ συνεχῶς καὶ ὄχι μόνο κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Τὸ «μετανοεῖτε» δὲν νοεῖται ὡς «μετανοῆστε» μία φορά, οὔτε σημαίνει τὸ νὰ μετανοεῖ κανεὶς κάθε τόσο, ἀλλὰ σημαίνει τὸ νὰ γίνει ἡ ζωή μας μία μετάνοια. Νὰ ὑπάρχει μία παντοτινὴ στάση μετανοίας καὶ συντριβῆς μέσα μας, κι αὐτὴ νὰ διαποτίζει ὅλη μας τὴν ὕπαρξη. Οἱ ἀδιαλείπτως μετανοοῦντες ἄνθρωποι, βρίσκονται συγχρόνως στὴ Μεγάλη Παρασκευὴ καὶ στὴν Κυριακὴ τοῦ Πάσχα! Στὸ Τριῴδιο καὶ στὸ Πεντηκοστάριο! Ζοῦν ἀκατάπαυστα καὶ παράλληλα, μὲ τρόπο μυστηριακό, τὴν «ζωηφόρο νέκρωση» καὶ τὸ «χαροποιὸν πένθος».
Μὲ τὴν ἀναφορά, ἑπομένως, στὴν ἀγάπη καὶ τὴ μετάνοια, καὶ θέτοντας τὴ νηστεία στὴ σωστή της βάση, κανεὶς πλέον δὲν μπορεῖ νὰ ἰσχυριστεῖ ὅτι ἡ πνευματικὴ πρόοδος ἐξαρτᾶται μόνον ἀπὸ τὸ πόσο νήστεψε ἢ ἀσκήθηκε κάποιος κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἡ πρόοδος ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ πόσο μὲ τὴ μετάνοια καὶ τὴν ὅλη προσπάθεια, τὴν πνευματική, ἔγινε ὁ ἄνθρωπος κοινωνὸς τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ φέρνει τὴν ἀνάπαυση στὴν ψυχή μας. Δὲν εἶναι τυχαῖο, ἐξάλλου, αὐτὸ ποὺ μᾶς παραδίδει ὁ κατεξοχὴν ἅγιος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὁ ὅσιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, στὸ ἐπιμύθιο τοῦ λόγου του «περὶ χαροποιοῦ πένθους», θέλοντας νὰ μᾶς ἐπιστήσει τὴν προσοχὴ πὼς ἡ πρώτιστη ἔγνοια καὶ προσπάθειά μας θὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ μετάνοια. Μᾶς λέγει: «Δὲν θὰ κατηγορηθοῦμε, ἀγαπητοί μου, δὲν θὰ κατηγορηθοῦμε τὴν ὥρα τοῦ θανάτου μας, διότι δὲν ἐθαυματουργήσαμε ἢ διότι δὲν ἐθεολογήσαμε ἢ διότι δὲν ἐγίναμε θεωρητικοί. Ὁπωσδήποτε ὅμως θὰ δώσωμε λόγο στὸν Θεὸν διότι δὲν μετανοήσαμε εἰλικρινῶς».
Καλὴ καὶ εὐλογημένη Τεσσαρακοστή! Καλὸν Στάδιον!
Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Κύπρου,
Ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ 2021.
Διάπυρος πρὸς Θεὸν εὐχέτης πάντων ὑμῶν
†Ο Κύπρου Χρυσόστομος