Κυριακή Ι΄ Ματθαίου, Ευαγγ. ανάγνωσμα: Μτθ. ιζ΄ 14-23 (21-08-2022)
Διακόνου Επιφανίου Παπαντωνίου
Πρωτότυπο Κείμενο
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπος τις προσῆλθε τῷ ᾿Ιησοῦ, γονυπετῶν αὐτῷ, καὶ λέγων· Κύριε, ἐλέησόν μου τὸν υἱόν, ὅτι σεληνιάζεται καὶ κακῶς πάσχει· πολλάκις γὰρ πίπτει εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ. Καὶ προσήνεγκα αὐτὸν τοῖς Μαθηταῖς σου, καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν αὐτὸν θεραπεῦσαι. Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· Ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη, ἕως πότε ἔσομαι μεθ᾿ ὑμῶν; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; Φέρετέ μοι αὐτὸν ὧδε. Καὶ ἐπετίμησεν αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς, καί ἐξῆλθεν ἀπ᾿ αὐτοῦ τὸ δαιμόνιον· καὶ ἰάθη ὁ παῖς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης. Τότε προσελθόντες οἱ Μαθηταί τῷ ᾿Ιησοῦ κατ᾿ ἰδίαν, εἶπον· Δια τί ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό; Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν. Ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ· Μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται· καὶ οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν. Τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται, εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. ᾿Αναστρεφομένων δὲ αὐτῶν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, εἶπεν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς· Μέλλει ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων· καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθήσεται.
Νεοελληνική Απόδοση
Όταν έφτασαν στο πλήθος, τον πλησίασε ένας άνθρωπος, γονάτισε μπροστά του και του είπε: «Κύριε, σπλαχνίσου το γιο μου, γιατί είναι επιληπτικός και υποφέρει· πολλές φορές μάλιστα πέφτει στη φωτιά και στο νερό. Τον έφερα στους μαθητές σου, αλλά δεν μπόρεσαν να τον θεραπεύσουν». Ο Ιησούς απάντησε: «Γενιά άπιστη και διεφθαρμένη, ως πότε θα είμαι μαζί σας; Ως πότε θα σας ανέχομαι; Φέρτε τον μου εδώ». Ο Ιησούς επιτίμησε το δαιμόνιο, και βγήκε απ’ αυτόν· από εκείνη την ώρα το παιδί γιατρεύτηκε. Πήγαν τότε ιδιαιτέρως στον Ιησού οι μαθητές και τον ρώτησαν: «Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να το βγάλουμε;» Κι ο Ιησούς τους είπε: «Εξαιτίας της απιστίας σας»˙ «σας βεβαιώνω πως, αν έχετε πίστη έστω και σαν κόκκο σιναπιού, θα λέτε σ΄ αυτό το βουνό, πήγαινε από ΄δω εκεί, και θα πηγαίνει· και κανένα πράγμα δε θα είναι αδύνατο για σας. Αυτό το δαιμονικό γένος δε βγαίνει παρά μόνο με προσευχή και νηστεία». Ενώ οι μαθητές περιέρχονταν τη Γαλιλαία, τους είπε ο Ιησούς: «Ο Υιός του Ανθρώπου πρόκειται να παραδοθεί σε χέρια ανθρώπων· θα τον θανατώσουν, και την τρίτη μέρα θα αναστηθεί».
Σχολιασμός
Το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα, προέρχεται από το δέκατο έβδομο κεφάλαιο του Ευαγγελιστή Ματθαίου και περιγράφει το θαύμα της θεραπείας του σεληνιαζομένου νέου. Το περιστατικό αυτό χρονικά, έλαβε χώρα αμέσως μετά το γεγονός της Μεταμορφώσεως του Χριστού στο όρος Θαβώρ το οποίο εόρτασε η Εκκλησία μας στις 6 Αυγούστου.
Όταν κατέβηκε ο Ιησούς από το όρος μαζί με τους τρείς προκρίτους μαθητές Πέτρο, Ιάκωβο και Ιωάννη, βρήκαν εκεί το πλήθος συγκεντρωμένο γύρω από τους άλλους αποστόλους, καθώς και το άρρωστο παιδί. Αφού δε βρήκε τον Χριστό, ο δύστυχος πατέρας έφερε το παιδί στους μαθητές του, εκείνοι όμως δεν μπόρεσαν να βοηθήσουν «Και προσήνεγκα αυτόν τοις μαθηταίς σου και ουκ ηδυνήθησαν αυτόν θεραπεύσαι». Δεν είχαν τη δύναμη να το κάνουν αυτό για τρεις λόγους: α. επειδή οι ίδιοι δεν είχαν αρκετή πίστη· β. επειδή κι ο πατέρας του παιδιού δεν είχε πίστη· και γ. επειδή η πίστη έλειπε κι από τους γραμματείς που παρευρίσκονταν εκεί και συζητούσαν με τους μαθητές, όπως αναφέρει ο Ευαγγελιστής Μάρκος ο οποίος παραθέτει περισσότερες λεπτομέρειες για το θαύμα αυτό στο ένατο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του.
Η απιστία του πατέρα τού παιδιού γίνεται φανερή από τα λόγια που είπε στο Χριστό. Δε μίλησε όπως ο λεπρός, που είπε: «Κύριε, εάν θέλης δύνασαί με καθαρίσαι» (Ματθ. η’ 2).Τότε μίλησε ένας άνθρωπος που είχε δυνατή πίστη. Δε μίλησε όπως ο Ιάειρος, όταν κάλεσε το Χριστό για ν’ αναστήσει την κόρη του: «ελθών επίθες επ’ αυτήν την χείρά σου και ζήσεται» (Ματθ. θ’ 18). Κι εδώ μίλησε ένας άνθρωπος με δυνατή πίστη. Ακόμη μίλησε πολύ λιγότερο και από τον εκατόνταρχο στην Καπερναούμ, που ήταν άρρωστος ο δούλος του: «μόνον ειπέ λόγω και ιαθήσεται ο παις μου» (Ματθ. η’ 8). Εκεί μίλησε η πολύ μεγάλη πίστη. Εκείνη όμως ασφαλώς που είχε τη μεγαλύτερη πίστη ήταν η αιμορροούσα γυναίκα που δεν είπε τίποτα. Παρά μόνο σύρθηκε στα πόδια τού Χριστού και άγγιξε το ιμάτιό του. Ο πατέρας του παιδιού δε μίλησε σαν κι αυτούς. Αυτός είπε στο Χριστό: «εί τι δύνασαι, βοήθησον ημίν» (Μάρκ. θ’ 22).
Ο Χριστός στη συνέχεια, ταλανίζει την απιστία των συμπατριωτών του και συνεπώς και του πατέρα του παιδιού, αλλά και των μαθητών του: «Ω γενεά άπιστος και διεστραμμένη! Εώς πότε έσομαι μεθ’ υμών; Εώς πότε ανέξομαι υμών;». Η γενεά εκείνη, της οποίας αρχηγοί ήταν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, το σαπισμένο και δυσώδες δηλ. κατεστημένο του Ισραήλ, ήταν όχι μόνο άπιστη, αλλά και διεστραμμένη διότι ενώ έβλεπαν τα μοναδικά θαύματα που επιτελούσε ο Ιησούς, επέμεναν στην απιστία τους και περισσότερο βλασφημούσαν, αποδίδοντας την Θεϊκή δύναμη σε δαιμονική ενέργεια.
Ο Κύριος λοιπόν με την άμετρη δύναμή του, αλλά και την άρρητη φιλανθρωπία του θεραπεύει τον νέο και απαλλάσσει «το έργο των χειρών του» από την τυραννία του διαβόλου, επεμβαίνει τη στιγμή που το δαιμόνιο για ακόμη μια φορά επιτίθεται στο δυστυχισμένο νέο ρίχνοντας και κτυπώντας τον στο έδαφος. Και ενώ οι μαθητές «ουκ ηδυνήθησαν αυτόν θεραπεύεσαι» , ο Ιησούς το «επιτίμησε» και έφυγε από το νέο και έγινε εντελώς καλά.
Το δαιμονισμένο παιδί φανερώνει την αναστάτωση και την κυριαρχία των δαιμονικών δυνάμεων στην ζωή του κόσμου και των ανθρώπων καθημερινά. Πολλοί αρνούνται την ύπαρξη του Σατανά και θεωρούν ότι η ύπαρξη του διαβόλου ανήκει στις μεσαιωνικές προλήψεις και στην πρωτόγονη νοημοσύνη. Στις περιπτώσεις αυτές ο διάβολος μπαινοβγαίνει ελεύθερα και χωρίς καμιά αντίσταση στις καρδιές των ανθρώπων και επιτελεί το έργο της απωλείας καταφέρνοντας να μας στήνει την πιο έξυπνη παγίδα: τον φαινομενικό θρίαμβο της ανθρώπινης ανεξαρτησίας. Ο άνθρωπος λοιπόν, όταν βρίσκεται μακριά του Θεού να είναι ανίκανος να φυλάξει τον εαυτό του. Τα πάθη και οι αμαρτίες τον υποδουλώνουν και γίνεται υποχείριο των δαιμόνων, μη μπορώντας να απαλλαγεί. Η συνάντηση όμως και επαφή με τον Χριστό δίνει στον άνθρωπο την ελευθερία του.
Όταν έπειτα οι μαθητές ρώτησαν τον Χριστό, γιατί οι ίδιοι απέτυχαν να βοηθήσουν τον ασθενή νέο, τους είπε το εξής «δια την απιστίαν υμών. Αμήν γαρ λέγω υμίν, εάν έχητε πίστιν ως κόκκον συνάπεως, ερείτε τω όρει τούτω μετάβηθι εντεύθεν εκεί και μεταβήσεται, και ουδέν αδυνατήσει υμίν». Ίσως ο Χριστός αυτή τη στιγμή τους έδειχνε το Όρος της Μεταμορφώσεως και γινόταν έτσι μια έμμεση αναφορά στο θαυμαστό εκείνο γεγονός που είχε προηγηθεί πριν λίγες ώρες εκεί.
Θέλοντας ο Χριστός να διδάξει και αυτούς αλλά κι εμάς τους μετέπειτα Χριστιανούς και μαθητές του πως αποκτούνται τα πνευματικά χαρίσματα, λέει στους Αποστόλους: «αυτό το γένος δεν εκδιώκεται με άλλον τρόπο, παρά μόνο με προσευχή και νηστεία». Η νηστεία μαζί με την πίστη προσφέρει μεγάλη δύναμη. Αυξάνει την ευσέβεια και μεταβάλλει τον άνθρωπο σε άγγελο και μπορεί έτσι να αγωνίζεται εναντίον των ασωμάτων δαιμόνων. Αυτό όμως δεν μπορεί να το κάνει από μόνη της η νηστεία, αλλά χρειάζεται και προσευχή και μάλιστα η προσευχή είναι αυτή που κατέχει την πρώτη θέση.
Στην προσευχή ο άνθρωπος στέκεται «ενώπιος ενωπίω» με τον Θεό, σε μία σχέση παιδιού προς πατέρα. Είναι και η προσευχή εκδήλωση εμπιστοσύνης στον Θεό, αλλά ταυτόχρονα και αναγνώριση των ορίων μας, της μεγάλης διαφοράς που μας χωρίζει από Εκείνον. Με την προσευχή αναγνωρίζουμε την ευτέλεια και την αδυναμία μας και ξανοιγόμαστε στο πέλαγος της μεγαλοσύνης και της παντοδυναμίας του Θεού. Ο Χριστός πολλές φορές, διαβεβαίωσε τόσο τους αποστόλους όσο και όλους τους ακροατές του, λέγοντάς τους: «Πάντα όσα αν αιτήσησθε εν τη προσευχή πιστεύοντες λήψεσθε». Όσα ζητήσετε με πίστη κατά την προσευχή σας, θα σας δοθούν. Με το να πει σήμερα ο Χριστός ότι «τούτο το γένος ουκ εκπορεύεται ει μη εν προσευχή και νηστεία», θέλει να καταστήσει σαφές ότι με τις ανθρώπινες δυνάμεις η εκδίωξη του δαιμονίου ήταν αδύνατη. Μόνον η επίκληση του Θεού, που επιτυγχάνεται με θερμή προσευχή, μπορούσε να απαλλάξει το νέο από το δαιμόνιο.
Και η δύναμη της νηστείας είναι μεγάλη, όπως μας διαβεβαίωσε ο Χριστός. Αυτός που νηστεύει είναι απαλλαγμένος από περιττά βάρη, ελαφραίνει το σώμα και αποκτά φτερά για να μπορεί να προσεύχεται με καθαρή καρδιά. Η νηστεία σβήνει τις πονηρές επιθυμίες, ταπεινώνει την υπερηφανευόμενη ψυχή και εξευμενίζει τον Θεό. Καθώς ο άνθρωπος καθαρίζεται από τις περιττές ανάγκες και μέριμνες με τη νηστεία, μπορεί και προσεύχεται πιο δυνατά και ειλικρινά. Αυτή η προσευχή γίνεται δυνατότερη από τη φωτιά και προσελκύει ευκολότερα τη χάρη του Θεού. Η στέρηση από τη νηστεία και η αποφυγή των άλλων αμαρτωλών παθών, είναι μερικές θυσίες, που μας κάνουν έστω και στο ελάχιστο κοινωνούς στη θυσία και τα παθήματα του Κυρίου μας. Γι αυτό ο Κύριος, αφού μίλησε στους Μαθητές του για νηστεία, στη συνέχεια αναφέρθηκε στο θάνατό του, ίσως γιατί και με τη μικρή θυσία της νηστείας, γινόμαστε «κοινωνοί» στη δική του Θυσία. Με την πίστη, ο άνθρωπος αναγνωρίζει την αποτυχία του να τελειωθεί μακριά από τον Θεό και επιστρέφει στην πηγή της ζωής, τον Θεό, που εγκατέλειψε. Έτσι γίνεται κοινωνός της Χάριτος και νικά τον διάβολο.
Με την προσευχή ο άνθρωπος μπορεί να ξεφύγει από το πνευματικό αδιέξοδο που έχει οδηγηθεί, γιατί νιώθει τη χάρη του Θεού να τον κυριεύει πλημμυρίζοντας την καρδιά του με αγάπη και πνευματική ηρεμία. Κάθε άνθρωπος που προσεύχεται αληθινά-πραγματικά δεν επιστρέφει ποτέ άδειος από την προσευχή. Δηλαδή αν ζητούμε κάτι από τον Κύριο και δεν έχουμε ανταπόκριση, αυτό μπορεί να συμβαίνει γιατί ίσως δεν προσευχόμαστε σωστά. «Αιτείτε και ου λαμβάνετε, διότι κακώς αιτείσθε» (Ιακ. δ’ 3).
Στην σημερινή ευαγγελική περικοπή ο Κύριος, μας διδάσκει ότι πρέπει να πολεμούμε τους πειρασμούς και τα πάθη μας με προσευχή προς το Θεό, σε συνδυασμό με τη νηστεία, έτσι ώστε με τη δύναμη και τη χάρη του Θεού να βγαίνουμε νικητές. Η δυνατή πίστη στον Θεό, η προσευχή και η νηστεία, αποτελούν τα μεγαλύτερα πνευματικά εφόδια για την πνευματική μας ανάταση.