skip to Main Content

Σάββατο, 14η Οκτωβρίου 2023

Ιερομάρτυρος Σιλβανού. Μεγαλομαρτύρων: Γερβασίου και Ναζαρίου (†α΄ αι.), Κελσίου, και Προτασίου. Πέτρου του Αυσελάμου. Οσίων Κοσμά του ποιητού του Αγιοπολίτου (1) (†787). Γρηγορίου επισκόπου Άσσου (Μυτιλήνης ). Θεράποντος επισκόπου Αλαμανίας. Ιγνατίου (του Αγαλλιανού), επισκόπου Μηθύμνης. Ιωάννου επισκόπου Δαμάσκου και Νικολάου απλού, του Ρώσου. Οσίας Παρασκευής της νέας, της «Επιβατηνής».

(1)Ο Άγιος Κοσμάς ο Μελωδός ανατράφηκε από τον ευσεβή Σέργιο, που ήταν πατέρας του Ιωάννη του Δαμασκηνού. Ο Σέργιος ήταν υπουργός οικονομικών του Χαλίφη των Αράβων. Ο Ιωάννης και ο Κοσμάς είχαν αγάπη και έφεση προς την μάθηση τόσο αυτή που αφορούσε τις επιστημονικές γνώσεις όσο και τα ιερά γράμματα. Γι` αυτό το λόγο ο Σέργιος προσπαθούσε να τους βρει ένα σοφό δάσκαλο. Η ευκαιρία που έψαχνε παρουσιάστηκε όταν οι Άραβες σε μία λεηλασία που έκαναν στη Σικελία έπιασαν αιχμάλωτο τον μοναχό Κοσμά από την Καλαβρία. Ο Σέργιος τον ελευθέρωσε και του πρόσφερε την φιλοξενία του με αντάλλαγμα να διδάξει τους υιούς του. Ο Κοσμάς ήταν άνδρας με εγκυκλοπαιδικές γνώσεις, είχε σπουδάσει Θεολογία, Φιλολογία, Μαθηματικά και ήταν ικανός να διδάξει φιλοσοφία και ρητορική. Γνώριζε επίσης μουσική και ποίηση. Υπό την καθοδήγησή του ο Ιωάννης και ο Κοσμάς πρόκοψαν λαμπρά. Μετέβησαν στα Ιεροσόλυμα, όπου έγιναν δεκτοί από τη Μονή τού Αγίου Σάββα. Ο Κοσμάς μετά από προτροπή του Πατριάρχη των Ιεροσολύμων χειροτονήθηκε το 743 επίσκοπος της Μαϊουμά. Διετέλεσε τα καθήκοντά του με επιμέλεια και ευσυνειδησία.

Αποστολικό Ανάγνωσμα

Πρωτότυπο Κείμενο (Εφ. 6: 10-17)

Ἀδελφοί, ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ καὶ ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ. Ἐνδύσασθε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ δύνασθαι ὑμᾶς στῆναι πρὸς τὰς μεθοδείας τοῦ διαβόλου· ὅτι οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις. Διὰ τοῦτο ἀναλάβετε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ, ἵνα δυνηθῆτε ἀντιστῆναι ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ πονηρᾷ καὶ ἅπαντα κατεργασάμενοι στῆναι. Στῆτε οὖν περιζωσάμενοι τὴν ὀσφὺν ὑμῶν ἐν ἀληθείᾳ, καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν θώρακα τῆς δικαιοσύνης, καὶ ὑποδησάμενοι τοὺς πόδας ἐν ἑτοιμασίᾳ τοῦ εὐαγγελίου τῆς εἰρήνης, ἐπὶ πᾶσιν ἀναλαβόντες τὸν θυρεὸν τῆς πίστεως, ἐν ᾧ δυνήσεσθε πάντα τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ τὰ πεπυρωμένα σβέσαι· καὶ τὴν περικεφαλαίαν τοῦ σωτηρίου δέξασθε, καὶ τὴν μάχαιραν τοῦ Πνεύματος, ὅ ἐστι βῆμα Θεοῦ.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, πάρτε δύναμη από την ένωσή σας με τον Κύριο κι από τη μεγάλη του ισχύ. Ντυθείτε με την πανοπλία που δίνει ο Θεός, για να μπορέσετε ν’ αντιμετωπίσετε τα τεχνάσματα του διαβόλου. Γιατί δεν έχουμε να παλέψουμε με ανθρώπους αλλά με αρχές και εξουσίες, δηλαδή με τους κυρίαρχους του σκοτεινού τούτου κόσμου, τα πονηρά πνεύματα που βρίσκονται ανάμεσα στη γη και στον ουρανό. Γι’ αυτό φορέστε την πανοπλία του Θεού, ώστε να μπορέσετε να προβάλετε αντίσταση, όταν έρθει η ώρα της σατανικής επίθεσης. Λάβετε κάθε απαραίτητο μέτρο για να μείνετε ως το τέλος σταθεροί στις θέσεις σας. Σταθείτε, λοιπόν, σε θέση μάχης· ζωστείτε την αλήθεια σαν ζώνη στη μέση σας· φορέστε σαν θώρακα τη δικαιοσύνη. Για υποδήματα στα πόδια σας βάλτε την ετοιμότητα να διακηρύξετε το χαρούμενο άγγελμα της ειρήνης. Εκτός απ’ όλα αυτά, κρατάτε πάντα την πίστη σαν ασπίδα, πάνω στην οποία θα μπορέσετε να σβήσετε τα φλογισμένα βέλη του πονηρού. Η σωτηρία ας είναι περικεφαλαία σας, και ο λόγος του Θεού η μάχαιρα που σας δίνει το Πνεύμα.

___________________________________________________________________________

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα

Πρωτότυπο Κείμενο (Λκ. 6: 1-10)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπορεύετο ὁ ᾿Ιησοῦς τοῖς Σάββάσι διὰ τῶν σπορίμων· καὶ ἔτιλλον οἱ Μαθηταὶ αὐτοῦ τοὺς στάχυας, καὶ ἤσθιον, ψώχοντες ταῖς χερσί. Τινὲς δὲ τῶν Φαρισαίων εἶπον αὐτοῖς· Τί ποιεῖτε ὃ οὐκ ἔξεστι ποιεῖν ἐν τοῖς Σάββασι; Καὶ ἀποκριθεὶς πρὸς αὐτοὺς εἶπεν ὁ ᾿Ιησοῦς· Οὐδὲ τοῦτο ἀνέγνωτε, ὃ ἐποίησε Δαυῒδ, ὁπότε ἐπείνασεν αὐτὸς καὶ οἱ μετ᾿ αὐτοῦ ὄντες; ὡς εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ, καὶ τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως ἔλαβε, καὶ ἔφαγε, καὶ ἔδωκε καὶ τοῖς μετ᾿ αὐτοῦ, οὓς οὐκ ἔξεστι φαγεῖν εἰμὴ μόνους τοὺς Ἱερεῖς; Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Ὅτι Κύριός ἐστιν ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ Σαββάτου. ᾿Εγένετο δὲ καὶ ἐν ἑτέρῳ Σαββάτῳ εἰσελθεῖν αὐτὸν εἰς τὴν Συναγωγὴν, καὶ διδάσκειν· καὶ ἦν ἐκεῖ ἄνθρωπος, καὶ ἡ χεὶρ αὐτοῦ ἡ δεξιὰ ἦν ξηρά. Παρετήρουν δὲ αὐτὸν οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι, εἰ ἐν τῷ Σαββάτῳ θεραπεύσῃ, ἵνα εὕρωσι κατηγορίαν αὐτοῦ. Αὐτὸς δὲ ᾔδει τοὺς διαλογισμοὺς αὐτῶν, καὶ εἶπε τῷ ἀνθρώπῳ τῷ ξηρὰν ἔχοντι τὴν χεῖρα· Ἔγειραι, καὶ στῆθι εἰς τὸ μέσον. Ὁ δὲ ἀναστὰς ἔστη. Εἶπεν οὖν ὁ ᾿Ιησοῦς πρὸς αὐτούς· Ἐπερωτήσω ὑμᾶς τί· ἔξεστι τοῖς Σάββασιν, ἀγαθοποιῆσαι ἢ κακοποιῆσαι; ψυχὴν σῶσαι ἢ ἀπολέσαι; Καὶ περιβλεψάμενος πάντας αὐτοὺς, εἶπεν τῷ ἀνθρώπῳ· Ἔκτεινον τὴν χεῖρά σου. Ὁ δὲ ἐποίησε οὕτω, καὶ ἀποκατεστάθη ἡ χεὶρ αὐτοῦ  ὑγιής ὡς ἡ ἄλλη.

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνο τον καιρό, το δεύτερο Σάββατο μετά το πρώτο Σάββατο του Πάσχα, συνέβη να περνάει ο Ιησούς μέσα από σπαρμένα χωράφια. Οι μαθητές του έκοβαν στάχυα, τα έτριβαν με τα χέρια και έτρωγαν τους σπόρους. Κάποιοι Φαρισαίοι τότε τους είπαν: «Γιατί κάνετε κάτι που δεν επιτρέπεται από το νόμο να γίνεται το Σάββατο;» Κι ο Ιησούς τους απάντησε: «Ούτε κι αυτό δε διαβάσατε στην Γραφή, που έκανε ο Δαβίδ όταν πείνασαν αυτός και οι σύντροφοί του; Μπήκε στο ναό του Θεού, πήρε κι έφαγε κι έδωσε και στους άντρες του τους άρτους της προθέσεως, που δεν επιτρέπεται από το νόμο να φάνε παρά μόνο οι ιερείς». Και καταλήγοντας ο Ιησούς τους είπε: «Ο Υιός του Ανθρώπου εξουσιάζει και το Σάββατο». Ένα άλλο Σάββατο, μπήκε ο Ιησούς στη συναγωγή και δίδασκε. Εκεί ήταν ένας άνθρωπος με παράλυτο το δεξί του χέρι. Οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι, λοιπόν, πρόσεχαν να δουν αν κάνει θεραπείες το Σάββατο, για να βρουν αφορμή να τον κατηγορήσουν. Ο Ιησούς, που γνώριζε τους διαλογισμούς τους, είπε στον άνθρωπο με το παράλυτο χέρι: «Σήκω και στάσου στη μέση». Κι αυτός σηκώθηκε και στάθηκε. Τότε ο Ιησούς είπε στους γραμματείς και Φαρισαίους: «Θα σας ρωτήσω: Τι επιτρέπει ο νόμος να κάνει κανείς το Σάββατο; να κάνει καλό ή να κάνει κακό; να σώσει μια ζωή ή να την αφήσει να χαθεί;» Κι αφού έριξε τη ματιά του σ’ όλους αυτούς γύρω, είπε στον παράλυτο: “Τέντωσε το χέρι σου». Αυτός το έκανε, και το χέρι του έγινε καλά σαν το άλλο.

Back To Top