Η Αγία Μεγαλομάρτυς Βαρβάρα και Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός (4 Δεκεμβρίου)
Η Αγία Μεγαλομάρτυς Βαρβάρα (4 Δεκεμβρίου)
Η Αγία Βαρβάρα έζησε κατά τα τέλη του 3ου – αρχές του 4ου αιώνα στην Ηλιούπολη κοντά στον Αντιλίβανο . Ο πατέρας ονομαζόταν Διόσκουρος και ήταν ένας πολύ φανατισμένος ειδωλολάτρης , και κατείχε τη θέση του διοικητού. Η Βαρβάρα λοιπόν ήταν μια όμορφη και σεμνή κοπέλα αλλά και πολύ ώριμη για την ηλικία της. Ο πατέρας της ήθελε να την παντρέψει παρά τη θέληση της, γι αυτό και όσους γαμπρούς έρχονταν να την ζητήσουν τους απέρριπτε . Όσο περνούσε ο καιρός, η Αγία αγαπούσε περισσότερο το χριστιανισμό. Ο Διόσκουρος άρχισε να έχει υποψίες, γι αυτό και την τιμωρεί, αφήνοντας την έγκλειστη ώστε να μην συναντά κανένα που δεν ξέρει αυτός .
Η πίστη της Βαρβάρας μεγάλωνε και οδηγούσε πιο κοντά στον δρόμο του Χριστού. Σε αυτό συνέργησε η κρυπτοχριστιανή υπηρέτρια της , η οποία την γνώρισε στον ιερέα της Αλεξάνδρειας. Κοντά σε αυτόν κατηχήθηκε και μετά από λίγο έλαβε το Άγιο Βάπτισμα και έγινε Χριστιανή. Μετέπειτα η πίστη της Αγίας γίνεται πιο ισχυρή και πλημμυρίζεται από την χάρη και το φως του Χριστού.
Ένα κτίριο, συνυφασμένο με την Αγία Βαρβάρα που υπάρχει μέχρι σήμερα είναι το λουτρό με τα 3 παράθυρα και τον σταυρό στο δάπεδο . Εκεί γίνονται θαύματα μέχρι και σήμερα , από εδώ έμαθε ο πατέρας της ότι ήταν χριστιανή και άρχισαν τα βασανιστήρια της . Μόλις ο Διόσκουρος πληροφορήθηκε για την μεταστροφή της κόρης του από την Ειδωλολατρία στον Χριστιανισμό, η αγάπη του μετατράπηκε σε μίσος και την φυλάκισε ,όμως αυτή δραπέτευσε .
Αφού προσευχήθηκε να μην την βρει ο πατέρας της , ο Θεός άκουσε τη προσευχή της και άνοιξε ένα βουνό και την έκρυψε . Ο πατέρας της την βρήκε με την βοήθεια ενός βοσκού πονηρού που του υπέδειξε το σημείο ,την πήρε και την φυλάκισε ξανά για ένα μήνα. Αφού είδε ότι δεν μπορεί να την κάνει να αλλαξοπιστήσει ,την κατήγγειλε στον Μαρκιανό. Εκεί την γύμνωσαν και άρχισαν να την κτυπούν ,την νύχτα όμως ήρθε ένα φως δυνατό και γιάτρεψε τις πληγές τις . Τα βασανιστήρια της συνεχίστηκαν όμως ήταν χαρούμενη λόγω της χάρις του Θεού και δεν φοβόταν τίποτα.
Ο Μαρκιανός είδε ότι δεν λυγιζόταν η πίστη της έτσι έστειλε ένα λιοντάρι και μια τίγρη να ξεσκίσουν την σάρκα της . Μετά από αυτό θα την ντρόπιαζαν γυρίζοντας την σε όλη την πόλη γυμνή , όμως προσευχήθηκε και ο Θεός την βοήθησε με το γνωστό θαύμα . Το θαύμα λοιπόν ήταν να μην φαίνεται η γύμνια της κάτω από τα ρούχα. Ο Μαρκιανός ζήτησε να αποκεφαλιστεί και ο ίδιος ο πατέρας της την αποκεφάλισε γεμάτος μίσος για την κόρη του . Η Αγία Βαρβάρα ήταν έτοιμη για την υπέρτατη θυσία για την πίστη της .
Η Εκκλησία μας τιμά αθληφόρο μάρτυρα Βαρβάρα στις 4 Δεκεμβρίου που είναι και η μέρα του μαρτυρίου της.
Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός (4 Δεκεμβρίου)
Διαπρεπέστατος θεολόγος καί ποιητής τοῦ 8ου αἰώνα καί μέγας πατήρ τῆς Ἐκκλησίας.
Γεννήθηκε στήν Δαμασκό στά τέλη τοῦ 7ου αἰώνα καί ἔτυχε ἐπιμελημένης ἀγωγῆς ἀπό τόν πατέρα του Σέργιο, πού ἦταν ὑπουργός οἰκονομικῶν τοῦ ἄραβα χαλίφη Ἀβδούλ Μελίκ τοῦ Α’. Δάσκαλός του ἦταν κάποιος πολυμαθής καί εὐσεβέστατος μοναχός, πού ὀνομαζόταν Κοσμᾶς καί ἦταν ἀπό τή Σικελία. Ὁ Σικελός μοναχός πράγματι, ἐκπαίδευσε τόν Ἰωάννη καί τόν θετό του ἀδελφό Κοσμᾶ τόν Μελῳδό, ἄριστα σ’ ὅλους τούς κλάδους τῆς γνώσης.
Ὅταν πέθανε ὁ Σέργιος, ὁ γιός του Ἰωάννης, διορίστηκε χωρίς νά τό θέλει, πρωτοσύμβουλος τοῦ χαλίφη Βελιδᾶ (705 – 715). Ἀργότερα, ὅταν ὁ χαλίφης Ὀμάρ ὁ Β’ ἐξήγειρε διωγμό κατά τῶν χριστιανῶν, ὁ Ἰωάννης μαζί μέ τόν θετό του ἀδελφό Κοσμᾶ (τόν ἔπειτα ἐπίσκοπο Μαϊουμᾶ), ἔφυγαν ἀπό τήν Δαμασκό καί πῆγαν στήν Ἱερουσαλήμ. Ἐκεῖ ὁ Ἰωάννης ἔγινε μοναχός στήν περίφημη Μονή τοῦ Ἁγίου Σάββα, ὅπου ἔμεινε σ’ ὅλη του τήν ζωή, μελετώντας καί συγγράφοντας.
Στό διωγμό κατά τῶν ἁγίων εἰκόνων, ἐπί Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου (726), πῆρε ἐνεργό μέρος. Καί ἐξαπέλυσε κατά τοῦ ἀσεβοῦς αὐτοκράτορα, τούς τρεῖς γνωστούς λόγους ὑπέρ τῶν ἁγίων εἰκόνων, πράγμα πού θορύβησε τόν Λέοντα.
Ὁ Ἰωάννης κατανάλωσε ὅλη του τήν ζωή γιά τή δόξα τῆς Ἐκκλησίας καί ἄφησε σέ μᾶς θησαυρούς ἀνυπολόγιστης ἀξίας. Ἔζησε μέ ὁσιότητα πάνω ἀπό ἑκατό χρόνια καί κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 749. Τάφηκε στή Μονή τοῦ Ἁγίου Σάββα.
Πηγή: synaxarion.gr
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον ὄργανον, τῆς Ἐκκλησίας, λύρα εὔσημος, τῆς εὐσεβείας, ἀνεδείχθης Ἰωάννη πανεύφημε· ὅθεν πυρσεύεις τοῦ κόσμου τά πέρατα, ταῖς τῶν σοφῶν σου δογμάτων ἐλλάμψεσι. Πάτερ Ὅσιε, Χριστόν τόν Θεόν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τό μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθείς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τόν ὑμνογράφον καί σοφόν Ἰωάννην, τῆς Ἐκκλησίας παιδευτήν καί φωστῆρα, καί τῶν ἐχθρῶν ἀντίπαλον ὑμνήσωμεν πιστοί· ὅπλον γάρ ἀράμενος, τόν Σταυρόν τοῦ Κυρίου, πᾶσαν ἀπεκρούσατο, τῶν αἱρέσεων πλάνην· καί ὡς θερμός προστάτης εἰς Θεόν, πᾶσι παρέχει, πταισμάτων συγχώρησιν.
Μεγαλυνάριον.
Ὑψηλῶν δογμάτων ἐρμηναυτά, ἱερῶν ᾀσμάτων, θεορρῆμον ὑφηγητά, χαίροις Ἰωάννη, ὁ πάντας διεγείρων, τοῖς μελιχροῖς σου ὕμνοις, πρός θείαν αἴνεσιν.
Αποστολικό Ανάγνωσμα
Πρωτότυπο Κείμενο (Γαλ. 3:23-4:5)
Ἀδελφοί, πρὸ τοῦ ἐλθεῖν τὴν πίστιν ὑπὸ νόμον ἐφρουρούμεθα συγκεκλεισμένοι εἰς τὴν μέλλουσαν πίστιν ἀποκαλυφθῆναι. Ὥστε ὁ νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν εἰς Χριστόν, ἵνα ἐκ πίστεως δικαιωθῶμεν· Ἐλθούσης δὲ τῆς πίστεως οὐκέτι ὑπὸ παιδαγωγόν ἐσμεν. Πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε. Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Εἰ δὲ ὑμεῖς Χριστοῦ, ἄρα τοῦ Ἀβραὰμ σπέρμα ἐστὲ καὶ κατ’ ἐπαγγελίαν κληρονόμοι. Λέγω δέ, ἐφ’ ὅσον χρόνον ὁ κληρονόμος νήπιός ἐστιν, οὐδὲν διαφέρει δούλου, κύριος πάντων ὤν, ἀλλὰ ὑπὸ ἐπιτρόπους ἐστὶ καὶ οἰκονόμους ἄχρι τῆς προθεσμίας τοῦ πατρός. Οὕτω καὶ ἡμεῖς, ὅτε ἦμεν νήπιοι, ὑπὸ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου ἦμεν δεδουλωμένοι· ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν.
Νεοελληνική Απόδοση
Αδελφοί, πριν έρθει ο Χριστός, μας φρουρούσε ο νόμος. Ήμασταν φυλακισμένοι, ώσπου να φανερωθεί ο μελλοντικός σωτήρας μας. Ο νόμος, λοιπόν, ήταν σκληρός παιδονόμος για μας, ώσπου εμφανίστηκε ο Χριστός, οπότε η πίστη μας σ’ αυτόν μας χάρισε τη σωτηρία. Τώρα όμως που ήρθε ο Χριστός, δεν είμαστε πια υπόδουλοι στο νόμο. Είστε, λοιπόν, όλοι παιδιά του Θεού, αφού πιστεύετε στον Ιησού Χριστό. Κι αυτό, γιατί όσοι βαφτιστήκατε στο όνομα του Χριστού, έχετε ντυθεί το Χριστό. Δεν υπάρχει πια Ιουδαίος και ειδωλολάτρης, δεν υπάρχει δούλος και ελεύθερος, δεν υπάρχει άντρας και γυναίκα· όλοι σας είστε ένας, χάρη στον Ιησού Χριστό. Κι αφού ανήκετε στο Χριστό, είστε απόγονοι του Αβραάμ και κληρονόμοι της ζωής, όπως την υποσχέθηκε ο Θεός. Να τι θέλω να πω: Όσον καιρό ο κληρονόμος είναι ανήλικος, δε διαφέρει σε τίποτε από ένα δούλο. Είναι βέβαια ιδιοκτήτης των πάντων, εξαρτάται όμως από επιτρόπους και διαχειριστές, ως την προθεσμία που καθόρισε ο πατέρας. Έτσι κι εμείς, όταν ήμασταν ανήλικοι, ήμασταν υπόδουλοι στα στοιχεία του κόσμου. Όταν όμως έφτασε η ώρα που είχε καθορίσει ο Θεός, απέστειλε τον Υιό του. Γεννήθηκε από μια γυναίκα και υποτάχτηκε στο νόμο, για να εξαγοράσει αυτούς που ήταν υπόδουλοι στο νόμο, για να γίνουμε παιδιά του Θεού.
___________________________________________________________________________
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα
Πρωτότυπο Κείμενο (Μκ. 5: 24-34)
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἠκολούθει τῷ ᾿Ιησοῦ ὄχλος πολύς, καὶ συνέθλιβον αὐτόν. Καὶ γυνή τις οὖσα ἐν ῥύσει αἵματος ἔτη δώδεκα, καὶ πολλὰ παθοῦσα ὑπὸ πολλῶν ἱατρῶν, καὶ δαπανήσασα τὰ παρ᾿ ἑαυτῆς πάντα, καὶ μηδέν ὠφεληθεῖσα, ἀλλὰ μᾶλλον εἰς τὸ χεῖρον ἐλθοῦσα· ἀκούσασα περὶ τοῦ ᾿Ιησοῦ, ἐλθοῦσα ἐν τῷ ὄχλῳ ὄπισθεν, ἥψατο τοῦ ἱματίου αὐτοῦ· ἔλεγε γὰρ· Ὅτι κἂν τῶν ἱματίων αὐτοῦ ἅψωμαι, σωθήσομαι. Καὶ εὐθέως ἐξηράνθη ἡ πηγὴ τοῦ αἵματος αὐτῆς· καὶ ἔγνω τῷ σώματι, ὅτι ἴαται ἀπὸ τῆς μάστιγος. Καὶ εὐθέως ὁ ᾿Ιησοῦς ἐπιγνοὺς ἐν ἑαυτῷ τὴν ἐξ αὐτοῦ δύναμιν ἐξελθοῦσαν, ἐπιστραφεὶς ἐν τῷ ὄχλῳ, ἔλεγε· Τίς μου ἥψατο τῶν ἱματίων; Καὶ ἔλεγον αὐτῷ οἱ Μαθηταὶ αὐτοῦ· Βλέπεις τὸν ὄχλον συνθλίβοντά σε, καὶ λέγεις· Τίς μου ἥψατο; Καί περιεβλέπετο ἰδεῖν τὴν τοῦτο ποιήσασαν. Ἡ δὲ γυνὴ, φοβηθεῖσα καὶ τρέμουσα, εἰδυῖα ὃ γέγονεν ἐπ᾿ αὐτῇ, ἦλθε καὶ προσέπεσεν αὐτῷ, καὶ εἶπεν αὐτῷ πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν. Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· Θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· ὕπαγε εἰς εἰρήνην, καὶ ἴσθι ὑγιὴς ἀπὸ τῆς μάστιγός σου.
Νεοελληνική Απόδοση
Εκείνο τον καιρό, ακολουθούσε τον Ιησού πολύς κόσμος, που τον περιέβαλλε ασφυκτικά. Ανάμεσά τους ήταν και μια γυναίκα που υπέφερε από αιμορραγία δώδεκα χρόνια. Είχε ξοδέψει όλη την περιουσία της σε πολλές θεραπείες από πολλούς γιατρούς, χωρίς να δει καμιά βελτίωση· αντίθετα, είχε γίνει πολύ χειρότερα. Όταν άκουσε για τον Ιησού, ήρθε μέσα από τον κόσμο πίσω του κι άγγιξε το ρούχο του. Γιατί έλεγε μέσα της: «Και μόνο ν’ αγγίξω τα ρούχα του, θα σωθώ». Αμέσως τότε σταμάτησε η αιμορραγία της κι αισθάνθηκε στο σώμα της ότι θεραπεύτηκε από την αρρώστια που τη βασάνιζε. Ο Ιησούς ένιωσε αμέσως τη δύναμη που βγήκε απ’ αυτόν, στράφηκε στο πλήθος κι είπε: «Ποιος άγγιξε τα ρούχα μου;» Οι μαθητές όμως του έλεγαν: «Δε βλέπεις τον κόσμο που σε περιβάλλει ασφυκτικά; τι ρωτάς ποιος σε άγγιξε;» Εκείνος έστρεψε το βλέμμα του τριγύρω για να δει εκείνη που τον άγγιξε. Η γυναίκα τότε, φοβισμένη και τρομαγμένη, ξέροντας αυτό που της συνέβη, ήρθε κι έπεσε στα πόδια του και του είπε όλη την αλήθεια. Κι ο Ιησούς της είπε: «Κόρη μου, η πίστη σου σε έσωσε. Πήγαινε στο καλό. Είσαι θεραπευμένη από την αρρώστια σου».