skip to Main Content

Ο Άγιος Ιερομάρτυρας Ελευθέριος (15 Δεκεμβρίου)

Γεννήθηκε στη Ρώμη κατά τον 2ο αι. από πλούσιους γονείς. Ο πατέρας του ήταν ύπατος της Ρώμης. Η μητέρα του Ανθία ( της Ευανθίας γόνος, στιχηρό Εσπερινού) έγινε χριστιανή ακούοντας το κήρυγμα από μαθητές του Απ. Παύλου. Αυτή ανέλαβε και το βάρος της ανατροφής του μικρού Ελευθέριου μετά το θάνατο του πατέρα που συνέβη λίγο καιρό μετά τη γέννηση του. Η Ανθία του έδωσε χριστιανική ανατροφή και τον συνέδεσε με τον επίσκοπο της Ρώμης Ανίκητο (155-166). Ο επίσκοπος βλέποντας την θερμουργό πίστη και την ενάρετη ζωή του εφήβου Ελευθέριου τον χειροτόνησε διάκονο στα 15 του χρόνια. Στη ηλικία των 17 ετών χειροτόνησε σε πρεσβύτερο τον αφοσιωμένο στην αποστολή του Ελευθέριο και στην ηλικία των 20 ετών του ανέθεσε τον επισκοπικό θρόνο της περιοχής του Ιλλυρικού, σημερινής Αλβανίας με έδρα την Αυλώνα.

Μα Χειροτονήθηκε Τόσο Μικρός; Στο ερώτημα δίνει απάντηση ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης… Γράφει σε υποσημείωση του Συναξαριστού του. « Ας μη θαυμάζει κανείς ότι αυτός ο άγιος χειροτονήθηκε σε ηλικία αντίθετη με τους ιερούς κανόνες της 6ης Οικ. Συνόδου και της τοπικής Συνόδου της Νεοκαισαρείας, οι οποίοι ορίζουν ότι ο διάκονος χειροτονείται στη ηλικία των 25 χρόνων, ο πρεσβύτερος στα 30 και ο επίσκοπος πάνω από 30. Αυτό έγινε γιατί ο άγιος Ελευθέριος έζησε πριν ακόμη γίνουν οι παραπάνω κανόνες, οι οποίοι έγιναν αργότερα».

Η χειροτονία του αγίου Ελευθερίου, όπως γράφει κάποιος βιογράφος του, έγινε « κατ’ οικονομίαν» Θεού, λόγω των μεγάλων αρετών και της σοφίας του με την οποία προσείλκυε στον Χριστό τους ειδωλολάτρες. Η γλυκύτητα του λόγου του, που επιβεβαιωνόταν με τα πολλά θαύματα του, έκανε αυτούς που βρίσκονταν στην πλάνη να ασπαστούν την χριστιανική αλήθεια.

Ο εχθρός όμως της σωτηρίας μας διάβολος άρχισε τον πόλεμο εναντίον του. Τότε ο διώκτης αυτοκράτορας Αδριανός έμαθε τη δράση του αγίου στην Ιλλυρία και έστειλε ένα στρατηγό του, τον Φήλικα, να τον συλλάβει. Αυτός ξεκίνησε με άγριες διαθέσεις. Έφτασε στην Αυλώνα, περικύκλωσε το ναό που βρισκόταν ο άγιος και μπήκε με απόφαση να τον σύρει έξω με τη βία. Γοητεύτηκε όμως από τη διδασκαλία του αγίου. Το άγριο βλέμμα του ημέρεψε. Ο λύκος έγινε πρόβατο. Ο διώκτης έγινε μαθητής. Πίστεψε στον Χριστό και βαπτίστηκε. Ο στρατηγός Φήλικας ξεχνά την εντολή του αυτοκράτορα. Ο άγιος όμως Ελευθέριος αφού τον προετοίμασε τον διέταξε να εκτελέσει τη διαταγή του αυτοκράτορα για να μή « ζημιωθεί του μαρτυρίου τον στέφανον».

Μετά από λίγες μέρες έφτασαν στη Ρώμη και ο άγιος παρουσιάστηκε στον αυτοκράτορα. Κατά τη συνήθειά του ο διώκτης στη αρχή κολάκευσε τον άγιο, του υποσχέθηκε πλούτο, δόξα και τιμές και μετά τον απείλησε με τα φοβερά μαρτύρια που θα ακολουθούσαν αν δεν θυσίαζε στος Θεούς. Όπως ήταν φυσικό ο άγιος παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη και παρουσίασε την ανοησία της ειδωλολατρικής θρησκείας.

Ο Αδριανός τον υπέβαλε στα παρακάτω βασανιστήρια.

α. Τον έβαλε σε πυρακτωμένο κρεβάτι για να ψηθεί. Ο Θεός όμως έστειλε δροσία στον γενναίο ομολογητή και ανακούφισε τους πόνους του. Όταν διέταξε ο αυτοκράτορας να πάρουν τον άγιο από το κρεβάτι, νομίζοντας τον νεκρό, ο ίδιος σηκώθηκε και έψαλλε το « Υψώσω σε, ο Θεός μου, ο βασιλεύς μου και ευλογήσω το όνομα σου…». Ανέφερε δε στον τύραννο ότι η σωτηρία του έγινε από τον μόνο αληθινό Θεό και όχι από τους δικούς του ψεύτικους Θεούς.

β. Τον τοποθέτησε σε ειδικό μεγάλο τηγάνι που είχαν για τον βασανισμό των χριστιανών. Αφού έκαψε το λάδι έβαλαν τον άγιο μέσα σ’ αυτό. Πάλι όμως θαυματούργησε ο Θεός. Έσβησε τη φωτιά και κρύωσε το λάδι δροσίζοντας με τη θεία Χάρη του τον άγιο.

γ. Μεγάλος λέβητας (καζάνι) με λίπος, κερί και πίσσα. Αφού με δυνατή φωτιά κόχλαζαν τα υλικά έριξαν μέσα τον μάρτυρα του Χριστού, ο οποίος έμεινε εντελώς ανέπαφος ελέγχοντας τον αυτοκράτορα ότι είναι σάν τους λύκους της Αραβίας που καταδιώκουν τα ήμερα πρόβατα του Χριστού.

Τότε πλησίασε τον αυτοκράτορα ο έπαρχος της Ρώμης Κορέμων, άνθρωπος σκληρόκαρδος, πολυμήχανος και ευφάνταστος στο να βρίσκει βασανιστήρια και του είπε ότι θα πείσει τον Ελευθέριο να αρνηθεί την πίστη του. Κατασκεύασε μια κάμινο με μυτερά σουβλιά για να ρίξει μέσα τον προσευχόμενο αθλητή του Χριστού που παρακαλούσε να αξιώσει τους διώκτες του να αφήσουν το ψέμα της ειδωλολατρίας και να γνωρίσουν την αλήθεια. Και ο Θεός άκουσε τη δέησή του. Συνέβη και πάλι το θαύμα του Χριστού όπως προηγουμένως στον Φίληκα.

Ο Κορέμων φωτίστηκε από το Άγιο Πνεύμα. Πλησίασε τον αυτοκράτορα και του είπε: Τί κακό έκανε ο Ελευθέριος και τον καταδίκασες σε τόσο σκληρό θάνατο; Ο αυτοκράτορας έμεινε έκπληκτος και οργισμένος διέταξε να βάλουν μέσα στο καμίνι με τα καρφιά τον Κορέμωνα, ο οποίος φώναξε στον άγιο να τον βοηθήσει με την προσευχή του. Ο Κορέμων μπήκε και βγήκε μέσα στον κλίβανο χωρίς να πάθει τίποτε. Ο αυτοκράτορας βλέποντας την ήττα των θεών του διέταξε αμέσως τον αποκεφαλισμό του. Έτσι με λίγο κόπο και σε μια στιγμή ο έπαρχος της Ρώμης κέρδισε την αιώνια ζωή με το βάπτισμα του μαρτυρίου.

Μετά μπήκε στον πυρακτωμένο κλίβανο ο ιερομάρτυρας Ελευθέριος. Πάλι η χάρη και η δύναμη του Θεού θαυματούργησε. Η φωτιά έσβησε και τα σουβλερά καρφιά λύγισαν ώστε να μη βλάψουν το σώμα του. Ο λαός που παρακολουθούσε φώναζε δυνατά: «μέγας ο Θεός των χριστιανών» ο αυτοκράτορας όμως έμεινε ψυχικά τυφλός.

δ. Ο άγιος στη φυλακή. Ο αυτοκράτορας διέταξε να φυλακιστεί ο άγιος στις σκοτεινές φυλακές της Ρώμης για να πεθάνει από την πείνα. Εκεί ο Θεός έστελλε τροφή στο άγιο με ένα περιστέρι.

ε. Δεμένος σε ατίθασσα άλογα. Αφού δεν πέθανε στη φυλακή από πείνα, όπως περίμενε ο αυτοκράτορας, έδωσε εντολή να τον δέσουν σε δυό ατίθασσα άλογα και να τα κεντρίσουν να τρέχουν δυνατά ώστε να κατακοπούν οι σάρκες του αγίου και να πεθάνει. Άγγελος Κυρίου ημέρεψε τα άλογα, έλυσε τον άγιο από τα δεσμά και τον οδήγησε σε ένα βουνό στο οποίο έμεινε προσευχόμενος. Κάθε φορά που ο άγιος έψαλλε δοξολογώντας και υμνώντας τον Κύριο μαζεύονταν τα αγρίμια του δάσους και έμενα ακίνητα και σιωπηλά σκύβοντας το κεφάλι τους δείχνοντας το σεβασμό τους.

Στ. Το μαρτυρικό τέλος του. Μερικοί κυνηγοί που είδαν τον άγιο στο βουνό το ανέφεραν στον αυτοκράτορα που έστειλε ένα στρατιωτικό απόσπασμα να τον συλλάβει. Τα άγρια θηρία όρμησαν εναντίον των στρατιωτών. Ό άγιος τα διέταξε να ηρεμήσουν και να γυρίσουν στις φωλιές τους. Ακολούθησε τους στρατιώτες διδάσκοντάς τους να αρνηθούν την πλάνη τους. Μερικοί πίστεψαν.

Όταν έφτασαν στη Ρώμη ο αυτοκράτορας είχε αποφασίσει να δώσει τέλος στη ζωή του μάρτυρα. Ήθελε όμως να δώσει και θέαμα στους Ρωμαίους. «Άρτος και θεάματα» ήταν η προσφιλής τακτική της τότε εποχής. Το ίδιο δεν γίνεται και σήμερα; Στη αρένα της τηλεόρασης βλέπουμε να ρίχνονται στα σαρκοβόρα θηρία που βρυχόνται με μανία και διψούν για ανθρώπινο αίμα και να καταδικάζονται με κατασκευασμένα στοιχεία αθώοι άνθρωποι γιατί πρέπει να προσφερθεί «θέαμα». Τον «άρτον», τις παχυλές δηλ. αμοιβές, τις απολαμβάνει όχι ο λαός, αλλά οι διάφοροι «δαιμόνιοι» ( κατάλληλη λέξη! Κατεχόμενοι απο δαιμονικό πνεύμα) δημοσιογράφοι, οι οποίοι φυσικά εκφράζουν τη φωνή και τα συμφέροντα του κυρίου τους.

Οδήγησαν τον άγιο Ελευθέριο μέσα στήν αρένα (στάδιο) και άφησαν στην αρχή μια πεινασμένη και άγρια λέαινα και μετά ένα λιοντάρι να τον κατασπαράξουν. Τα θηρία πλησίασαν σαν ήμερα ζώα τον άγιο και του φιλούσαν τα πόδια δείχνοντας την αγάπη και την συμπάθεια τους ( έφραξας στόματα λεόντων, εις ημερότητα αυτών μεταποιήσας την αγριότητα). Βλέποντας ο αυτοκράτορας τη συμπεριφορά των λιονταριών και ακούοντας την ιαχή του πλήθους «μέγας ο Θεός των χριστιανών» διέταξε τον αποκεφαλισμό του ομολογητή της πίστεως μέσα στην αρένα. Με την αποκοπή της κεφαλής έβαψε ο άγιος την αρχιερατική του στολή με το αίμα του μαρτυρίου. «Της ιεραρχίας την στολήν εφοίνιξας (έκανες κόκκινη) ταις ροαίς των αιμάτων σου» όπως ψάλλουμε στο δοξαστικό του Εσπερινού. Ο σοφός Ελευθέριος κοσμημένος με το ιερατικό ένδυμα (ιερέων ποδήρει κατακοσμούμενος) που έσταζε από το ποτάμι των αιμάτων του ( και αιμάτων τοις ρείθροις επισταζόμενος) έτρεξε ευτυχισμένος στον Δεσπότη Χριστό (τω Δεσπότη σου Χριστώ μάκαρ ανέδραμες). Ο Ελευθέριος ως αδούλωτος στο νου, ενώ έβλεπε τα σπαθιά δεν υποδουλωνόταν στην πλάνη ( Ελευθέριος, ως αδουλόνους φύσει, σπάθας θεωρών, ουκ εδουλούτο πλάνη) όπως λέει το δίστιχο του συναξαρίου.

Τη σκηνή του μαρτυρίου παρακολουθούσε η μητέρα του Ανθία. Έτρεξε τότε και αγκάλιασε το άψυχο σώμα του μάρτυρα και το καταφιλούσε, «ησπάζετο το γλυκύ τέκνον, η καλώς γεννησαμένη και θρεψαμένη». Εκείνη τη στιγμή οι άσπλαχνοι δήμιοι την αποκεφάλισαν και έτσι την οδήγησαν « εις ουρανίους θαλάμους» μαζί με τον υιό της.

Στη Ελλάδα ο άγιος Ελευθέριος θεωρείται βοηθός των εγκύων γυναικών. Τους δίνει «καλή λευτεριά». Πολλές γυναίκες επικαλούνται τη βοήθεια του και ακουμπούν το εικονισματάκι του αγίου πάνω τους. Η αντίληψη αυτή αναφέρεται και σ’ ένα προσόμοιο στιχηρό της εορτής. « Των επιτόκων γυναίων Πάτερ κηδόμενος, ελευθερίαν δίδως, τω ναώ σου φοιτώσαις…» Δηλ. Φροντίζεις Πάτερ τις έγκυες γυναίκες που καταφεύγουν στο ναό σου δίνοντας του ελευθερία…

Σήμερα μαζί με τον άγιο Ελευθέριο γιορτάζουν και η μητέρα του Ανθία, ο άγιος Κορέμων αλλά και οι δύο δήμιοι που τον αποκεφάλισαν και αποκεφαλίστηκαν γιατί πίστεψαν στον Χριστό.

 Αποστολικό Ανάγνωσμα  
Πρωτότυπο Κείμενο (Β’ Τιμ. 1: 8-18)
 
Τέκνον Τιμόθεε, μὴ ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν μηδὲ ἐμὲ τὸν δέσμιον αὐτοῦ, ἀλλὰ συγκακοπάθησον τῷ εὐαγγελίῳ κατὰ δύναμιν Θεοῦ, τοῦ σώσαντος ἡμᾶς καὶ καλέσαντος κλήσει ἁγίᾳ, οὐ κατὰ τὰ ἔργα ἡμῶν, ἀλλὰ κατ᾿ ἰδίαν πρόθεσιν καὶ χάριν, τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ πρὸ χρόνων αἰωνίων, φανερωθεῖσαν δὲ νῦν διὰ τῆς ἐπιφανείας τοῦ σωτῆρος ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, καταργήσαντος μὲν τὸν θάνατον, φωτίσαντος δὲ ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν διὰ τοῦ εὐαγγελίου, εἰς ὃ ἐτέθην ἐγὼ κήρυξ καὶ ἀπόστολος καὶ διδάσκαλος ἐθνῶν. Δι᾿ ἣν αἰτίαν καὶ ταῦτα πάσχω, ἀλλ᾿ οὐκ ἐπαισχύνομαι· οἶδα γὰρ ᾧ πεπίστευκα, καὶ πέπεισμαι ὅτι δυνατός ἐστι τὴν παραθήκην μου φυλάξαι εἰς ἐκείνην τὴν ἡμέραν. ποτύπωσιν ἔχε ὑγιαινόντων λόγων ὧν παρ᾿ ἐμοῦ ἤκουσας, ἐν πίστει καὶ ἀγάπῃ τῇ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ· τὴν καλὴν παραθήκην φύλαξον διὰ Πνεύματος ῾Αγίου τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ἡμῖν. Οἶδας τοῦτο, ὅτι ἀπεστράφησάν με πάντες οἱ ἐν τῇ ᾿Ασίᾳ, ὧν ἐστι Φύγελλος καὶ ῾Ερμογένης. Δῴη ἔλεος ὁ Κύριος τῷ ᾿Ονησιφόρου οἴκῳ, ὅτι πολλάκις με ἀνέψυξε καὶ τὴν ἅλυσίν μου οὐκ ἐπαισχύνθη, ἀλλὰ γενόμενος ἐν ῾Ρώμῃ σπουδαιότερον ἐζήτησέ με καὶ εὗρε· δῴη αὐτῷ ὁ Κύριος εὑρεῖν ἔλεος παρὰ Κυρίου ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· καὶ ὅσα ἐν ᾿Εφέσῳ διηκόνησε, βέλτιον σὺ γινώσκεις.
 
Νεοελληνική Απόδοση
 
Αδελφοί, να μην ντρέπεσαι, να ομολογείς τον Κύριό μας, ούτε να ντρέπεσαι για μένα, που είμαι φυλακισμένος για χάρη του. Να είσαι έτοιμος να κακοπαθήσεις μαζί μ’ εμένα για το κήρυγμα του ευαγγελίου, κι ο Θεός θα σου δώσει τη δύναμη. Εκείνος μας έσωσε και μας κάλεσε να γίνουμε λαός του, όχι εξαιτίας των έργων μας, αλλά γιατί ο ίδιος το θέλησε και μας έδωσε τη χάρη του δια του Ιησού Χριστού. Αυτή η χάρη είχε δοθεί προαιώνια, φανερώθηκε όμως τώρα με την εμφάνιση στη γη του σωτήρα μας Ιησού Χριστού, που με το ευαγγέλιο κατήργησε το θάνατο, κι έκα­νε να λάμψει η άφθαρτη ζωή. Αυτού του ευαγγελίου ορίστηκα να είμαι εγώ κήρυκας κι απόστολος και διδάσκαλος των εθνικών. Γι’ αυτό το λόγο υποφέρω αυτά τα δεινά. Δε δειλιάζω όμως, γιατί ξέρω σε ποιον έχω στηρίξει την πίστη μου. Και είμαι βέβαιος ότι αυτός έχει τη δύναμη να φυλάξει ως την ημέρα εκείνη ό,τι μου εμπιστεύτηκε. Να έχεις ως υπόδειγμα της ορθός διδασκαλίας όσα άκουσες από μένα. Να τα τηρείς με πίστη και αγάπη, που δίνει ο Ιησούς Χριστός. Την ορθή πίστη που σου εμπιστεύτηκε ο Θεός φύλαγέ την, με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος που κατοικεί μέσα μας. Το ξέρεις ότι με απαρνήθηκαν όλοι αυτοί που ήταν στην Ασία ανάμεσά τους κι ο Φύγελος κι ο Ερμογένης. Ο Κύριος ας δείξει το έλεός του στην οικογένεια του Ονησιφόρου, που με ανακούφισε πολ­λές φορές και δεν ντράπηκε για τη φυλάκισή μου, αλλά ήρθε στη Ρώμη, με αναζήτησε με πολλή επιμονή και με βρήκε. Ας δώσει ο Κύριος να βρει έλεος από το Θεό εκείνη την ημέρα! και πόσες υπηρε­σίες μου πρόσφερε στην Έφεσο, εσύ το ξέρεις καλύτερα.
___________________________________________________________________________ 
 
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα  
Πρωτότυπο Κείμενο (Μκ. 2: 23-28, 3: 1-5)
 
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, επορεύετο  ὁ ᾿Ιησοῦς ἐν τοῖς Σάββασι διὰ τῶν σπορίμων, καὶ ἤρξαντο οἱ Μαθηταὶ αὐτοῦ ὁδὸν ποιεῖν, τίλλοντες τοὺς στάχυας. Καὶ οἱ Φαρισαῖοι ἔλεγον αὐτῷ· Ἵδε, τί ποιούσιν ἐν τοῖς Σάββασιν, ὄ οὔκ ἔξεστι. Καὶ αὐτὸς ἔλεγεν αὐτοῖς· Οὐδέποτε ἀνέγνωτε τί ἐποίησε Δαυῒδ, ὅτε χρείαν ἔσχε, καὶ ἐπείνασεν αὐτὸς καὶ οἱ μετ᾿αὐτοῦ; πῶς εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ ἐπὶ ᾿Αβιάθαρ τοῦ ἀρχιερέως, καὶ τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως ἔφαγεν, οὓς οὐκ ἔξεστι φαγεῖν, εἰ μὴ τοῖς Ἱερεῦσι, καὶ ἔδωκε καὶ τοῖς σὺν αὐτῷ οὖσι; Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Τὸ Σάββατον διὰ τὸν ἄνθρωπον ἐγένετο, οὐχ ὁ ἄνθρωπος διὰ τὸ Σάββατον· ὥστε κύριός ἐστιν ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ Σαββάτου. Καὶ εἰσῆλθε πάλιν εἰς τὴν Συναγωγήν· καὶ ἦν ἐκεῖ ἄνθρωπος ἐξηραμμένην ἔχων τὴν χεῖρα. Καὶ παρετήρουν αὐτὸν, εἰ τοῖς Σάββασι θεραπεύσει αὐτόν, ἵνα κατηγορήσωσιν αὐτοῦ. Καὶ λέγει τῷ ἀνθρώπῳ τῷ ἐξηραμμένην ἔχοντι τὴν χεῖρα· ἔγειρε εἰς τὸ μέσον. Καὶ λέγει αὐτοῖς· ἔξεστι τοῖς Σάββασιν ἀγαθοποιῆσαι, ἢ κακοποιῆσαι; ψυχὴν σῶσαι, ἢ ἀποκτεῖναι; Οἱ δὲ ἐσιώπων. Καὶ περιβλεψάμενος αὐτοὺς μετ᾿ ὀργῆς, συλλυπούμενος ἐπὶ τῇ πωρώσει τῆς καρδίας αὐτῶν, λέγει τῷ ἀνθρώπῳ· ἔκτεινον τὴν χεῖρά σου. Καὶ ἐξέτεινε· καὶ ἀποκατεστάθη ἡ χεὶρ αὐτοῦ ὑγιὴς, ὡς ἡ ἄλλη.
 
Νεοελληνική Απόδοση
 
Εκείνο τον καιρό, κάποιο Σάββατο να βαδίζει ο Ιησούς μέσα από σπαρμέ­να χωράφια, κι οι μαθητές του, ενώ περπατούσαν, έτριβαν στάχυα και έτρωγαν τους σπόρους. Οι Φαρισαίοι τότε του έλεγαν: «Κοίτα, κά­νουν το Σάββατο κάτι που δεν επιτρέπεται από το νόμο». Και τους λεει: «Ποτέ δε διαβάσατε στη Γραφή τι έκανε ο Δαβίδ, όταν βρέθηκε στην ανάγκη και πείνασε αυτός κι οι σύντροφοι του; Μπήκε στο ναό του Θεού τον καιρό που αρχιερέας ήταν ο Αβιάθαρ κι έφαγε τους άρτους της προθέσεως, που δεν επιτρέπεται από το νόμο να τρώνε παρά μόνον οι ιερείς, κι έδωσε μάλιστα και σ’ αυτούς που ήταν μαζί του». Και τους έλεγε ο Ιησούς: «Το Σάββατο έγινε για την άνθρωπο· όχι ο άνθρωπος για το Σάββατο. Συνεπώς, ο Υιός του Ανθρώπου εξουσιάζει και το Σάββατο». Ο Ιησούς μπήκε πάλι στη συναγωγή. Εκεί ήταν ένας άνθρωπος με παράλυτο χέρι. Πρόσεχαν να δουν αν θα τον θεραπεύσει την ημέρα του Σαββάτου, για να τον κατηγορήσουν. Λεει τότε στον άν­θρωπο με το παράλυτο χέρι: «Σήκω κι έλα εδώ στη μέση». και τους ρωτάει: «Επιτρέπει ο νόμος το Σάββατο να κάνει κανείς καλό ή να κάνει κακό; Να σώσει μια ζωή ή να την αφήσει να χαθεί;» Αυτοί σιω­πούσαν. 5Κι αφού έριξε σ’ όλους γύρω του μια ματιά με οργή, λυπη­μένος πολύ για την πώρωση της καρδιάς τους, λεει στον άνθρωπο: «Τέντωσε το χέρι σου». Κι εκείνος το τέντωσε, κι έγινε καλά το χέρι του σαν το άλλο.
Back To Top