Κυριακή του Πάσχα, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Ιω. α΄ 1-17 (16-04-2023)
Πρεσβ. Φιλίππου Φιλίππου
Πρωτότυπο Κείμενο
Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος. Οὗτος ἦν ἐν ἀρχῇ πρὸς τὸν Θεόν. Πάντα δι’ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἓν ὃ γέγονεν. Ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν, καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων. Καὶ τὸ φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν. Ἐγένετο ἄνθρωπος ἀπεσταλμένος παρὰ Θεοῦ, ὄνομα αὐτῷ Ἰωάννης· οὗτος ἦλθεν εἰς μαρτυρίαν, ἵνα μαρτυρήσῃ περὶ τοῦ φωτός, ἵνα πάντες πιστεύσωσι δι’ αὐτοῦ. Οὐκ ἦν ἐκεῖνος τὸ φῶς, ἀλλ’ ἵνα μαρτυρήσῃ περὶ τοῦ φωτός. Ἦν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ὃ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον. Ἐν τῷ κόσμῳ ἦν, καὶ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω. Εἰς τὰ ἴδια ἦλθε, καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον. Ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, τοῖς πιστεύουσιν εἰς τὸ ὄνομα αὐτοῦ, οἳ οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδὲ ἐκ θελήματος σαρκός, οὐδὲ ἐκ θελήματος ἀνδρός, ἀλλ’ ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν. Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας. Ἰωάννης μαρτυρεῖ περὶ αὐτοῦ καὶ κέκραγε λέγων· οὗτος ἦν ὃν εἶπον, ὁ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἔμπροσθέν μου γέγονεν, ὅτι πρῶτός μου ἦν. Καὶ ἐκ τοῦ πληρώματος αὐτοῦ ἡμεῖς πάντες ἐλάβομεν, καὶ χάριν ἀντὶ χάριτος· ὅτι ὁ νόμος διὰ Μωυσέως ἐδόθη, ἡ χάρις καὶ ἡ ἀλήθεια διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο.
Νεοελληνική Απόδοση
Απ’ όλα πριν υπήρχε ο Λόγος κι ο Λόγος ήτανε με τον Θεό, κι ήταν Θεός ο Λόγος. Απ’ την αρχή ήταν αυτός με τον Θεό. Τα πάντα δι’ αυτού δημιουργήθηκαν κι απ’ όσα έγιναν τίποτα χωρίς αυτόν δεν έγινε. Αυτός ήτανε η ζωή, και ήταν η ζωή αυτή το φως για τους ανθρώπους. Το φως αυτό έλαμψε μέσα στου κόσμου το σκοτάδι, μα το σκοτάδι δεν το δέχτηκε. Ο Θεός έστειλε έναν άνθρωπο που τον έλεγαν Ιωάννη· αυτός ήρθε ως μάρτυρας για να κηρύξει ποιος είναι το φως, ώστε με τα λόγια του να πιστέψουν όλοι. Δεν ήταν ο ίδιος το φως, ήρθε όμως για να πει ποιος είναι το φως. Ο Λόγος ήταν το αληθινό το φως, που καθώς έρχεται στον κόσμο φωτίζει κάθε άνθρωπο. Μέσα στον κόσμο ήταν, κι ο κόσμος δι’ αυτού δημιουργήθηκε, μα δεν τον αναγνώρισε ο κόσμος. Ήρθε στον τόπο το δικό του, και οι δικοί του δεν τον δέχτηκαν. Σ’ όσους όμως τον δέχτηκαν και πίστεψαν σ’ αυτόν, έδωσε το δικαίωμα να γίνουν παιδιά του Θεού. Απ’ το Θεό γεννήθηκαν αυτοί και όχι από γυναίκας αίμα, ούτε από επιθυμία ανθρώπινη ή επιθυμία άντρα. Ο Λόγος έγινε άνθρωπος κι έστησε τη σκηνή του ανάμεσά μας και είδαμε τη θεϊκή του δόξα, τη δόξα που ο μοναχογιός την έχει απ’ τον Πατέρα, ήρθε γεμάτος χάρη θεϊκή κι αλήθεια για μας. Ο Ιωάννης είπε επίσημα τη γνώμη του γι’ αυτόν και τη διακήρυξε λέγοντας: «Γι’ αυτόν ήταν που είπα, “εκείνος που έρχεται ύστερα από μένα είναι ανώτερός μου, γιατί υπήρχε πριν από μένα”». Απ’ το δικό του πλούτο πήραμε όλοι εμείς τη μια δωρεά πάνω στην άλλη. Ο νόμος δόθηκε δια του Μωυσέως, η χάρη η θεϊκή όμως και η αλήθεια ήρθε σ’ εμάς δια του Ιησού Χριστού.
Σχολιασμός
Κυριακή του Πάσχα σήμερα και το ευαγγελικό ανάγνωσμα, προέρχεται από το Κατά Ιωάννη Ιερό Ευαγγέλιο και συγκεκριμένα το προοίμιό του. Η περικοπή αυτή αναφέρεται στην ενανθρώπηση του Θεού Λόγου και κατεπέκταση στο σχέδιο της θείας Οικονομίας, που κορυφώνεται με το Πάθος και την Ανάσταση του Κυρίου και θα ολοκληρωθεί με την Δευτέρα Παρουσία του στον κόσμο.
«Εν αρχή ην ο λόγος», ο Λόγος του Θεού, ο ενανθρωπήσας Ιησούς Χριστός υπήρχε πάντοτε με τον Θεό Πατέρα. Από την αρχή ήταν με τον Θεό και τα πάντα δημιουργήθηκαν από αυτόν, και τίποτα απο αυτά που έγιναν δεν έγινε χωρίς αυτόν. Αυτός ήταν η ζωή και αυτή η ζωή αποτελούσε το φως που λάμπει στους ανθρώπους. Αυτό το φως έλαμψε μέσα στο σκοτάδι του κόσμου αλλά το σκοτάδι δεν το δέχτηκε. Για να μπορέσουν οι άνθρωποι να γνωρίσουν το φως το αληθινό, ο Θεός έστειλε τον «άγγελό του», τον Ιωάννη τον Πρόδρομο, έτσι ώστε να κηρύξει ποιός είναι το φως και με το κήρυγμά του να πιστέψουν όλοι σε αυτόν.
Ο Λόγος αποτελούσε το αληθινό φως, εκείνο που φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο. Ο κόσμος δημιουργήθηκε «δι’ αυτού» αλλά δεν τον αναγνώρισε και δεν τον τίμησε όπως του άξιζε. Ήρθε στον δικό του τόπο αλλά οι δικοί του ζώντας μέσα στο σκοτάδι της αμαρτίας δεν τον δέχτηκαν. Σ’ αυτούς όμως που τον δέχτηκαν και πίστεψαν σ’ αυτόν τους έδωσε το δικαίωμα να γίνουν παιδιά του Θεού. Ο Λόγος έγινε άνθρωπος, έστησε τη σκηνή του ανάμεσά μας, είδαμε τη θεϊκή του δόξα, την οποία έχει από τον Θεό Πατέρα. Ο Ιωάννης ομολόγησε ότι: «γι’ αυτόν ήταν που είπα, “εκείνος που έρχεται ύστερα από μένα είναι ανώτερός μου, γιατί υπήρχε πριν από μένα”». Εμείς πήραμε από το δικό του πλούτο τη μία δωρεά πάνω στην άλλη. Ο νόμος δόθηκε «δια Μωυσέως η θεία χάρη και η αλήθεια ήρθαν σε μας δια του Ιήσου Χριστού». Κανένας ποτέ δεν είδε τον Θεό παρά μόνο ο μονογενής του Υιός που βρίσκεται μέσα στην αγκαλιά του Πατέρα, αυτός μας τον έκανε γνωστό.
Η πίστη της Εκκλησίας στην Ανάσταση του Χριστού αποτελεί το θεμέλιο πάνω στο οποίο στηρίζεται η ύπαρξή της. Ολόκληρη η Εκκλησία καταυγάζεται από το φως της Αναστάσεως του Χριστού. Ο κάθε πιστός ξεχωριστά ζει και βιώνει το γεγονός της Ανάστασης ως μια πραγματικότητα που είναι καθοριστική στη ζωή του. Μέσα από την Ανάσταση του Χριστού βλέπει και προσδοκά και τη δική του ανάσταση. Ο Απόστολος Παύλος τονίζοντας τη σημασία του γεγονότος της Ανάστασης σημειώνει: «ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν αρα το κήρυγμα ημών, κενή δε και η πίστις ημών, ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, ματαία η πίστις υμών˙ ετι έστε εν ταις αμαρτίας υμών» ( Α Κορ. 15, 14&17).
Η Ανάσταση του Χριστού χαρίζει στους πιστούς μια ανεκλάλητη χαρά. Μια χαρά που βγαίνει μέσα από το θρίαμβο της ζωής πάνω στο θάνατο. Αυτό είναι εξάλλου που αποτελεί και το πιο χαρμόσυνο μήνυμα της Ανάστασης του Χριστού προς εμάς τους ανθρώπους. Με την Ανάσταση του ο Χριστός, μας χαρίζει την ελπίδα και τη βεβαίωση της αναστάσεως ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους, Η Ανάσταση δεν αποτελεί ένα προσωπικό γεγονός που αφορά μόνο τον Χριστό αλλά αφορά ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Ελευθερώνει από τα δεσμά του θανάτου ολόκληρη την ανθρωπότητα, η οποία περιέπεσε σ’ αυτά μετά την πτώση του Αδάμ και της Εύας. Αυτό βλέπουμε να παριστάνεται και στην ορθόδοξη εικονογραφία της Αναστάσεως όπου βλέπουμε τον Χριστό να έχει συντρίψει τα δεσμά του Άδη και να βγάζει από τα μνήματα τους πρωτόπλαστους Αδάμ και Εύα και κατ’ επέκταση όλο το ανθρώπινο γένος.
Η εορτή της Αναστάσεως αποτελεί το κέντρο όλων των εορτών της Εκκλησίας. Αποτελεί την εορτή κάθε Κυριακής αλλά και κάθε Θείας Λειτουργίας αφού όλες οι Λειτουργίες έχουν Αναστάσιμο χαρακτήρα. Για καμία άλλη γιορτή μέσα στην Εκκλησία δεν έχουν γραφτεί τόσα πολλά όσα για τη γιορτή της Αναστάσεως. Και αυτό αποτελεί φυσικό επακόλουθο αφού αποτελεί «εορτών εορτή, και πανήγυρη πανηγύρεων, εν΄ή ευλογούμεν, Χριστόν εις τους αιώνας», όπως ψάλλομε και στον κανόνα του Πάσχα.
Μέσα από το φως που εκπεμπεταί απο την Ανάσταση του Κυρίου φωτίζονται όλα τα μέρη του κόσμου, ο ουρανός η γή και τα καταχθόνια. Το φως αυτό λάμπει παντού φωτίζοντας και διαλύοντας το σκοτάδι. Το φως της Αναστάσεως εισχωρεί για πάντα μέσα στην ανθρώπινη φύση νοηματοδοτώντας μια για πάντα τον άνθρωπο και την ιστορία του. Αυτό αποτυπώνεται πολύ εύστοχα στο τροπάριο της γ’ ωδής του κανόνα που λέει: «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια. Εορταζέτω γούν πάσα κτίσις την έγερσιν Χριστού, εν η εστερέωται».
Μέσα από τον απλό αλλά και περιεκτικό ύμνο της Ανάστασης «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασιν ζωήν χαρισάμενος» παρουσίαζεται το ανθρωπολογικό νόημα του θανάτου και της Αναστάσεως του Χριστού. Ο Χριστός με το θάνατο του νικά τον θάνατο και με την Ανάσταση του χαρίζει στους ανθρώπους την αιώνια ζωή. Ο θάνατος καταργείται με τον ίδιο το θάνατο!
Ο Χριστός διακηρύσσει ξεκάθαρα προς όλους μας με αυτό το μοναδικό τρόπο της Αναστάσεως του ότι αποτελεί τον προαιώνιο Υιό και Λόγο του Θεού, ο οποίος σαρκώθηκε, σταυρώθηκε, πέθανε και ετάφη αλλά Αναστήθηκε ως παντοδύναμος Θεός. Συντρίβοντας και νικώντας τον θάνατο έφερε στους πιστούς μια νέα ζωή νίκης πάνω στη φθορά και στο θάνατο, κάνοντάς τους να χαίρονται και να αγάλλονται. Με την Ανάσταση του γέμισε τη ζωή μας με το υπέρλαμπρο λυτρωτικό φως της Θείας του Χάριτος, καλώντας μας παράλληλα να δεχθούμε και εμείς αυτό το ελπιδοφόρο και λυτρωτικό μήνυμα που μας φέρνει. Η πίστη στην Ανάσταση του Χριστού πρέπει να γίνει και για μας ένα με τη δική μας ύπαρξη έτσι ώστε να μας οδηγήσει και στη δική μας Ανάσταση.
Το μήνυμα της Αναστάσεως του Χριστού απευθύνεται προς όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους κάθε εποχής, διακηρύσσοντας ότι πέρα από τη φθορά και το θάνατο υπάρχει η Ανάσταση και η ζωή. Ας συστρατευθούμε και εμείς λοιπόν μαζί με τον Αναστάντα Κύριο και ας αναφωνήσουμε μετά του ιερού Χρυσοστόμου: «Ανέστη Χριστός και πεπτώκασι δαίμονες. Ανέστη Χριστός και ζωή πολιτεύεται. Ανέστη Χριστός και νεκρός ουδείς επί μνήματος. Χριστός γαρ εγερθείς εκ νεκρών, απαρχή των κεκοιμημένων εγένετο» (Κατηχητήριος Λόγος). Χριστός Ανέστη! Αληθώς Ανέστη!