skip to Main Content

Κυριακή ΙΑ΄ Ματθαίου, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Ματθ. ιη’ 23-35 (20-08-2023)

Πρεσβυτέρου Χαρίτων Θεοδώρου

Πρωτότυπο Κείμενο

Είπεν ο Κύριος την παραβολήν ταύτην˙ Ωμοιώθη η βασιλεία των ουρανών ανθρώπω βασιλεί, ος ηθέλησε συνάραι λόγον μετά των δούλων αυτού. Αρξαμένου δε αυτού συναίρειν προσηνέχθη αυτώ εις οφειλέτης μυρίων ταλάντων. Μη έχοντος δε αυτού αποδούναι εκέλευσεν αυτόν ο κύριος αυτού πραθήναι και την γυναίκα αυτού και τα τέκνα και πάντα όσα είχε, και αποδοθήναι. Πεσών ούν ο δούλος προσεκύνει αυτώ λέγων˙ Κύριε, μακροθύμησον επ’ εμοί και πάντα σοι αποδώσω. Σπλαγχνισθείς δε ο κύριος του δούλου εκείνου απέλυσεν αυτόν και το δάνειον αφήκεν αυτώ. Εξελθών δε ο δούλος εκείνος εύρεν ένα των συνδούλων αυτού, ος ώφειλεν αυτώ εκατόν δηνάρια, και κρατήσας αυτόν έπνιγε λέγων˙ απόδος μοι ει τι οφείλεις. Πέσων ουν ο σύνδουλος αυτού εις τους πόδας αυτού παρεκάλει αυτόν λέγων˙ Μακροθύμησον επ’ εμοί και αποδώσω σοι. Ο δε ουκ ήθελεν, αλλά απελθών έβαλεν αυτόν εις φυλακήν εως ου αποδώ το οφειλόμενον. Ιδόντες δε οι σύνδουλοι αυτού τα γενόμενα ελυπήθησαν σφόδρα, και ελθόντες διεσάφησαν τω κυρίω εαυτών πάντα τα γνόμενα. Τότε προσκαλεσάμενος αυτόν ο κύριος αυτού λέγει αυτώ˙ Δούλε πονηρέ, πάσαν την οφειλήν εκείνην αφηκά σοι, επεί παρεκαλεσάς με˙ ουκ έδει και σε ελεήσαι τον σύνδουλόν σου, ως και εγώ σε ηλεήσα; Και οργισθείς ο κύριος αυτού παρέδωκεν αυτόν τοίς βασανισταίς έως ου αποδώ παν το οφειλόμενον αυτώ. Ούτω και ο Πατήρ μου ο επουράνιος ποιήσει υμίν, εάν μη αφήτε έκαστος τω αδελφώ αυτού από των καρδιών υμών τα παραπτώματα αυτών.

Νεοελληνική Απόδοση

Είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή: «Η βασιλεία των ουρανών μοιάζει μ’ ένα βασιλιά, που θέλησε να του αποδώσουν λογαριασμό οι δούλοι του.» Μόλις άρχισε να κάνει τον λογαριασμό, του φέρανε κάποιον που όφειλε δέκα χιλιάδες τάλαντα. Επειδή δεν μπορούσε να τα επιστρέψει, ο κύριος του διέταξε να πουλήσουν τον ίδιο, τη γυναίκα του, τα παιδιά του κι όλα τα υπάρχοντά του και να του δώσουν το ποσό απο την πώληση. Ο δούλος τότε έπεσε στα πόδια του, τον προσκυνούσε κι έλεγε: «δείξε μου μακροθυμία και θα σου τα δώσω όλα τα χρέη μου πίσω». Τον λυπήθηκε λοιπόν ο κυρίος του εκείνον τον δούλο και τον άφησε να φύγει˙ του χάρισε μάλιστα και το χρέος. Βγαίνοντας έξω ο ίδιος δούλος, βρήκε έναν απο τους συνδούλους του, που του όφειλε μόνο εκατό δηνάρια˙ τον έπιασε και τον έσφιγγε να τον πνίξει λέγοντάς του: «ξόφλησέ μου αυτά που μου χρωστάς». Ο σύνδουλός του τότε έπεσε στα πόδια του και τον παρακαλούσε: «δείξε μου μακροθυμία, και θα σου τα ξεπληρώσω». Εκείνος όμως δεν δεχόταν, αλλά πήγε και τον έβαλε στη φυλακή, ώσπου να ξεπληρώσει ότι του χρωστούσε. Όταν το είδαν αυτό οι σύνδουλοί του, λυπήθηκαν πάρα πολύ, και πήγαν και διηγήθηκαν στον κύριο τους όλα όσα έγιναν. Τότε ο κύριος τον κάλεσε και του λέει:«κακέ δούλε, σου χάρισα όλο εκείνο το χρέος, επειδή με παρακάλεσες˙ δεν έπρεπε κι εσύ να σπλαχνιστείς τον σύνδουλό σου, όπως κι εγω σπλαχνίστηκα εσένα;». Και οργισμένος τον παρέδωσε στους βασανιστές, ώσπου να ξεπληρώσει όσα του χρωστούσε. «Έτσι θα κάνει και σ’ εσάς ο ουράνιος Πατέρας μου, αν ο καθένας σας δεν συγχωρεί τα παραπτώματα του αδελφού του μ’ όλη του την καρδιά».

Σχολιασμός

Πραγματικά διαβάζοντας κανείς την παρούσα παραβολή του Κυρίου μας αμέσως κορυφώνονται μέσα στην ψυχή του αισθήματα συγκίνησης και θαυμασμού για την μεγαλοκαρδία και καλοσύνη που είχε δείξει ο βασιλέας για τον δούλο του. Αντίθετα παρατηρεί κανείς την αχάριστη και σκληρή στάση του πονηρού δούλου προς τον βασιλιά αλλά και στον συνδούλο του. Ο Απόστολος Πέτρος ακούοντας τον Κύριο μας να τονίζει ότι μια από τις προϋποθέσεις συγχώρησης των αμαρτιών των ανθρώπων είναι να συγχωρούμε αυτούς που μας έχουν αδικήσει έθεσε το εξής ερώτημα: Ένας ο οποίος μας έχει βλάψει πόσες φορές πρέπει να τον συγχωρούμε; Η απάντηση του Κυρίου μας στο ερώτημα αυτό ήταν η παραστατικότατη παραβολή του ευσπλαχνικού βασιλέως και του άσπλαχνου δούλου.    

Ένας βασιλιάς απαίτησε κάποτε να του δώσουν αναφορά οι στενοί του συνεργάτες για το έργο που επιτελούν αλλά και για τα ποσά που προέκυπταν από τις εισπράξεις των φόρων. Υπήρχε όμως ένας δούλος ο οποίος αντί να πληρώνει τις υποχρεώσεις του προς τον βασιλιά αυτός ξόδευε τα χρήματα σαν να ήταν δικά του με αποτέλεσμα να βρεθεί με τεράστιο χρέος και να αδυνατεί να πληρώσει τα χρωστούμενα. Όταν ήρθε η ώρα της κρίσεως του ομολόγησε στον βασιλιά τις απαράδεχτες οικονομικές ατασθαλίες του και αφού υπήρχε αδυναμία εξόφλησης βγήκε διαταγή πώλησης όλων των υπαρχόντων του δούλου αλλά και της οικογένειας του ως σκλάβοι για να πληρωθεί το χρέος. Τότε ο δούλος γονυπετής και  μεταμελημένος παρακάλεσε για συγχώρηση. Ο βασιλιάς συγκινημένος, καλόκαρδος σαν ήταν συγχώρεσε τον δούλο διαγράφοντας του μάλιστα και το τεράστιο χρέος του.

Όμως ο δούλος ενθουσιασμένος από την αίσια κατάληξη που είχε η βασιλική κρίση για το άτομο του, προχώρησε σε μια ενέργεια η οποία φανέρωσε την επιφανειακή μεταμέλεια, καθώς και την αχαριστία του σε όλη της το μεγαλείο. Βγαίνοντας έξωθεν των βασιλικών ανακτόρων συνάντησε ένα άλλο δούλο ο οποίος του χρωστούσε το πολύ μηδαμινό ποσό των 100 δηναρίων και με μια απάνθρωπη σκληρότητα τον παγίδευσε μην τύχει και του ξεφύγει απαιτώντας από αυτόν να του επιστρέφει τα 100 δηνάρια. Η αδυναμία εξόφλησης οδήγησε στην καταγγελία του συνδούλου και στην άμεση φυλάκιση του.

 
Μερικοί οι οποίοι προηγουμένως παρευρίσκονταν εντός της βασιλικής αίθουσας την ώρα της κρίσεως είχαν αρκετά λυπηθεί με την σκληρή συμπεριφορά του δούλου την οποία και μετέφεραν με όλα τα τεκταινόμενα στον βασιλιά. Οργισμένος ο βασιλιάς κάλεσε τον δούλο και αφού  του τόνισε πόσο αχάριστος και πονηρός είναι διέταξε να τον βασανίσουν μέχρι να εξοφλήσει τα χρωστούμενα.

Είναι γενικά παραδεκτό ότι ο άνθρωπος αρέσκετε  στην κατάκτηση  του υλικού πλούτου γι’ αυτό και παραμερίζει το καθετί που αφορά την σωτηρία της ψυχή του, αποφεύγοντας οποιαδήποτε προσπάθεια να κερδίσει τους θησαυρούς του ουρανού. Μνησικακεί εναντίον εκείνου που τον αδίκησε παρόλο που ο Θεός προλέγει ότι δεν θα δώσει άφεση αμαρτιών σε εκείνους που μνησικακούν. Η μνησικακία δημιουργεί ταραχή και ανασφάλεια στην ψυχή του ανθρώπου. Τα κυρίαρχα αισθήματα του μνησίκακου είναι η θλίψη , η στεναχώρια, η πικρία, η οργή . Έχει κατά νου  το αδίκημα που διέπραξε ο άλλος εις βάρος του και το ψάχνει, του δίνει μεγάλη έκταση , το ερευνά. Ενοχλείται αμέσως όταν γίνει αναφορά στον θεωρούμενο ως εχθρό του συνοδεύοντας αυτό το ξέσπασμα με ύβρεις και συκοφαντίες.

Ο άνθρωπος που βρίσκεται όμηρος της μνησικακίας καταφέρνει την απομάκρυνση του από το Θεό, από την προσευχή, την μελέτη οποιουδήποτε θρησκευτικού βιβλίου. Εγκλωβισμένος μέσα στα πάθη του δεν μπορεί να προσεγγίζει με αγνότητα και καθαρότητα  τα μυστήρια της Εκκλησίας μας. Είναι λογικό κάποιος όταν βρίσκεται κάτω από την πολιορκία της μνησικακίας να αναζητεί τρόπους εκδίκησης, αντιποίνων και να παίρνει έτσι μεγαλύτερες διατάσεις το κακό. Βέβαια η στάση αυτή έχει άμεσες επιπτώσεις για τον ίδιο αφού με βάση τα λόγια του Κυρίου μας ένα είναι το σίγουρο, ότι δεν μπορεί να ελπίζει στην συγχώρηση των αμαρτιών του από τον ουράνιο πατέρα.    

Υπάρχει όμως από την άλλη ο μεγαλόκαρδος που συγχωρεί αυτούς που τον έχουν αδικήσει. Βλέπει με συγκατάβαση και κατανόηση το φταίξιμο του αδελφού του. Μετράει, ζυγίζει, και επεξεργάζεται με νηφαλιότητα κάτω υπό ποιες περιστάσεις αδικήθηκε δίνοντας μεγάλη βαρύτητα στην ανθρώπινη αδυναμία. Ο μεγαλόκαρδος χαρακτηρίζεται από πραότητα, γαλήνη, και χαρά. Συνταυτίζεται τότε με τον εσταυρωμένο Κύριο μας ο οποίος αν και έπασχε πάνω στο σταυρό, ζητούσε από τον ουράνιο πατέρα να συγχωρέσει τους σταυρωτές του, τον πρωτομάρτυρα Στέφανο που ενώ το σώμα του δεχόταν βροχή τις πέτρες παρακαλούσε τον Θεό λέγοντας «Κύριε μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην».           

Στην παρούσα ζωή ο μεγαλόκαρδος είναι ειρηνικός και χαρούμενος, βρίσκεται υπό την σκέπη και προστασία του Θεού, στην μέλλουσα ζωή θα αποκτήσει την θέωση ,θα γίνει θεός κατά χάριν, όμοιος ως προς την δόξα και την μακαριότητα με τον Χριστόν. Προτιμότερη λοιπόν η αμνησικακία παρά η μνησικακία, η συγχωρητικότητα παρά η σκληρότητα, η μακροθυμία από τη εκδικητικότητα.

Η συμπεριφορά του αγνώμονα δούλου θεωρείται καταδικαστέα και μάλιστα ελεεινή. Δεν υπάρχει κάτι ελαφρυντικό γι’αυτόν. Ας προσέξουμε όμως μήπως και εμείς καμιά φορά πολύ ή λίγο διαπράττουμε το θανάσιμο αμάρτημα εκείνου, ενώ ζητούμε συγχώρηση των αμαρτιών μας, εμείς δεν συγχωρούμε τους άλλους, αναζητώντας μάλιστα και ευκαιρία εκδικήσεως. Έτσι όμως σκεπτόμενοι και φερόμενοι μόνο τον εαυτό μας βλάπτουμε διότι ούτε και εμείς θα πάρουμε συγχώρηση από τον Θεό. Ας ακολουθήσουμε το δρόμο της αμνησικακίας και τότε θα βρούμε έλεος και συγχώρηση από το Θεό, τότε δεν θα υπάρχει κανένας φόβος όταν ακούσουμε το «Δούλε πονηρέ, πάσαν την……….. ως και εγώ σε ηλεήσα;».   

Back To Top