Ο ‘Οσιος Ευθύμιος ο Μέγας (20 Ιανουαρίου)
Ο Όσιος Ευθύμιος ο Μέγας γεννήθηκε στη Μελιτηνή της Αρμενίας το έτος 377 μ.Χ. κατά τους χρόνους της βασιλείας του Γρατιανού (375-383 μ.Χ.). Οι γονείς του Παύλος και Διονυσία, ανήκαν σε επίσημη γενιά. Άτεκνοι όντες, αξιώθηκαν να αποκτήσουν παιδί, το οποίο αφιέρωσαν στη διακονία του Θεού στο οποίο και κατά θεία επιταγή έδωσαν το όνομα Ευθύμιος, αφού με την γέννησή του τους χάρισε την ευθυμία, τη χαρά και την αγαλλίαση.
Σε ηλικία μόλις τριών ετών ο Ευθύμιος έχασε τον πατέρα του. Τότε η χήρα μητέρα του τον παρέδωσε στον ευλαβή Επίσκοπο της Μελιτηνής Ευτρώιο, ο οποίος, μαζί με τους αναγνώστες Ακάκιο και Συνόδιο που έγιναν αργότερα Επίσκοποι Μελιτηνής, τον εκπαίδευσε καλώς και, αφού τον κατέταξε στον ιερό κλήρο, τον τοποθέτησε έξαρχο των μοναστηρίων.
Από τη Μελιτηνή ο Όσιος μετέβη, περί το 406 μ.Χ., στα Ιεροσόλυμα και κλείσθηκε στο σπήλαιο του Αγίου Θεοκτίστου, όπου και ασκήτευε με αυστηρότητα και αναδείχθηκε μοναζόντων κανόνας και καύχημα. Τόσο δε πολύ πρόκοψε στην αρετή, ώστε πολλοί από τους Σαρακηνούς πίστεψαν στον Χριστό. Τα μεγάλα πνευματικά του χαρίσματα γρήγορα τον ανέδειξαν και η φήμη του ως Αγίου απλώθηκε παντού. Γύρω του συγκεντρώθηκαν πάμπολλοι μοναχοί, οι οποίοι τον εξέλεξαν ηγούμενό τους.
Ο Μέγας Ευθύμιος με την αγιότητα του βίου του συνετέλεσε στο να επιστρέψουν στο Χριστιανισμό αρκετοί αιρετικοί, όπως οι Μανιχαίοι, Νεστοριανοί και Ευτυχιανοί, που απέρριπταν τις αποφάσεις της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου. Όμως παντού, όπως στην Αίγυπτο και τη Συρία, επικρατούσαν οι Μονοφυσίτες. Στην Παλαιστίνη όμως, εξ’ αιτίας της παρουσίας του Αγίου Ευθυμίου και των μαθητών του, επικρατούσε ο χριστιανισμός και η Ορθοδοξία. Όταν δε αργότερα ο Άγιος συναντήθηκε με τη βασίλισσα Ευδοκία που ήταν η σύζυγος του Θεοδοσίου του Β΄ που και εκείνη είχε εμπλακεί στα δίκτυα της αίρεσης των Μονοφυσιτών, με πειστικότητα μίλησε μαζί της, ώστε την επανέφερε γρήγορα στους κόλπους της Ορθοδοξίας.
Ο Άγιος Ευθύμιος είχε λάβει από το Θεό το προορατικό χάρισμα και τη δύναμη να κάνει θαύματα, όπως με ελάχιστα ψωμιά κατόρθωσε να χορτάσει τετρακόσιους ανθρώπους που κάποτε την ίδια μέρα τον επισκέφθηκαν στο κελί του. Αλλά και πολλές γυναίκες που ήταν στείρες, όπως και η δική του μητέρα, με τις προσευχές του απέκτησαν παιδί και έζησαν τη χαρά της τεκνογονίας.
Έτσι η φήμη του διαδόθηκε παντού και πολλοί ήταν εκείνοι που ήθελαν να τον γνωρίσουν από κοντά για να τους λύσει τα όποια προβλήματά τους. Αυτό όμως δυσκόλευε τον Άγιο που επιθυμούσε μεγαλύτερη ησυχία για προσευχή. Όταν αποφάσισε να εγκαταλείψει τη Λαύρα και να αποσυρθεί σε έρημους τόπους, πλήθος κόσμου μαζεύτηκε γύρω του, άλλοι για να τον αποχαιρετήσουν και άλλοι για να τον ακολουθήσουν. Τότε ο Άγιος βρήκε την ευκαιρία να τους ανακοινώσει, ότι «μόνο αυτή την εβδομάδα θα είμαι μαζί σας γιατί από τα μεσάνυχτα του Σαββάτου θα ζούμε χωριστά».
Πλησίαζε η γιορτή του Αγίου Αντωνίου και ο Άγιος τους παρακάλεσε να κάμουν ολονύχτια αγρυπνία, όπου μετά τους μάζεψε και τους ανακοίνωσε ότι «ο Κύριος με καλεί από την παρούσα ζωή στη μέλλουσα, αύριο». Στη συνέχεια τους ζήτησε να του υποδείξουν ποιο άτομο προτείνουν για ηγούμενό τους. Εκείνοι ομόφωνα του πρότειναν τον Δομετιανό που από όλους θεωρούνταν περισσότερο ενάρετος. Ο Άγιος Ευθύμιος τους παρακάλεσε να εκλέξουν κάποιον άλλο, «γιατί το Δομετιανό που προτείνατε θα μείνει μαζί σας μόνο μια βδομάδα μετά το θάνατο το δικό μου» εννοώντας έτσι, ότι θα ζήσει μόνο μια βδομάδα μετά το θάνατό του. Οι Μοναχοί έμειναν έκπληκτοι και άφωνοι μπροστά σε αυτά που έβλεπαν και άκουγαν. Διέκριναν έτσι στον Άγιο ένα ξεχωριστό πνευματικό χάρισμα που για να το κατακτήσει κανείς απαιτούσε μεγαλύτερους αγώνες. Όμως έπρεπε να συμμορφωθούν και με την επιθυμία του Αγίου, που τους ζήτησε να προτείνουν τον ηγούμενό τους. Του πρότειναν τον οικονόμο Ηλία, μοναχό μιας πλησιέστερης Μονής που ήταν καθ’ όλα ενάρετος. Ο Άγιος απευθυνόμενος στο Μοναχό Ηλία τον συμβουλεύει λέγοντάς του: « πρόσεχε να ωφελήσεις αυτούς που σε πρότειναν και τον εαυτόν σου».
Όμως η ώρα πλησίαζε που επρόκειτο να αφήσει την παρούσα ζωή ο Άγιος. Αποσύρθηκε στο διακονικό του παίρνοντας μαζί του το Δομετιανό. Έμειναν μαζί τρεις μέρες προσευχόμενοι και τη νύχτα του Σαββάτου « εκοιμήθη εν ειρήνη, και απήλθε προς την εκείθεν μακαριότητα, πρεσβύτης και πλήρης ημερών γενόμενος, εικοστήν Ιανουαρίου, εν έτει από Χριστού 473», σε ηλικία 97 χρόνων.
Η μνήμη του τιμάται από την Εκκλησία 20 Ιανουαρίου.
Αποστολικό Ανάγνωσμα
Πρωτότυπο Κείμενο (Β’ Κορ. 4: 6-15)
Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς ὁ εἰπὼν ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὃς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἔχομεν δὲ τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν, ἵνα ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ καὶ μὴ ἐξ ἡμῶν, ἐν παντὶ θλιβόμενοι ἀλλ᾿ οὐ στενοχωρούμενοι, ἀπορούμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐξαπορούμενοι, διωκόμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἀπολλύμενοι, πάντοτε τὴν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ. Ἀεὶ γὰρ ἡμεῖς οἱ ζῶντες εἰς θάνατον παραδιδόμεθα διὰ Ἰησοῦν, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ φανερωθῇ ἐν τῇ θνητῇ σαρκὶ ἡμῶν. Ὥστε ὁ μὲν θάνατος ἐν ἡμῖν ἐνεργεῖται, ἡ δὲ ζωὴ ἐν ὑμῖν. Ἔχοντες δὲ τὸ αὐτὸ πνεῦμα τῆς πίστεως κατὰ τὸ γεγραμμένον, ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα, καὶ ἡμεῖς πιστεύομεν, διὸ καὶ λαλοῦμεν, εἰδότες ὅτι ὁ ἐγείρας τὸν Κύριον Ἰησοῦν καὶ ἡμᾶς διὰ Ἰησοῦ ἐγερεῖ καὶ παραστήσει σὺν ὑμῖν. Τὰ γὰρ πάντα δι᾿ ὑμᾶς, ἵνα ἡ χάρις πλεονάσασα διὰ τῶν πλειόνων τὴν εὐχαριστίαν περισσεύσῃ εἰς τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ.
Νεοελληνική Απόδοση
Αδελφοί, ο Θεός που είπε μέσα από το σκοτάδι να λάμψει φως, αυτός έλαμψε μέσα στις καρδιές μας και μας φώτισε να γνωρίσουμε τη δόξα του στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Αλλά εμείς που έχουμε αυτόν το θησαυρό είμαστε σαν τα πήλινα δοχεία· έτσι γίνεται φανερό πως η υπερβολική αξία του θησαυρού αυτού προέρχεται από το Θεό κι όχι από μας. Αν και μας πιέζουν από παντού, δε μας καταβάλλουν. Βρισκόμαστε σε αδιέξοδο, αλλά δεν απελπιζόμαστε. Μας καταδιώκουν, ο Θεός όμως δε μας εγκαταλείπει. Μας ρίχνουν κάτω, μα δε χάνουμε τον αγώνα. Συνεχώς υποφέρουμε σωματικά μετέχοντας έτσι στο θάνατο του Κυρίου Ιησού, για να φανερωθεί στο πρόσωπό μας η ζωή του αναστημένου Ιησού. Δηλαδή είμαστε ζωντανοί, αλλά εκθέτουμε συνεχώς τον εαυτό μας στο θάνατο για χάρη του Ιησού, ώστε να φανερωθεί στο θνητό μας σώμα η ζωή του Ιησού. Έτσι, εμάς μας απειλεί συνεχώς ο θάνατος, ενώ εσείς κερδίζετε τη ζωή. Έχουμε, λοιπόν, την ίδια εμπιστοσύνη στο Θεό, που αναφέρει η Γραφή: Εμπιστεύτηκα τον εαυτό μου στο Θεό, γι’ αυτό και μίλησα. Κι εμείς έχουμε εμπιστοσύνη στο Θεό, γι’ αυτό και κηρύττουμε. Ξέρουμε ότι ο Θεός, που ανέστησε τον Κύριο Ιησού, θα αναστήσει και εμάς δια του Ιησού και θα μας παρουσιάσει μπροστά του μαζί σας. Όλα, λοιπόν, γίνονται για σας. Έτσι, όσο πιο πολλοί δεχτούν τη χάρη, τόσο πιο μεγάλη θα είναι η ευχαριστία και η δοξολογία προς το Θεό.
___________________________________________________________________________
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα
Πρωτότυπο Κείμενο (Λκ. 6: 17-22)
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἔστη ὁ ᾿Ιησοῦς ἐπὶ τόπου πεδινοῦ, καὶ ὄχλος μαθητῶν αὐτοῦ, καὶ πλῆθος πολὺ τοῦ λαοῦ ἀπὸ πάσης τῆς ᾿Ιουδαίας καὶ ῾Ιερουσαλὴμ καὶ τῆς παραλίου Τύρου καὶ Σιδῶνος, οἳ ἦλθον ἀκοῦσαι αὐτοῦ, καὶ ἰαθῆναι ἀπὸ τῶν νόσων αὐτῶν, καὶ οἱ ὀχλούμενοι ἀπὸ πνευμάτων ἀκαθάρτων, καὶ ἐθεραπεύοντο. Καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἐζήτει ἅπτεσθαι αὐτοῦ· ὅτι δύναμις παρ᾿ αὐτοῦ ἐξήρχετο, καὶ ἰᾶτο πάντας. Καὶ αὐτὸς, ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τοὺς Μαθητὰς αὐτοῦ, ἔλεγε· Μακάριοι οἱ πτωχοί, ὅτι ὑμετέρα ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Μακάριοι οἱ πεινῶντες νῦν, ὅτι χορτασθήσεσθε. Μακάριοι οἱ κλαίοντες νῦν, ὅτι γελάσετε. Μακάριοί ἐστε, ὅταν μισήσωσιν ὑμᾶς οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὅταν ἀφορίσωσιν ὑμᾶς, καὶ ὀνειδίσωσι, καὶ ἐκβάλωσι τὸ ὄνομα ὑμῶν ὡς πονηρὸν, ἕνεκα τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Χαίρετε ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ καὶ σκιρτήσατε· ἰδοὺ γὰρ ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τῷ οὐρανῷ.
Νεοελληνική Απόδοση
Εκείνο τον καιρό, ο Ιησούς στάθηκε σε μια πεδιάδα. Ένα μεγάλο πλήθος από μαθητές του και πολύς λαός απ’ όλη την Ιουδαία, από την Ιερουσαλήμ και τις παραλιακές πόλεις της Τύρου και της Σιδώνος ήρθαν για να τον ακούσουν και για να θεραπευτούν από τις αρρώστιες τους. Ήρθαν και όσοι υπέφεραν από ακάθαρτα πνεύματα· όλοι αυτοί θεραπεύτηκαν.Όλος ο κόσμος προσπαθούσε να τον αγγίξει, γιατί μια δύναμη έβγαινε από πάνω του και θεράπευε τους πάντες. Τότε ο Ιησούς στράφηκε προς τους μαθητές του και τους είπε: «Μακάριοι εσείς οι φτωχοί, γιατί δική σας είναι η βασιλεία του Θεού. Μακάριοι εσείς που τώρα πεινάτε, γιατί θα σας χορτάσει ο Θεός. Μακάριοι εσείς που τώρα κλαίτε, γιατί θα χαρείτε. Μακάριοι είστε, όταν σας μισήσουν οι άνθρωποι και σας διώξουν απ’ τις συναγωγές και σας χλευάσουν και δυσφημίσουν το όνομά σας εξαιτίας του Υιού του Ανθρώπου. Χαρείτε όταν συμβεί αυτό, κι απ’ τη χαρά σκιρτήστε· γιατί ο Θεός θα σας ανταμείψει με το παραπάνω.