skip to Main Content

Αγιος Παρθένιος Επίσκοπος Λαμψάκου (προστάτης των καρκινοπαθών, (7 Φεβρουαρίου)

Ο Όσιος Παρθένιος καταγόταν από κάποια κωμόπολη της Βιθυνίας και έζησε κατά τους χρόνους του Μεγάλου Κωνσταντίνου (324-337 μ.Χ.). Ήταν υιός του διακόνου της Εκκλησίας Μελιτοπόλεως Χριστοφόρου, από τον οποίο διδάχθηκε την Ορθόδοξη Πίστη.

Ο Άγιος από την παιδική του ηλικία προέκοπτε στην αρετή και την ευσέβεια. Ο τρόπος με τον οποίο ο Κύριος αλίευσε τους Αποστόλους, που ήταν ψαράδες, τον έκανε να αγαπήσει την αλιεία. Και όταν έριχνε τα δίχτυα στην Απολλωνιάδα λίμνη ή τα ανέσυρε γεμάτα ψάρια, αισθανόταν ότι εργαζόταν σε ένα από τα πλοιάρια του Αποστόλου Πέτρου ή του Ιωάννου.

Τα χρήματα που εισέπραττε από την πώληση των ψαριών δεν τα κρατούσε για τον εαυτό του αλλά τα μοίραζε στου πτωχούς από αγάπη προς αυτούς. Γι’ αυτό και όταν τον ευχαριστούσαν εκείνος έλεγε: «Διατί με ευχαριστείτε; Δεν έχω καμία τέτοια αξίωση. Μήπως είμαστε ξένοι; Εμείς είμαστε αδελφοί. Τι δε απλούστερο και φυσικότερο από το να βοηθά αδελφός τους αδελφούς;».

Για την ενάρετη αυτού παρουσία ο Επίσκοπος Μελιτοπόλεως Φίλιππος (η Φιλητός) τον χειροτόνησε Πρεσβύτερο. Αργότερα ο Επίσκοπος Κυζίκου Αχίλλιος (ή Ασχόλιος) τον χειροτόνησε Επίσκοπο Λαμψάκου.

Η αρετή και η ευσέβεια που έκρυβε στην ψυχή του ήταν τόσο πολύ μεγάλη, ώστε ο Θεός τον προίκισε με το χάρισμα της θαυματουργίας, για να μπορεί να εκδιώκει τους δαίμονες από τους ανθρώπους και να θεραπεύει κάθε είδους ασθένεια. Γι’ αυτό προσφεύγουν σε αυτόν ιδιαίτερα οι πάσχοντες από την επάρατη νόσο του καρκίνου. Ο Άγιος ήταν ο πράος, ο υπομονετικός, ο φιλόξενος, ο μακρόθυμος, ο άγγελος της ομόνοιας, ο ενθαρρύνων τους μετανοούντες, ο πρόθυμος για το ποίμνιό του.

Ο Όσιος Παρθένιος κοιμήθηκε με ειρήνη. Τμήμα της τιμίας κάρας αυτού φυλάσσεται στην ιερά μονή Μακρυμάλλη, της ιεράς Μητροπόλεως Χαλκίδος.

Αποστολικό Ανάγνωσμα

Πρωτότυπο Κείμενο (Β’ Κορ. 13:3-13)

Ἀδελφοί, ἐπεὶ δοκιμὴν ζητεῖτε τοῦ ἐν ἐμοὶ λαλοῦντος Χριστοῦ, ὃς εἰς ὑμᾶς οὐκ ἀσθενεῖ, ἀλλὰ δυνατεῖ ἐν ὑμῖν. Καὶ γὰρ εἰ ἐσταυρώθη ἐξ ἀσθενείας, ἀλλὰ ζῇ ἐκ δυνάμεως Θεοῦ· καὶ γὰρ καὶ ἡμεῖς ἀσθενοῦμεν ἐν αὐτῷ, ἀλλὰ ζησόμεθα σὺν αὐτῷ ἐκ δυνάμεων Θεοῦ εἰς ὑμᾶς. ῾Εαυτοὺς πειράζετε εἰ ἐστὲ ἐν τῇ πίστει, ἑαυτοὺς δοκιμάζετε· ἢ οὐκ ἐπιγνώσκετε ἑαυτοὺς ὅτι ᾿Ιησοῦς Χριστὸς ἐν ὑμῖν ἐστιν; εἰ μή τι ἀδόκιμοί ἐστε. Ἐλπίζω δὲ ὅτι γνώσεσθε ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἐσμεν ἀδόκιμοι. Εὔχομαι δὲ πρὸς τὸν Θεὸν μὴ ποιῆσαι ὑμᾶς κακὸν μηδέν· οὐχ ἵνα ἡμεῖς δόκιμοι φανῶμεν, ἀλλ᾿ ἵνα ὑμεῖς τὸ καλὸν ποιῆτε, ἡμεῖς δὲ ὡς ἀδόκιμοι ὦμεν. Οὐ γὰρ δυνάμεθά τι κατὰ τῆς ἀληθείας, ἀλλ᾿ ὑπὲρ τῆς ἀληθείας. Χαίρομεν γὰρ ὅταν ἡμεῖς μὲν ἀσθενῶμεν, ὑμεῖς δὲ δυνατοὶ ἦτε· τοῦτο δὲ καὶ εὐχόμεθα, τὴν ὑμῶν κατάρτισιν. Διὰ τοῦτο ταῦτα ἀπὼν γράφω, ἵνα παρὼν μὴ ἀποτόμως χρήσωμαι κατὰ τὴν ἐξουσίαν ἣν ἔδωκέ μοι ὁ Κύριος εἰς οἰκοδομὴν καὶ οὐκ εἰς καθαίρεσιν. Λοιπόν, ἀδελφοί, χαίρετε, καταρτίζεσθε, παρακαλεῖσθε, τὸ αὐτὸ φρονεῖτε, εἰρηνεύετε, καὶ ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ εἰρήνης ἔσται μεθ᾿ ὑμῶν. ᾿Ασπάσασθε ἀλλήλους ἐν ἁγίῳ φιλήματι· ἀσπάζονται ὑμᾶς οἱ ἅγιοι πάντες. ῾Η χάρις τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρός καὶ ἡ κοινωνία τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, όπως φαίνεται, ζητάτε απόδειξη ότι ο Χριστός μιλάει μέσω εμού. Κι αυτός ο Χριστός δεν παρουσιάζεται αδύναμος, αλλά δυνατός ανάμεσά σας. Γιατί αν και σταυρώθηκε σαν αδύναμος άνθρωπος, όμως με τη δύναμη του Θεού είναι ζωντανός. Το ίδιο κι εμείς μετέχου­με στην αδυναμία του Χριστού, όμως με τη δύναμη του Θεού θα ζήσουμε μαζί του ανάμεσά σας.

Να εξετάζετε τους εαυτούς σας αν έχετε την πίστη. Να δοκιμάζετε τους εαυτούς σας. Ή δεν καταλάβατε ακόμα καλά ότι ο Ιησούς Χριστός κατοικεί μέσα σας; Εκτός βέβαια αν αποτύχατε στη δοκιμασία. Ελπίζω να διαπιστώσετε ότι εμείς δεν αποτύχαμε στη δοκιμασία. Ευχόμαστε μάλιστα στο Θεό να μην κάνετε κανένα κακό. Όχι για να φανεί ότι εμείς πετύχαμε, αλλά για να κάνετε εσείς το καλό, κι εμείς ας φανούμε ότι δεν πετύχαμε. Γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα εναντίον της αλήθειας, αλλά για χάρη της αλήθειας. Χαιρόμαστε όταν εμείς είμαστε αδύνατοι κι εσείς είστε δυνατοί. Αυτό είναι κι η ευχή μας: να προκόβετε. Σας τα γράψω αυτά τώρα που δεν είμαι κοντά σας, ώστε όταν έρθω να μη χρησιμοποιήσω αυστηρότητα, σύμφωνα με την εξουσία που μου έδωσε ο Κύριος να χτίζω κι όχι να γκρεμίζω.

Λοιπόν, αδελφοί μου, να χαίρεστε, να προοδεύετε, να συμπαρα­στέκεστε ο ένας στον άλλο, να μην έχετε διαφωνίες, να έχετε ειρήνη, κι ο Θεός που χαρίζει την αγάπη και την ειρήνη θα είναι μαζί σας. Χαιρετήστε ο ένας τον άλλο με το άγιο φίλημα. Σας χαιρετούν όλοι οι χριστιανοί.  Η χάρη του Κυρίου Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος ας είναι μαζί με όλους σας. Αμήν.

___________________________________________________________________________

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα

Πρωτότυπο Κείμενο (Μκ. 4: 35 – 41)

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ Μαθηταῖς· Διέλθωμεν εἰς τὸ πέραν. Καὶ ἀφέντες τὸν ὄχλον, παραλαμβάνουσιν αὐτὸν ὡς ἦν ἐν τῷ πλοίῳ· καὶ ἄλλα πλοιάρια ἦν μετ᾿ αὐτοῦ. Καὶ γίνεται λαῖλαψ ἀνέμου μεγάλη· τὰ δὲ κύματα ἐπέβαλλεν εἰς τὸ πλοῖον, ὥστε αὐτὸ ἤδη γεμίζεσθαι. Καὶ ἦν αὐτὸς ἐπὶ τῇ πρύμνῃ, ἐπὶ τὸ προσκεφάλαιον καθεύδων· καὶ διεγείρουσιν αὐτὸν, καὶ λέγουσιν αὐτῷ· Διδάσκαλε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἀπολλύμεθα; Καὶ διεγερθεὶς ἐπετίμησε τῷ ἀνέμῳ, καὶ εἶπε τῇ θαλάσση· Σιώπα, πεφίμωσο. Καὶ ἐκόπασεν ὁ ἄνεμος, καὶ ἐγένετο γαλήνη μεγάλη. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Τί δειλοί ἐστε οὕτω; πῶς οὐκ ἔχετε πίστιν; Καὶ ἐφοβήθησαν φόβον μέγαν, καὶ ἔλεγον πρὸς ἀλλήλους· Τίς ἄρα οὗτός ἐστιν, ὅτι καὶ ὁ ἄνεμος καὶ ἡ θάλασσα ὑπακούουσιν αὐτῷ;  

Νεοελληνική Απόδοση

Το βράδυ εκείνης της ημέρας λεει ο Ιησούς στους μαθητές του: «Ας περάσουμε στην απέναντι όχθη». Κι αφού άφησαν τον κόσμο, πήραν τον Ιησού όπως ήταν σ’ ένα πλοιάριο κι έφυγαν. Κι άλλα πλοιάρια τον συνόδευαν. Τότε έγινε μεγάλη ανεμοθύελλα και τα κύματα χτυπούσαν πάνω στο πλοιάριο, με αποτέλεσμα ν’ αρχίσει να βυθίζεται. Ο Ιησούς ήταν στην πρύμνη και κοιμόταν πάνω σ’ ένα μαξιλάρι. Τον ξυπνούν και του λένε; «Διδάσκαλε, δε σε νοιάζει που χανόμαστε;» Εκείνος σηκώθηκε, επιτίμησε τον άνεμο και είπε στη θάλασσα; «Σώπα· φιμώσου!» Σταμάτησε τότε ο άνεμος κι έγινε απόλυ­τη γαλήνη. Είπε τότε στους μαθητές; «Γιατί είστε τόσο δειλοί; Ακόμη δεν πιστέψατε;» Τους κατέλαβε μεγάλο δέος κι έλεγαν μεταξύ τους; «Ποιος τάχα είναι αυτός, που κι ο άνεμος κι η θάλασσα τον υπακούν;»

Back To Top