skip to Main Content

Η Αγία Νεομάρτυς και Οσιομάρτυς Φιλοθέη η Αθηναία (19 Φεβρουαρίου)

Μαρτύρησε στις 19 Φεβρουαρίου 1589 στην Αθήνα

Η Αγία καταγόταν από τη σπουδαία οικογένεια των Μπενιζέλων. Γεννήθηκε δε με θαυματουργικό τρόπο, ύστερα από προσευχές των γονέων της προς την Υπεραγία Θεοτόκο , διότι για χρόνια δεν αποκτούσαν παιδί.

Φρόντισαν οι ευσεβείς γονείς της να την αναθρέψουν με επιμέλεια και να την μορφώσουν με την ανθρώπινη και θεία σοφία. Σε πολύ μικρή ηλικία την πάντρεψαν με ένα πλούσιο άρχοντα της Αθήνας , κατά πολύ μεγαλύτερό της, ο οποίος της συμπεριφερόταν με απάνθρωπη σκληρότητα και αυταρχικότητα. Η Αγία υπέμενε τη σκληρή συμπεριφορά του συζύγου της επί τρία ολόκληρα χρόνια . Τελικά ο σύζυγός της απεβίωσε ξαφνικά. Η αγία έμεινε πλέον στο πατρικό της σπίτι με τους γονείς της. Πολλοί νέοι τη ζήτησαν σε γάμο, όλα τα αρχοντόπουλα της Αθήνας και της περιοχής ,εκείνη όμως απέρριπτε όλες τις προτάσεις. Η αγία , απ’ ό,τι φαίνεται άλλα σκεπτόταν και ποθούσε.

Μετά τον θάνατο των γονέων της , ύστερα από δέκα χρόνια, έγινε μοναχή μαζί με τις υπηρέτριες του σπιτιού της και άλλες κοπέλλες που επιθυμούσαν τον μοναχικό βίο. Κατόπιν οράματος δε, ανήγειρε ναό προς τιμήν του Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου και Μονή εκεί όπου σήμερα είναι η Ι. Αρχιεπισκοπή Αθηνών.

Εάν η Αγία Φιλοθέη ήθελε απλώς να γίνει μοναχή, υπήρχαν πολλές μονές όπου θα μπορούσε να εγκαταβιώσει και μακριά από την Αθήνα. Όμως ο σκοπός της δεν ήταν να ζήσει μόνο την μοναχική ζωή αλλά να βοηθήσει τον λαό, ο οποίος δεινοπαθούσε κυριολεκτικά στη σκλαβιά των Τούρκων. Έτσι έφτιαξε το μοναστήρι της κάτω από την Ακρόπολη, μέσα στην πόλη.

Ήταν ένα μοναστήρι διαφορετικό από τα άλλα. Μέσα σε αυτό λειτουργούσε σχολείο, νοσοκομείο , γηροκομείο, ορφανοτροφείο, εργαστήρια εκμάθησης υφαντικής, κεντήματος. Εκεί τα παιδιά της Αθήνας μάθαιναν γράμματα, την πίστη τους και την ιστορία τους. Εκεί οι γυναίκες της Αθήνας και των περιχώρων μάθαιναν διάφορες τέχνες που τους ήταν χρήσιμες στην οικογένειά τους. Όταν παντρεύονταν ήξεραν να υφάνουν , να ράψουν τα ενδύματα για όλη την οικογένεια , ακόμη μπορούσαν να πωλήσουν, ώστε να έχουν οικονομική ευχέρεια , να πληρώνουν τον φόρο τους, να μην αναγκάζονται να εργάζονται στα τουρκόσπιτα και να κινδυνεύουν ποικιλοτρόπως.

Έτσι δημιουργήθηκε μια εμπορική κίνηση στην Αθήνα , με κέντρο το μοναστήρι της αγίας Φιλοθέης. Κοντά εξάλλου ήταν και ο Πειραιάς, το λιμάνι.

Πολλές Ρωμιές σκλάβες των Τούρκων, που πιέζονταν να αλλαξοπιστήσουν, κατέφευγαν στη μονή της Αγίας Φιλοθέης , η οποία τις δεχόταν, τις περιέθαλπε και τις έκρυβε σε ειδικά διαμορφωμένες κρύπτες .Στη συνέχεια ,ντυμένες μοναχές ,μέσα από τα μετόχια της Αττικής και των Κυκλάδων, έφευγαν ελεύθερες για τους τόπους τους.

Η Μονή είχε μεγάλη περιουσία, από την πατρική οικογένεια της Αγίας αλλά και από τον σύζυγό της, η οποία αυξανόταν συνεχώς με τις διάφορες δωρεές. Δυστυχώς υπήρχαν Ρωμιοί οι οποίοι υπέβλεπαν την αύξηση της περιουσίας της μονής και προσπαθούσαν να την καταπατήσουν , χωρίς να αντιλαμβάνονται το τεράστιο έργο το οποίο επιτελούσε η μονή. Υπήρξε ακόμη σύγκρουση και με τον Άγιο Τιμόθεο , επίσκοπο Ευρίπου, ιδρυτή της Ι. Μονής Πεντέλης. Τόση αναστάτωση δημιουργήθηκε ,ώστε το Οικουμενικό Πατριαρχείο αναγκάστηκε να στείλει ανώτατο αξιωματούχο του, για να εξετάσει επί τόπου την υπόθεση. Το αποτέλεσμα ήταν ευνοϊκό για την μονή της Αγίας.

Οι Τούρκοι ωστόσο γρήγορα αντελήφθησαν ότι κάτω από τα μάτια τους γινόταν ένα έργο – βόμβα για την εξουσία τους, Έτσι συνέλαβαν την Αγία, αν και ήταν ασθενής και την οδήγησαν στον βοεβόδα της Αθήνας, ο οποίος διέταξε να φυλακιστεί. Η μονή λεηλατήθηκε. Στις προτροπές του για εξώμοση η Αγία απάντησε με γενναιότητα ομολογώντας τον Χριστό Θεό αληθινό. Ο ηγεμόνας τότε διέταξε να βασανιστεί και να θανατωθεί. Επενέβησαν όμως οι πρόκριτοι των Αθηνών και με χρήματα κατόρθωσαν να την ελευθερώσουν.

Η Αγία ,για να μην επιβαρυνθούν οι άνθρωποι οικονομικά ,υποθήκευσε την περιουσία της μονής, ακόμη και τα ιερά σκεύη, για την εξεύρεση χρημάτων. Έστειλε μάλιστα επιστολή στην Γερουσία της Βενετίας και κατόρθωσε να πετύχει γενναία ετήσια οικονομική επιχορήγηση. Έτσι η Μονή του Αγίου Ανδρέα ανέκαμψε και συνέχιζε το έργο της χωρίς μάλιστα να κάνει διακρίσεις σε Τούρκους και Ρωμιούς.

Τελικά οι Τούρκοι , επειδή δεν μπορούσαν φανερά να πλήξουν την Αγία και να σταματήσουν το έργο της, λόγω του κύρους που είχε ανάμεσα στον λαό και της φήμης της, που εξαπλωνόταν πέρα από την Αττική , ενήργησαν διαφορετικά.

Στις 3 Οκτωβρίου, εορτή του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, πολιούχου των Αθηνών, η Αγία με κάποιες μοναχές έκαναν αγρυπνία στο μετόχι τους , τον Άγιο Ανδρέα στα Πατήσια . Πέντε Τούρκοι , καλυπτόμενοι από το σκοτάδι, όρμησαν στην εκκλησία , άρπαξαν την Αγία και την χτύπησαν τόσο πολύ που την άφησαν μισοπεθαμένη. Οι μοναχές την μετέφεραν στο άλλο τους μετόχι στην Καλογρέζα, όπου παρέμεινε κλινήρης, υποφέροντας από τους πόνους εξαιτίας του ξυλοδαρμού, χωρίς να μπορεί να σηκωθεί , μέχρι την 19η Φεβρουαρίου του 1589, που παρέδωσε την αγία της ψυχή.

Η μονή συνέχισε το έργο της , μέχρι που στα χρόνια της Επανάστασης του 21 λεηλατήθηκε , ερειπώθηκε και εγκαταλείφτηκε. Σήμερα υπάρχει ανακαινισμένος μόνο ο ναός στον περίβολο της Ι. Αρχιεπισκοπής Αθηνών.

Το τίμιο λείψανο της Αγίας, μετά την ανακομιδή, βρέθηκε ακέραιο να ευωδιάζει και να μυροβλύζει. Μέχρι σήμερα ευρίσκεται στον Ι. Μητροπολιτικό Ναό των Αθηνών.

Πρωτότυπο Κείμενο (Γαλ. 4:28-5:10)

Ἀδελφοί, ἡμεῖς κατὰ ᾿Ισαὰκ ἐπαγγελίας τέκνα ἐσμέν. Ἀλλ᾿ ὥσπερ τότε ὁ κατὰ σάρκα γεννηθεὶς ἐδίωκε τὸν κατὰ πνεῦμα, οὕτω καὶ νῦν. Ἀλλὰ τί λέγει ἡ γραφή; «Ἔκβαλε τὴν παιδίσκην καὶ τὸν υἱὸν αὐτῆς· οὐ μὴ γὰρ κληρονομήσει ὁ υἱὸς τῆς παιδίσκης μετὰ τοῦ υἱοῦ τῆς ἐλευθέρας». ῎Αρα, ἀδελφοί, οὐκ ἐσμὲν παιδίσκης τέκνα, ἀλλὰ τῆς ἐλευθέρας. Τῇ ἐλευθερίᾳ οὖν, ᾗ Χριστὸς ἡμᾶς ἠλευθέρωσε, στήκετε, καὶ μὴ πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε. ῎Ιδε ἐγὼ Παῦλος λέγω ὑμῖν ὅτι ἐὰν περιτέμνησθε, Χριστὸς ὑμᾶς οὐδὲν ὠφελήσει. Μαρτύρομαι δὲ πάλιν παντὶ ἀνθρώπῳ περιτεμνομένῳ ὅτι ὀφειλέτης ἐστὶν ὅλον τὸν νόμον ποιῆσαι. Κατηργήθητε ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ οἵτινες ἐν νόμῳ δικαιοῦσθε, τῆς χάριτος ἐξεπέσατε· ἡμεῖς γὰρ Πνεύματι ἐκ πίστεως ἐλπίδα δικαιοσύνης ἀπεκδεχόμεθα. Ἐν γὰρ Χριστῷ ᾿Ιησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία, ἀλλὰ πίστις δι᾿ ἀγάπης ἐνεργουμένη. ᾿Ετρέχετε καλῶς· τίς ὑμᾶς ἐνέκοψε τῇ ἀληθείᾳ μὴ πείθεσθαι; Ἡ πεισμονὴ οὐκ ἐκ τοῦ καλοῦντος ὑμᾶς. Μικρὰ ζύμη ὅλον τὸ φύραμα ζυμοῖ. Ἐγὼ πέποιθα εἰς ὑμᾶς ἐν Κυρίῳ ὅτι οὐδὲν ἄλλο φρονήσετε· ὁ δὲ ταράσσων ὑμᾶς βαστάσει τὸ κρῖμα, ὅστις ἂν ᾖ.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί μου, εμείς είμαστε παιδιά της υποσχέσεως του Θεού, όπως ο Ισαάκ. Όπως όμως τότε ο γεννημένος σύμφωνα με τη φυ­σική τάξη καταδίωκε τον γεννημένο σύμφωνα με την πνευματική τά­ξη, έτσι γίνεται και τώρα. Αλλά τι λέει η Γραφή; Δίωξε τη δούλη και το γιο της, γιατί δε θα γίνει κληρονόμος ο γιος της δούλης μαζί με το γιο της ελεύθερης. Δεν είμαστε, λοιπόν, αδελφοί μου, παιδιά δού­λης, αλλά της ελεύθερης γυναίκας.    Ο Χριστός μάς απελευθέρωσε για να είμαστε ελεύθεροι. Παρα­μένετε, λοιπόν, σταθεροί στην ελευθερία και μην ξαναμπαίνετε κάτω από ζυγό δουλείας. Ακούστε με, εγώ ο Παύλος σας το λέω: Αν περιτέμνεστε, ο Χριστός δε θα σας ωφελήσει σε τίποτε. Επίσης θυμίζω σ’ όποιον θέλει να περιτμηθεί, πως έχει υποχρέωση να τηρεί όλον το νόμο. Όσοι όμως από σας ψάχνετε να βρείτε τη σωτηρία στο νόμο δεν ανήκετε πια στο Χριστό, έχετε φύγει από τη χάρη του Θεού. Όσο για μας, εμείς με την πίστη που μας δίνει το Πνεύμα έχουμε στραμμένη την ελπίδα μας στην ευσπλαχνία του Θεού, που θα μας δικαιώσει την ημέρα της κρίσεως. Άλλωστε εκεί που κυριαρχεί ο Ιησούς Χριστός δεν έχει κα­μιά σημασία ούτε το να κάνεις περιτομή ούτε το να μην κάνεις, αλλά η πίστη στο Χριστό, που εκδηλώνεται έμπρακτα με αγάπη. Καλά πηγαίνατε. Ποιος σας έκοψε την ορμή και δεν πιστεύετε πια στην αλήθεια; Όσα σας είπαν για να σας μεταπείσουν δεν προέρ­χονται από το Θεό, που σας προσκαλεί. Είναι αρκετό λίγο προζύμι, για να φουσκώσει όλο το ζυμάρι. Εγώ βέβαια σας έχω εμπιστοσύ­νη. Ο Κύριος θα σας βοηθήσει να μην παρασυρθείτε. Όσο γι’ αυτόν που σας αναστατώνει, το κρίμα πάνω του, όποιος κι αν είναι.

Πρωτότυπο Κείμενο (Μκ. 6:54-7:8)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐξελθόντος τοῦ ᾿Ιησοῦ ἐκ τοῦ πλοίου, ἐπιγνόντες αὐτὸν οἱ τῆς γῆς Γεννησαρὲτ, περιέδραμον ὅλην τὴν περίχωρον ἐκείνην, καὶ ἤρξαντο ἐπὶ τοῖς κραβάττοις τοὺς κακῶς ἔχοντας περιφέρειν ὅπου ἤκουον ὅτι ἐκεῖ ἐστι. Καὶ ὅπου ἂν εἰσεπορεύετο εἰς κώμας ἢ πόλεις ἢ ἀγρούς, ἐν ταῖς ἀγοραῖς ἐτίθουν τοὺς ἀσθενοῦντας, καὶ παρεκάλουν αὐτὸν, ἵνα κἂν τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ ἅψωνται· καὶ ὅσοι ἂν ἥπτοντο αὐτοῦ, ἐσῴζοντο. Καὶ συνάγονται πρὸς αὐτὸν οἱ Φαρισαῖοι, καί τινες τῶν Γραμματέων, ἐλθόντες ἀπὸ ῾Ιεροσολύμων· καὶ ἰδόντες τινὰς τῶν Μαθητῶν αὐτοῦ κοιναῖς χερσί, (τοῦτ᾿ ἔστιν ἀνίπτοις) ἐσθίοντας ἄρτους, ἐμέμψαντο. (Οἱ γὰρ Φαρισαῖοι, καὶ πάντες οἱ ᾿Ιουδαῖοι, ἐὰν μὴ πυγμῇ νίψωνται τὰς χεῖρας, οὐκ ἐσθίουσι, κρατοῦντες τὴν παράδοσιν τῶν Πρεσβυτέρων· καὶ ἀπὸ ἀγορᾶς, ἐὰν μὴ βαπτίσωνται, οὐκ ἐσθίουσι· καὶ ἄλλα πολλά ἐστιν ἃ παρέλαβον κρατεῖν, βαπτισμοὺς ποτηρίων, καὶ ξεστῶν, καὶ χαλκίων καὶ κλινῶν). Ἔπειτα ἐπερωτῶσιν αὐτὸν οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ Γραμματεῖς· Διὰ τί οἱ Μαθηταί σου οὐ περιπατοῦσι κατὰ τὴν παράδοσιν τῶν Πρεσβυτέρων, ἀλλ᾿ ἀνίπτοις χερσὶν ἐσθίουσι τὸν ἄρτον; Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς, εἶπεν αὐτοῖς· Ὅτι καλῶς προεφήτευσεν ῾Ησαΐας περί ὑμῶν τῶν ὑποκριτῶν· ὡς γέγραπται· Οὗτος ὁ λαὸς τοῖς χείλεσί με τιμᾷ, ἡ δὲ καρδία αὐτῶν πόρρω ἀπέχει ἀπ᾿ ἐμοῦ· Μάτην δὲ σέβονταί με, διδάσκοντες διδασκαλίας, ἐντάλματα ἀνθρώπων. Ἀφέντες γὰρ τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ, κρατεῖτε τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων.

Νεοελληνική Απόδοση

 Όταν βγή­καν από το πλοιάριο, αμέσως ο κόσμος αναγνώρισε τον Ιησού, και έτρεξαν γύρω σ’ όλη την περιοχή εκείνη κι άρχισαν να φέρνουν τους αρρώστους πάνω στα κρεβάτια τους, όπου μάθαιναν ότι είναι ο Ιησούς. Κι όπου έμπαινε, σε χωριά ή σε πόλεις ή στην ύπαιθρο, τοποθετούσαν τους αρρώστους στις αγορές και τον παρακαλούσαν να τους επιτρέψει ν’ αγγίξουν έστω και την άκρη από τα ρούχα του. Κι όσοι τον άγγιζαν θεραπεύονταν. Οι Φαρισαίοι και μερικοί γραμματείς που είχαν έρθει από τα Ιεροσόλυμα, μαζεύτηκαν γύρω από τον Ιησού. Κι όταν παρατήρησαν ότι μερικοί από τους μαθητές του έτρωγαν ψωμί με ακάθαρτα χέρια, δηλαδή χωρίς προηγουμένως να τα πλύνουν, τους κατέκριναν. (Οι Φαρισαίοι κι όλοι οι Ιουδαίοι δεν τρώνε αν δεν πλύνουν πρώτα τα χέρια τους, τηρώντας έτσι την παράδοση των προγόνων τους. Επίσης, όταν επιστρέφουν από την αγορά, δεν τρώνε αν δεν κάνουν πρώτα καθαρμούς. Και πολλά άλλα τηρούν κατά την παράδοσή τους, όπως τον καθαρμό ποτηριών και σκευών και χάλκινων αντικει­μένων και κρεβατιών). Ρωτούν λοιπόν οι Φαρισαίοι και οι γραμμα­τείς τον Ιησού; «Γιατί δε ζουν οι μαθητές σου σύμφωνα με την παρά­δοση των προγόνων, αλλά τρώνε με ακάθαρτα χέρια;” Κι εκείνος τους απάντησε; «Πολύ σωστά προφήτευε για σας τους υποκριτές ο Ησαΐας, που γράφει; Αυτός ο λαός με τα χείλη με τιμάει, η καρδιά τους όμως βρίσκεται πολύ μακριά μου. Δεν ωφελεί που με λατρεύουν, αφού διδάσκουν εντολές που επινόησαν οι άνθρωποι. Αφήνετε κατά μέρος την εντολή του Θεού και τηρείτε ανθρώπινες παραδόσεις, όπως είναι οι καθαρμοί σκευών και ποτηριών, και κάνετε πολλά άλλα παρόμοια μ’ αυτά». 

Back To Top