skip to Main Content

Πέμπτη, 12η Σεπτεμβρίου 2024

Απόδοσις της εορτής του Γενεσίου της Θεοτόκου. Ιερομαρτύρων Αυτονόμου (1) (†313) και Κουρνούτου επισκόπου Ικονίου (†γ΄αι.). Μαρτύρων Θεοδούλου, Θεοδώρου επισκόπου Αλεξανδρείας, Ιουλιανού, Μακεδονίου, Τατιανού και Ωκεανού. Οσίων Ανδρόνικου του εν Ατρώα και Δανιήλ του εν Θάσω.

(1) Ο Άγιος Αυτόνομος ήταν επίσκοπος στην Ιταλία και είχε στην επισκοπή του πλούσια χριστιανική δράση. Όταν άρχισε ο διωγμός του Διοκλητιανού εγκατέλειψε τη θέση του, και πήγε στους Σώρεους της Μ. Ασίας. Εκεί εγκαταστάθηκε στο σπίτι ενός χριστιανού, του Κορνήλιου και συνέχιζε να διδάσκει το Ευαγγέλιο. Στη συνέχεια μετέβη στην Λυκαονία και στην Ισαυρία για να συνεχίσει το έργο του. Πριν ξεκινήσει το ταξίδι του χειροτόνησε διάκονο τον Κορνήλιο. Ύστερα από καιρό όταν επέστρεψε στους Σωρεούς, και είδε το εξαιρετικό ποιμαντικό έργο που είχε κάνει να ασπαστούν τον χριστιανισμό πολλοί άνθρωποι, τον χειροτόνησε ιερέα. Αφού επισκέφτηκε πολλές περιοχές στον Εύξεινο Πόντο επέστρεψε πάλι κοντά στον Κορνήλιο και τον χειροτόνησε επίσκοπο. Το θεάρεστο έργο πού έχει κάνει ο άγιος Αυτόνομος εξόργισε τους ειδωλολάτρες, οι οποίοι τον σκότωσαν με λιθοβολισμό την ώρα πού λειτουργούσε μέσα στο ναό.Αποστολικό Ανάγνωσμα

Αποστολικό Ανάγνωσμα

Πρωτότυπο Κείμενο (Β’ Κορ. 7: 1-10)

Ἀδελφοί, καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ. Χωρήσατε ἡμᾶς· οὐδένα ἠδικήσαμεν, οὐδένα ἐφθείραμεν, οὐδένα ἐπλεονεκτήσαμεν. Οὐ πρὸς κατάκρισιν λέγω· προείρηκα γὰρ ὅτι ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν ἐστε εἰς τὸ συναποθανεῖν καὶ συζῆν. Πολλή μοι παρρησία πρὸς ὑμᾶς, πολλή μοι καύχησις ὑπὲρ ὑμῶν πεπλήρωμαι τῇ παρακλήσει, ὑπερπερισσεύομαι τῇ χαρᾷ ἐπὶ πάσῃ τῇ θλίψει ἡμῶν. Καὶ γὰρ ἐλθόντων ἡμῶν εἰς Μακεδονίαν οὐδεμίαν ἔσχηκεν ἄνεσιν ἡ σὰρξ ἡμῶν, ἀλλ᾿ ἐν παντὶ θλιβόμενοι· ἔξωθεν μάχαι, ἔσωθεν φόβοι. Ἀλλ᾿ ὁ παρακαλῶν τοὺς ταπεινοὺς παρεκάλεσεν ἡμᾶς ὁ Θεὸς ἐν τῇ παρουσίᾳ Τίτου· οὐ μόνον δὲ ἐν τῇ παρουσίᾳ αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ ἐν τῇ παρακλήσει ᾗ παρεκλήθη ἐφ᾿ ὑμῖν, ἀναγγέλλων ἡμῖν τὴν ὑμῶν ἐπιπόθησιν, τὸν ὑμῶν ὀδυρμόν, τὸν ὑμῶν ζῆλον ὑπὲρ ἐμοῦ, ὥστε με μᾶλλον χαρῆναι, ὅτι εἰ καὶ ἐλύπησα ὑμᾶς ἐν τῇ ἐπιστολῇ, οὐ μεταμέλομαι, εἰ καὶ μετεμελόμην· βλέπω γὰρ ὅτι ἡ ἐπιστολὴ ἐκείνη, εἰ καὶ πρὸς ὥραν, ἐλύπησεν ὑμᾶς. Νῦν χαίρω, οὐχ ὅτι ἐλυπήθητε, ἀλλ᾿ ὅτι ἐλυπήθητε εἰς μετάνοιαν· ἐλυπήθητε γὰρ κατὰ Θεόν, ἵνα ἐν μηδενὶ ζημιωθῆτε ἐξ ἡμῶν.Ἡ γὰρ κατὰ Θεὸν λύπη μετάνοιαν εἰς σωτηρίαν ἀμεταμέλητον κατεργάζεται.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, έχουμε αυτές τις υποσχέσεις, ας κα­θαρίσουμε τους εαυτούς μας από καθετί που μολύνει το σώμα και την ψυχή. Ας ζήσουμε μια άγια ζωή με φόβο Θεού. Δώστε μας λίγο χώρο στην καρδιά σας. Κανέναν δεν αδικήσαμε, κανέναν δεν καταστρέψαμε, κανέναν δεν εκμεταλλευτήκαμε. Δεν τα λέω αυτά για να σας κατακρίνω· σας είπα και πρωτύτερα ότι είστε μέσα στην καρδιά μας, είστε ενωμένοι μαζί μας στη ζωή και στο θάνατο. Σας μιλάω τελείως ανοιχτά. Είμαι πολύ περήφανος για σας. Η συμ­περιφορά σας με γέμισε παρηγοριά. Η χαρά μου ξεχείλισε και σκέπα­σε όλες τις στενοχώριες που περνάμε. Όταν ήρθαμε στη Μακεδονία, πουθενά δε βρήκαμε ησυχία. Αντίθετα, από παντού μας περίμεναν δυσκολίες· πόλεμοι απ’ έξω, ανη­συχίες από μέσα. Ο Θεός όμως, που παρηγορεί τους ταπεινούς, πα­ρηγόρησε κι εμάς με την παρουσία του Τίτου. Κι όχι μόνο με την πα­ρουσία του, αλλά και με την παρηγοριά που του δώσατε. Μας είπε για την έντονη επιθυμία σας, τα κλάματά σας και το ζήλο σας για μένα. Αυτό μ’ έκανε να χαρώ ακόμα περισσότερο. Γιατί, αν και σας στενοχώρησα με το γράμμα μου, δε μετανιώνω. Αν και τότε υπήρχε λόγος να μετανιώσω — γιατί βλέπω πως το γράμμα εκείνο, έστω και προσω­ρινά, σας λύπησε — τώρα όμως χαίρομαι, όχι γιατί στενοχωρηθήκατε, αλλά γιατί η στενοχώρια εκείνη, που την αντιμετωπίσατε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, σάς οδήγησε στη μετάνοια. Έτσι, δε ζημιω­θήκατε σε τίποτε από μας. Γιατί η λύπη που αντιμετωπίζεται σύμφω­να με το θέλημα του Θεού οδηγεί στη μετάνοια· κι αυτή καταλήγει στη σωτηρία, για την οποία κανένας δε μετανιώνει. Αντίθετα, η λύπη που προέρχεται από ανθρώπινα προβλήματα οδηγεί στο θάνατο. 

___________________________________________________________________________

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα

Πρωτότυπο Κείμενο (Μκ. 1: 29-35)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἦλθεν ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς τὴν οἰκίαν Σίμωνος καὶ ᾿Ανδρέου, μετὰ ᾿Ιακώβου καὶ ᾿Ιωάννου. Ἡ δὲ πενθερὰ Σίμωνος κατέκειτο πυρέσσουσα· καὶ εὐθέως λέγουσιν αὐτῷ περὶ αὐτῆς. Καὶ προσελθὼν ἤγειρεν αὐτὴν, κρατήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς· καὶ ἀφῆκεν αὐτὴν ὁ πυρετὸς εὐθέως· καὶ διηκόνει αὐτοῖς. ᾿Οψίας δὲ γενομένης, ὅτε ἔδυ ὁ ἥλιος, ἔφερον πρὸς αὐτὸν πάντας τοὺς κακῶς ἔχοντας καὶ τοὺς δαιμονιζομένους. Καὶ ἡ πόλις ὅλη ἐπισυνηγμένη ἦν πρὸς τὴν θύραν. Καὶ ἐθεράπευσε πολλοὺς κακῶς ἔχοντας ποικίλαις νόσοις· καὶ δαιμόνια πολλὰ ἐξέβαλε, καὶ οὐκ ἤφιε λαλεῖν τὰ δαιμόνια, ὅτι ᾔδεισαν αὐτὸν Χριστὸν εἶναι. Καὶ πρωῒ, ἔννυχα λίαν, ἀναστὰς ἐξῆλθε· καὶ ἀπῆλθεν εἰς ἔρημον τόπον, κἀκεῖ προσηύχετο.

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνο τον καιρό, ήρθε ο Ιησούς στο σπίτι του Σίμωνα και του Ανδρέα, με τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. Αμέσως λένε στον Ιησού για την πεθερά του Σίμωνα, που ήταν στο κρεβάτι με πυρετό. Ο Ιησούς την πλησίασε, την έπιασε από το χέρι και τη σήκωσε. Ο πυρετός τότε την άφησε αμέσως, κι αυτή τους υπηρετούσε. Κατά το δειλινό, όταν έδυσε ο ήλιος, του έφεραν όλους τους αρ¬ρώστους και τους δαιμονισμένους, Κι όλοι οι κάτοικοι της πόλης εί¬χαν μαζευτεί μπροστά στην πόρτα. Ο Ιησούς θεράπευσε πολλούς που υπέφεραν από διάφορες αρρώστιες, κι έβγαλε πολλά δαιμόνια· δεν άφηνε όμως τα δαιμόνια να μιλούν, γιατί τον αναγνώριζαν ότι εί¬ναι ο Μεσσίας. Το πρωί, πολύ πριν ακόμα φέξει, ο Ιησούς βγήκε έξω και πήγε σ’ ένα ερημικό μέρος, κι εκεί προσευχόταν.

Back To Top