«Δανείζει η Παναγία σάρκα στον Θεό Λόγο και τον καταντά χρεώστη στον εαυτό της»
του Διακόνου Θεοφάνη Παπαντωνίου
Τι να γράψουμε και τι να πούμε για τη Θεοτόκο και Μητέρα του Φωτός, την ασύγκριτα πολυαγαπημένη μας μάνα, για την παρρησία που έλαβε από τον Υιό της και τη δόξα που έχει ως Μητέρα του Θεού; Αυτή που είναι «τῶν Ἀσωμάτων τό ἆσμα, τῶν πιστών τό ἐγκαλλώπισμα», είναι ουρανός και ναός της Θεότητος, έριξε το εμπόδιο της έχθρας του αμαρτωλού ανθρώπου και της απόστασης που είχε με τον Θεό, επανέφερε την ειρήνη στον κόσμο και άνοιξε τις πύλες για την Βασιλεία των Ουρανών, ώστε, όσοι αγαπήσουν τον Υιό της, να μπορούν να εισέλθουν.
Ως αείζωο κλωνάρι της παρθενίας, η Θεοτόκος, γεννάται από ζευγάρι ξεχωριστό και ευλογημένο, τον Ιωακείμ και την Άννα. Ζητούσε αυτό το ευλογημένο ζεύγος, ως ολοκάθαρη πηγή που δεν ανέβλυζε νερό, από τον Θεό να τους χαρίσει τέκνο και να το προσφέρουν σε Αυτόν. Και ο Θεός έδωσε την Κόρη, την νέα ζύμη για τη θεία ανάπλαση του σύμπαντος κόσμου. «Προσευχήθηκαν μέσα στον παράδεισο και γέννησαν παράδεισο, πολύ πιο μακάριο από τον προηγούμενο». Όντως δεν διστάζουν και η μονάκριβη κόρη τους εισέρχεται στα Άγια των αγίων, την χαρίζουν στον Θεό όπως έταξαν.
Συλλαμβάνει η Παρθένος τον πλάστη και Θεό της, γεννά αυτόν που βλέπουν τα Χερουβείμ, τα τάγματα των αγγέλων, που φρίττουν και δοξολογούν. Αυτόν, που δημιούργησε τα πάντα και δεν χωράει πουθενά, κατέβηκε από τους Ουρανούς και με τη σαρκική του επιφάνεια ανυψώνει τη δική μας φύση ανακαινισμένη, στο ύψος που της αρμόζει και έχει πλασθεί να είναι.
Είναι και ονομάζεται Θεοτόκος, γιατί μέσα της χωρείται ο Υιός του Θεού, ως τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, που είναι ενυπόστατος και συναιώνιος με τον Πατέρα. Γεννά τον αληθινό Θεό η Παρθένος, ο ίδιος ο Λόγος του Θεού ενδύεται την ευπρέπεια, παίρνει σάρκα από τα αίματά της και τη θεώνει χωρίς να της επιφέρει τροπή, κατά ένα τρόπο ανερμήνευτο και υπερφυσικό.
Δανείζει η Παναγία σάρκα στον Θεό Λόγο και τον καταντά χρεώστη στον εαυτό της, τον Υιό του Θεού. Πλέον ένα φυσικό δάνειο παίρνει μέρος μεταξύ της Παναγίας και του Θεού, είναι το δάνειο της σάρκας που προσλαμβάνει ο Θεός Λόγος για να γίνει η ανθρωπότητα του Χριστού και είναι για πάντα. Ώστε πλέον ο Υιός του Θεού και Υιός της Παρθένου γίνεται, οφείλει να την δοξάζει για την προσφορά της όσο κανένα άλλο κτίσμα, καθώς και να ακούει τις ικεσίες της. Δανείζει τη σάρκα της η Θεοτόκος και ως αντάλλαγμα της αφθαρσίας παρέχει τροφή στο άυλο πυρ και δεν καίγεται, όπως ακριβώς και η φλεγόμενη αλλά όχι καιόμενη βάτος, όπως η βλαστήσασα ράβδος του Ααρών. Υφαίνει η Παναγία μας με τα παρθενικά αίματα της την σαρκική στολή του Θεού Λόγου.
Καθίσταται, λοιπόν, με την εκούσια συμμετοχή της, εκτός από έργο της Τριάδος και έργο δικό της. Δεν ήτανε ένα παθητικό όργανο, αλλά συνείργησε, ολόθυμα συμμετέχει και προσφέρει το σώμα της για τη σωτηρία των ανθρώπων, ως όργανο της βουλής του Θεού. Διακονεί και υπουργεί το σωτήριο σχέδιο της θείας Οικονομίας για την σωτηρία και την κατά χάριν θέωση του ανθρώπου, είναι η αιτία που όλα θεοποιούνται, που ενώνεται το κτιστό με το άκτιστο με την ελεύθερη κατάφασή της στην κλήση του Θεού.
Η Πάρθενος που η παρθενία της παρέμεινε άθικτη εσαεί, τώρα κατά τη κοίμηση και τη μετάσταση της το σώμα της μένει αδιάλυτο, και μετατίθεται σε σκηνή ανώτερη και θεϊκότερη. Εκεί, ως υιός που τιμά την μητέρα του, υποδέχεται ο Χριστός την Θεοτόκο Μαρία. Γι’ αυτό, κατά τον Ιωάννη τον Δαμασκηνό, δεν θα ονομάσουμε θάνατο τη μετάστασή της, αλλά κοίμηση ή ενδημία, για την μετάβασή της προς τα ανώτερα, στον θρόνο το βασιλικό του Λόγου του Θεού και Υιού της, και ήταν, είναι και θα είναι πάντοτε «του κόσμου ευλογία, αγιασμός των πάντων, των κουρασμένων η άνεση, όσων πενθούν η παρηγοριά, η θεραπεία των αρρώστων, το λιμάνι των θαλασσοδαρμένων, η συγχώρηση των αμαρτωλών, η γλυκιά παρηγοριά των λυπημένων, η πρόθυμη βοήθεια για όλους όσους σε ζητούν».