Κυριακή του Πάσχα, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Ιω. α΄ 1-17 (05-05-2024)
Πρεσβυτέρου Χαρίτωνος Θεοδώρου
Πρωτότυπο Κείμενο
Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος. Οὗτος ἦν ἐν ἀρχῇ πρὸς τὸν Θεόν. Πάντα δι’ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἓν ὃ γέγονεν. Ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν, καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων. Καὶ τὸ φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν. Ἐγένετο ἄνθρωπος ἀπεσταλμένος παρὰ Θεοῦ, ὄνομα αὐτῷ Ἰωάννης· οὗτος ἦλθεν εἰς μαρτυρίαν, ἵνα μαρτυρήσῃ περὶ τοῦ φωτός, ἵνα πάντες πιστεύσωσι δι’ αὐτοῦ. Οὐκ ἦν ἐκεῖνος τὸ φῶς, ἀλλ’ ἵνα μαρτυρήσῃ περὶ τοῦ φωτός. Ἦν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ὃ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον. Ἐν τῷ κόσμῳ ἦν, καὶ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω. Εἰς τὰ ἴδια ἦλθε, καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον. Ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, τοῖς πιστεύουσιν εἰς τὸ ὄνομα αὐτοῦ, οἳ οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδὲ ἐκ θελήματος σαρκός, οὐδὲ ἐκ θελήματος ἀνδρός, ἀλλ’ ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν. Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας. Ἰωάννης μαρτυρεῖ περὶ αὐτοῦ καὶ κέκραγε λέγων· οὗτος ἦν ὃν εἶπον, ὁ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἔμπροσθέν μου γέγονεν, ὅτι πρῶτός μου ἦν. Καὶ ἐκ τοῦ πληρώματος αὐτοῦ ἡμεῖς πάντες ἐλάβομεν, καὶ χάριν ἀντὶ χάριτος· ὅτι ὁ νόμος διὰ Μωυσέως ἐδόθη, ἡ χάρις καὶ ἡ ἀλήθεια διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο.
Νεοελληνική Απόδοση
Απ’ όλα πριν υπήρχε ο Λόγος κι ο Λόγος ήτανε με τον Θεό, κι ήταν Θεός ο Λόγος. Απ’ την αρχή ήταν αυτός με τον Θεό. Τα πάντα δι’ αυτού δημιουργήθηκαν κι απ’ όσα έγιναν τίποτα χωρίς αυτόν δεν έγινε. Αυτός ήτανε η ζωή, και ήταν η ζωή αυτή το φως για τους ανθρώπους. Το φως αυτό έλαμψε μέσα στου κόσμου το σκοτάδι, μα το σκοτάδι δεν το δέχτηκε. Ο Θεός έστειλε έναν άνθρωπο που τον έλεγαν Ιωάννη· αυτός ήρθε ως μάρτυρας για να κηρύξει ποιος είναι το φως, ώστε με τα λόγια του να πιστέψουν όλοι. Δεν ήταν ο ίδιος το φως, ήρθε όμως για να πει ποιος είναι το φως. Ο Λόγος ήταν το αληθινό το φως, που καθώς έρχεται στον κόσμο φωτίζει κάθε άνθρωπο. Μέσα στον κόσμο ήταν, κι ο κόσμος δι’ αυτού δημιουργήθηκε, μα δεν τον αναγνώρισε ο κόσμος. Ήρθε στον τόπο το δικό του, και οι δικοί του δεν τον δέχτηκαν. Σ’ όσους όμως τον δέχτηκαν και πίστεψαν σ’ αυτόν, έδωσε το δικαίωμα να γίνουν παιδιά του Θεού. Απ’ το Θεό γεννήθηκαν αυτοί και όχι από γυναίκας αίμα, ούτε από επιθυμία ανθρώπινη ή επιθυμία άντρα. Ο Λόγος έγινε άνθρωπος κι έστησε τη σκηνή του ανάμεσά μας και είδαμε τη θεϊκή του δόξα, τη δόξα που ο μοναχογιός την έχει απ’ τον Πατέρα, ήρθε γεμάτος χάρη θεϊκή κι αλήθεια για μας. Ο Ιωάννης είπε επίσημα τη γνώμη του γι’ αυτόν και τη διακήρυξε λέγοντας: «Γι’ αυτόν ήταν που είπα, “εκείνος που έρχεται ύστερα από μένα είναι ανώτερός μου, γιατί υπήρχε πριν από μένα”». Απ’ το δικό του πλούτο πήραμε όλοι εμείς τη μια δωρεά πάνω στην άλλη. Ο νόμος δόθηκε δια του Μωυσέως, η χάρη η θεϊκή όμως και η αλήθεια ήρθε σ’ εμάς δια του Ιησού Χριστού.
Εισαγωγικά
Το Kατά Ιωάννη Ευαγγέλιο είναι το εκτενέστερο και θεολογικότερο βιβλίο της Καινής Διαθήκης. Συγγραφέας του είναι ο ίδιος ο μαθητής και Απόστολος του Ιησού Χριστού, ο αγαπητός μαθητής Ιωάννης. Κύριος στόχος του Ευαγγελίου του είναι η εκτενέστερη αλλά και θεολογικότερη αναφορά με τη ζωή, δράση και διδασκαλία του Ιησού Χριστού. Η συγγραφή πιθανότατα έγινε στην Έφεσο. Το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο χωρίζεται ως εξής: Πρόλογος: Η πρώτη έλευση του Χριστού (1:1-18). Ο πρώτος χρόνος δράσης του Χριστού (1:19-4:54). Ο δεύτερος χρόνος δράσης του Χριστού (5). Ο δεύτερος χρόνος δράσης του Χριστού (6-11). Γαλιλαία. (6) Ιερουσαλήμ (7:1-10:39) Περαία (10:40-11:57) Η διακονία του Χριστού προς τους δικούς του (12-17). Το πάθος και ο θάνατος του Χριστού (18-19). Επίλογος: Ο αναστημένος Χριστός με τους δικούς του (20-21).
Σχολιασμός
Στην αναστάσιμη θεία λειτουργία διαβάζεται το εντυπωσιακό προοίμιο του κατά Ιωάννην ιερού Ευαγγελίου, στο οποίο ο Ευαγγελιστής Ιωάννης με συντομία μας παρουσιάζει το μυστήριο του Θείου Λόγου. Τονίζει και κηρύττει ότι ο Ιησούς Χριστός δεν είναι απλά ένας άνθρωπος, αλλά είναι ο ίδιος ο Θεός, ο προαιώνιος Υιός και Λόγος του Θεού. Ως τέλειος Θεός είναι πάντοτε ενωμένος με τον Θεό-Πατέρα. Αποτελεί πηγή ζωής, είναι δημιουργός των πάντων αλλά και το φως το οποίο με την λάμψη που εκπέμπει φωτίζει πνευματικά τους ανθρώπους. Για το λόγο αυτό του Θεού, Πρόδρομος υπήρξε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής που, ως απεσταλμένος του Θεού, με το κήρυγμά του προετοίμασε τον δρόμο ώστε να πιστέψουν οι άνθρωποι σ’ αυτόν, που είναι το τέλειο φως, που φωτίζει κάθε άνθρωπο. Γι’ αυτό και ο Λόγος «σάρξ ἐγένετο». Ο Θεός ήλθε από τον ουρανό και έγινε άνθρωπος. Όμως οι βυθισμένοι από την αμαρτία άνθρωποι δεν τον αναγνώρισαν ως δημιουργό τους. Μάλιστα εισέπραξε από τους Ιουδαίους την καταδίωξη και την εχθρική συμπεριφορά προς το πρόσωπο του. Πολεμήθηκε σκληρά, οδηγήθηκε στο θάνατο. Αλλά «ἡ σκοτία αὐτό οὐ κατέλαβε». Το σκοτάδι δεν μπόρεσε να κυριαρχήσει επάνω στο φως, στον Ιησού Χριστό. Όταν κατέβηκε ο ζωοδότης Κύριος μέσα στο βασίλειο του θανάτου, τότε «τόν Ἅδην ἐνέκρωσε τῇ ἀστραπῇ τῆς θεότητος».
Στα κατασκότεινα δεσμωτήρια των ψυχών το φως το αληθινό διέλυσε το σκοτάδι. Ο Χριστός ως Θεάνθρωπος σύντριψε τον δυνάστη των εγκλωβισμένων ψυχών, και μαζί του ελευθερώθηκαν και όλοι οι νεκροί που κρατούσε φυλακισμένους. Με την Ανάσταση του Χριστού ο θάνατος καταργείται, μαζί του και ο διάβολος. Αναστήθηκε, και φανέρωσε θριαμβευτικά σ’ όλη την ανθρωπότητα ότι αυτός είναι ο νικητής του θανάτου, της φθοράς και του διαβόλου, ο αιώνιος κυρίαρχος και παντοδύναμος Θεός, το Α και το Ω, η αρχή και το τέλος, το αιώνιο Φως. Την αναστάσιμη αυτή δόξα του Χριστού στην οποία αναφέρεται και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην παρούσα ευαγγελική περικοπή θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε στη συνέχεια.
Η Δόξα της Ανάστασης
«ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός»
Το αδιαμφισβήτητο γεγονός της Ανάστασης αποκάλυψε τη δόξα της θεότητας του Κυρίου με τον πλέον μοναδικό τρόπο. Γι’ αυτό και στο ευαγγελικό ανάγνωσμα το όποιο αναγιγνώσκεται στη θεία λειτουργία το Πάσχα, ακούμε τον άγιο ευαγγελιστή Ιωάννη να ομολογεί εκ μέρους όλων των μαθητών του Χριστού: «Και έθεασάμεθα τήν δόξαν αυτού». Η Θεολογία του Ευαγγελιστή Ιωάννη αναφέρεται στη δόξα του μονογενούς Υιού του Θεού, του προαιώνιου Θεού Λόγου. Η δόξα αυτή του Ιησού Χριστού δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο Σταυρός και η ένδοξη Ανάσταση του.
Βαθειά ταπείνωση και αναρίθμητη δόξα, καταφρόνηση από πλευράς των αρχόντων και του αποστάτη λαού, απερίγραφτη τιμή και δόξα εκ μέρους του ουράνιου Πατέρα. Ραπισμοί, εξευτελισμός, αλλά και σταύρωση. Θριαμβευτική ανάσταση, ένδοξη ανάληψη, καθέδρα εκ δεξιών του θρόνου του Πατρός. Χαρά μεγάλη πλημμύρησε τις καρδίες των εχθρών του Χριστού, οι σύνεδροι πανηγύριζαν την κακούργο νίκη τους. Τρόμος και πανικός με την πληροφόρηση της Ανάστασης. Αυτοί ηττήθηκαν, ο Χριστός νίκησε. Οι εχθροί του υπέστησαν φοβερό εξευτελισμό, ο Χριστός δοξάστηκε. Την δόξα αυτή του Χριστού την είδαν, την θαύμασαν, την απόλαυσαν οι μαθητές ειδικά κατά την Ανάσταση. Κατακυριευμένοι από χαρά και ενθουσιασμό και ιερή καύχηση διακήρυτταν προς όλο το κόσμο «ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ» .
Είναι αλήθεια ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός, το δεύτερο πρόσωπο της Α¬γίας Τριάδος, ήλθε στη γη και «έσκήνωσεν έν ήμίν» κάτω από τις πλέον ταπεινές συνθήκες. Γεννήθηκε ταπεινά σε μια φάτνη, μεγάλωσε μέσα στην αφάνεια και όταν άρχισε τη δημόσια δράση του περιόδευε τις πόλεις και τα χωριά συναναστρεφόμενος απλούς και αγράμματους ανθρώπους. Όμως οι μαθητές πού ήταν μαζί του και όσοι τον ακολουθούσαν, είδαν σε πολλές περιπτώσεις να φανερώνεται ή θεϊκή του δόξα. Πρώτον με τη διδασκαλία του, ή οποία ήταν μοναδική και αξε¬πέραστη και έκανε τα πλήθη να κρέμονται από τα χείλη του. Ό Κύριος δίδασκε «ώς έξουσίαν έχων, και ούχ ως οι γραμματείς» (Ματθ.7,29), και όλοι ομολογούσαν ότι ουδέποτε μίλησε κάποιος άνθρωπος όπως Εκείνος (Ιωάν. 7,46). Έπειτα με τα αναρίθμητα θαύματα του, τα όποια προκαλούσαν κατάπληξη ακόμη και στους εχθρούς του, ενώ αποτελούσαν αφορμή ώστε τα πλήθη να δοξάζουν τον Θεό. Και ακόμη οι μαθητές είδαν τη δόξα του Κυρίου καθώς παρατηρούσαν την αγία και κατά πάντα αναμάρτητη ζωή του, ώστε κανείς ποτέ να μην μπορεί να Τον ελέγξει για κάποιο ελάχιστο παράπτωμα.
Καθ’ όλη τη χρονική περίοδο των τριών ετών κατά την οποία οι μαθητές ήταν συνέχεια με τον Χριστό, είδαν και θαύμασαν την δόξα του. Τον έχουν δει να πραγματοποιεί πολλά θαύματα, να θεραπεύει ασθενείς, παράλυτους, να καθαρίζει λεπρούς, να χαρίζει στους τυφλούς το φως τους, να ανασταίνει νεκρούς , να περπατάει πάνω στη θάλασσα. Διαβάζοντας κανείς το Ευαγγέλιο του Ευαγγελιστή Ιωάννη μπορεί να διαπιστώσει κανείς ότι τα θαύματα που μας παρουσιάζει να πραγματοποιεί ο Χριστός σκοπό έχουν να φανερώσουν τη δόξα αυτού. Συγκεκριμένα επισυνάπτονται χαρακτηριστικές φράσεις μέσα από το Ευαγγέλιο του Ευαγγελιστή Ιωάννη για να επισφραγισθούν τα προαναφερθέντα περί δόξας του Θεού: Μετά το θαύμα στην Κανά της Γαλιλαίας, ο Ιωάννης σχολιάζει: «Αυτή ήταν η αρχή των σημείων του Ιησού στην Κανά της Γαλιλαίας. «Ταύτην ἐποίησε τὴν ἀρχὴν τῶν σημείων ὁ ᾿Ιησοῦς ἐν Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας καὶ ἐφανέρωσε τὴν δόξαν αὐτοῦ, καὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ» (Ιωαν. 2,11). Η ανάσταση του Λαζάρου έγινε: «για να φανεί η δύναμη του Θεού» και «για να φανερωθεί η δόξα του Υιού του Θεού»: «ἀκούσας δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· αὕτη ἡ ἀσθένεια οὐκ ἔστι πρὸς θάνατον, ἀλλ᾿ ὑπὲρ τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ δι᾿ αὐτῆς» (Ιωαν. 11,4., Στην περίπτωση του εκ γενετής τυφλού: «γεννήθηκε ο τυφλός για να φανερωθεί η δύναμη των έργων του Θεού πάνω σ’ αυτόν»: «ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς· οὔτε οὗτος ἥμαρτεν οὕτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ᾿ ἵνα φανερωθῇ τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ» (Ιωαν. 9,3). Σημαντικό γεγονός της δόξας αυτής είναι και η Μεταμόρφωση του Χριστού η οποία προεικονίζει την Ανάσταση του: «Μετεμορφώθης ἐν τῷ ὄρει Χριστὲ ὁ Θεός, δείξας τοῖς Μαθηταῖς σου τὴν δόξαν σου, καθὼς ἠδυναντο…..» λέγει το απολυτίκιο της εορτής αυτής. Ο Χριστός είχε μέσα στον εαυτό του και αντλούσε από τον εαυτό του την άπειρη δύναμη ως Θεός παντοδύναμος.
Οι μαθητές υπήρξαν επίσης κατάπληκτοι και συγκλονισμένοι από την απόλυτη αναμαρτησία του Κυρίου και την πρωτοφανή πληρότητα των αρετών του. Γνώριζαν αρκετά καλά από την πανανθρώπινη μαρτυρία ότι «ουδείς αγαθός», ότι όλοι ανεξαιρέτως οι άνθρωποι γεννήθηκαν με το ρύπο της αμαρτίας, εύκολα παρασύρονται στην αμαρτία, πεθαίνουν αμαρτωλοί. Και όμως ο διδάσκαλος αποτέλεσε φωτεινή, μοναδική, όσο και βεβαιότατη εξαίρεση, του γενικού αυτού κανόνα. Έφερναν στη μνήμη τους την καυστική ερώτηση του προς τους εχθρούς του «τις εξ υμών ελέγχει με περί αμαρτίας;» (Ιωαν. 8,46). Οι μαθητές εντελώς σίγουροι και χωρίς ίχνος αμφιβολίας περί αναμαρτησίας του Χριστού διακήρυτταν ότι ο Χριστός «αμαρτίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού» (Ά Πετρ. 2,22) .
Γεγονός που προκάλεσε περισσότερο θαυμασμό αλλά και πίστη στους μαθητές, ήταν η Ανάσταση του Διδασκάλου τους Χριστού. Ολόλαμπροι άγγελοι ανήγγειλαν στους φτωχούς και απλούς βοσκούς το γεγονός της γέννησης του Θεανθρώπου. Απαστράπτοντες τώρα άγγελοι, των οποίων το πρόσωπο και όλη τους η εμφάνιση «ην ως αστραπή», η ενδυμασία αυτών ολόλευκη σαν το χιόνι, ανήγγειλαν στις μυροφόρες το ένδοξο τούτο γεγονός της Ανάστασης. Ο ίδιος ο Κύριος, ένδοξος νικητής του θανάτου και του κράτους της αμαρτίας, καταλύτης του σκοτεινού Άδη και της βαρβαρικής κυριαρχίας του διαβόλου, με «πάσαν εξουσίαν εν ουρανώ και επί γης» παρουσιάστηκε στους μαθητές του και γέμισε με απέραντη χαρά την καρδία αυτών. «Επλήσθη χαράς το στόμα αυτών εν τω λέγειν ανέστη ο Κύριος» . Η Ανάσταση του Κυρίου ήταν νίκη της αλήθειας κατά του ψεύδους. Οι γραμματείς και οι φαρισαίοι αναφέρθηκαν για τον Χριστό με ψευδολογίες και συκοφαντίες από την αρχή της δημόσιας εμφανίσεως του μέχρι και της σταυρώσεως του. Και νεκρός τον χαρακτήρισαν ως «πλάνον» ενώπιον του Πιλάτου. Σύγχυση όμως προκάλεσε και συνάμα καταλυτική απάντηση στις κακοήθειες αυτές υπήρξε η Ανάσταση του Χριστού. Και μάλιστα αυτοί πρώτοι το πληροφορήθηκαν και μη έχοντας λόγια να εξηγήσουν το γεγονός αυτό είχαν παραδεχτεί ότι «Χριστός ανέστη». Κατάπληκτοι, περιέπεσαν σε αμηχανία και απορία και μόλις κατόρθωσαν να πούνε μεταξύ τους οι σύνεδροι «τι ποιήσομεν τοις ανθρώποις τούτοις;» (Πραξ. 4 , 8-16).
Πολύ περισσότερο όμως ή εκ νεκρών Ανάσταση του Χριστού, την οποία με χαρά πανηγυρίζουμε, αυτή τη θεία δόξα μαρτυρεί και διακηρύττει. Ό Κύριος, ο Όποιος σταυρώθηκε και πέθανε και ετάφη, αναστήθηκε αύτεξουσίως ως παντοδύναμος Θεός. Με την λαμπροφόρο Ανάσταση του εξουδετέρωσε την αμαρτία, νίκησε τον θάνατο και κατήργησε το κράτος του διαβόλου. Απέδειξε ότι αυτός είναι ο Κύριος της ζωής και του θανάτου, ο αληθινός Θεός και Σωτήρας του κόσμου. Γι’ αυτό και η Εκκλησία ψάλλει πανηγυρικά: «Φωτίζου, φωτίζου, ή νέα Ιερουσαλήμ ή γάρ δόξα Κυρίου επί σε ανέτειλε». Ανέτειλε ή δόξα του Κυρίου για να χαρίσει σε όλους τούς πιστούς ελπίδα και φως. Η Ανάσταση είναι η ένδοξη αποκατάσταση του δικαίου, η νίκη κατά της αδικίας. Πόσο άδικος και σκληρός ο σταυρικός θάνατος του Διδασκάλου, του Λυτρωτή. Αλλά ο Θεός τον ανέστησεν ένδοξον εκ νεκρών «υπερύψωσε και εχαρίσατο αυτώ όνομα, το υπέρ πάν όνομα, ίνα εν τω ονόματι Ιησού πάν γόνυ κάμψη επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων και πάσα γλώσσα εξομολογήσηται ότι Κύριος Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού Πατρός» (Φιλ.2,9-11).