O Άγιος Μεγαλομάρτυς Χριστοφόρος (9 Μαΐου)
Ο Άγιος Χριστοφόρος γεννήθηκε περίπου το 200 μ.Χ. σε μια βάρβαρη χώρα από μια φυλή ανθρωποφάγων. Ήταν γιγαντόσωμος και η όψη του ήταν τόσο άσχημη που τον ονόμασαν Ρέπροβο, που σημαίνει κακομούτρης δηλ. σκυλομούρης «κυνοπρόσωπος». Είχε όμως καλή καρδιά και γι αυτό ο Θεός τον καθοδήγησε ώστε να τον γνωρίσει.
Όπως αναφέραμε ο Άγιος είχε μεγάλη σωματική διάπλαση και δύναμη και για το λόγο αυτό αποφάσισε να πάει προς τα Δυτικά μήπως βρει κάποιο Βασιλέα για να υπηρετήσει. Στο δρόμο συνάντησε ένα ασκητή ο οποίος τον φιλοξένησε στην καλύβα του και τον κατήχησε εις Χριστό και του είπε αυτό το Βασιλιά να υπηρετήσει με νηστείες και προσευχές και επειδή να νηστέψει του ήταν αδύνατο ο ασκητής έμαθε στον Άγιο να προσεύχεται. Επίσης του έδειξε ένα ποτάμι και του είπε να πάει εκεί και να περνά τους διαβάτες απέναντι αφού το ποτάμι δεν είχε γεφύρι όπως και έπραξε ο Άγιος, υπηρετούσε όλους όσους ήθελαν να περάσουν το ποτάμι.
Ένα βράδυ άκουσε κλάματα παιδιού και βγήκε έξω και αντίκρισε ένα παιδί που έκλαιγε και Τον φώναζε να τον περάσει απέναντι. Το ποτάμι όμως είχε φουσκώσει και είχε τρικυμία και ο Άγιος πήρε ένα ξύλο για να στηρίζεται. Στη μεταφορά του παιδιού ο Άγιος Χριστοφόρος ένιωθε το παιδί συνεχώς να βαραίνει και μέχρι να το μεταφέρει απέναντι του φάνηκε σα να σήκωσε στους ώμους του όλο τον κόσμο και τότε ο Χριστός αποκρίθηκε: «Μετέφερες όχι μόνον όλο τον κόσμο, αλλά Εκείνον, που έπλασε τον κόσμο. Είμαι ο Βασιλεύς Χριστός, τον Οποίον υπηρετείς» και εξαφανίστηκε. Γι αυτό το λόγο ο Άγιος Χριστοφόρος απεικονίζεται περνώντας το ποτάμι με το παιδίον –Χριστό στον ώμο, στηριζόμενος σε ένα ξύλο και από αυτό το γεγονός πήρε αργότερα το όνομά του όταν βαπτίστηκε από Ρέπροβος, Χριστοφόρος, αυτός που φέρει το Χριστό.
Τον Άγιο, όταν κατέκτησαν τη χώρα οι Ρωμαϊκές Λεγεώνες τον πήραν αιχμάλωτο στη Ρώμη και όταν ο Δέκιος κήρυξε διωγμό εναντίον των Χριστιανών ο Άγιος άρχισε να ελέγχει τους διώχτες μέχρι που τον κατήγγειλαν στο Δέκιο ο οποίος διέταξε να τον συλλάβουν, όπως και έγινε. Μετά τη σύλληψη και την άρνησή του να εγκαταλείψει την πίστη του για το Χριστό άρχισαν τα φρικτά μαρτύρια τα οποία ο Άγιος υπέμενε χωρίς να λυγίσει. Μια προσπάθεια του Δεκίου ήταν να παρασύρει τον Άγιο στέλνοντάς του δύο διεφθαρμένες γυναίκες την Ακυλίνα και την Καλλινίκη τις οποίες ο Άγιος κατάφερε να πείσει να γίνουν Χριστιανές και να μαρτυρήσουν. Βλέποντας το γεγονός αυτό ο Δέκιος βρίζει τον Άγιο και διατάζει να τον ρίξουν στη φωτιά από την οποία ο Άγιος βγαίνει σώος και το γεγονός αυτό οδηγεί χίλιους ανθρώπους να ασπαστούν το Χριστό και να μαρτυρήσουν γι Αυτόν.
Ο Δέκιος μετά και από άλλα βασανιστήρια στα οποία υπέβαλε τον Άγιο από τα οποία πάντα κατάφερνε να βγαίνει αλώβητος αποφάσισε να αποκεφαλίσει τον Άγιο στις 9 Μαΐου του 251 μ.Χ. μέρα κατά την οποία γιορτάζουμε τον Άγιο Χριστοφόρο μέχρι και σήμερα. Είναι προστάτης Άγιος των οδηγών, πεζών, αυτοκινητιστών, μοτοσικλετιστών και των ταξιδιωτών.