Κυριακή Γ’ Επιστολών, Αποστ. Ανάγνωσμα: Ρωμ. 5: 1-10 (25-6-2017)
Ηλιάνα Κάουρα, θεολόγος
Πρωτότυπο Κείμενο
Δικαιωθέντες ουν εκ πίστεως ειρήνην έχομεν προς τον Θεόν διά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δι’ ου και την προσαγωγήν εσχήκαμεν τη πίστει εις την χάριν ταύτην εν η εστήκαμεν, και καυχώμεθα επ’ ελπίδι της δόξης του Θεού. Ου μόνον δε, αλλά και καυχώμεθα εν ταις θλίψεσιν, ειδότες ότι η θλίψις υπομονήν κατεργάζεται, η δε υπομονή δοκιμήν, η δε δοκιμή ελπίδα, η δε ελπίς ου καταισχύνει, ότι η αγάπη του Θεού εκκέχυται εν ταις καρδίαις ημών διά Πνεύματος Αγίου του δοθέντος ημίν. Έτι γαρ Χριστός όντων ημών ασθενών κατά καιρόν υπέρ ασεβών απέθανε. Μόλις γαρ υπέρ δικαίου τις αποθανείται∙ υπέρ γαρ του αγαθού τάχα τις και τολμά αποθανείν. Συνίστησι δε την εαυτού αγάπην εις ημάς ο Θεός, ότι έτι αμαρτωλών όντων ημών Χριστός υπέρ ημών απέθανε. Πολλώ ουν μάλλον δικαιωθέντες νυν εν τω αίματι αυτού σωθησόμεθα δι’ αυτού από της οργής. Ει γαρ εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ δια του θανάτου του υιού αυτού, πολλώ μάλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα εν τη ζωή αυτού∙
Απόδοση
Αφού, λοιπόν, ο Θεός μας έσωσε επειδή πιστέψαμε, οι σχέσεις μας με το Θεό αποκαταστάθηκαν με τη μεσολάβηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αυτός μας οδήγησε με την πίστη στο χώρο αυτής της χάρης του Θεού, στην οποία είμαστε στεριωμένοι, και καυχιόμαστε για την ελπίδα της συμμετοχής μας στη δόξα του Θεού. Μα δε σταματά εκεί η καύχησή μας∙ καυχόμαστε ακόμα και στις δοκιμασίες, επειδή ξέρουμε καλά πως οι δοκιμασίες οδηγούν στην υπομονή, η υπομονή στο δοκιμασμένο χαρακτήρα, κι ο δοκιμασμένος χαρακτήρας στην ελπίδα. Κι η ελπίδα τελικά δεν απογοητεύει. Μαρτυρεί γι’ αυτό η αγάπη του Θεού, με την οποία το Άγιο Πνεύμα που μας δόθηκε γέμισε και ξεχείλισε τις καρδιές μας. Γιατί ο Χριστός, παρ’ όλο που ήμασταν ακόμα ανίκανοι να κάνουμε το καλό, πέθανε για μας, τους ασεβείς ανθρώπους, στον προκαθορισμένο καιρό. Δύσκολα θα έδινε κανείς τη ζωή του ακόμα και για ένα δίκαιο άνθρωπο. Ίσως αποφάσιζε κανείς να πεθάνει για κάποιον καλό άνθρωπο. Ο Θεός όμως ξεπερνώντας αυτά τα όρια έδειξε την αγάπη του για μας, γιατί ενώ εμείς ζούσαμε ακόμα στην αμαρτία, ο Χριστός έδωσε τη ζωή του για μας. Τώρα, λοιπόν, αφού ο Θεός μας απάλλαξε από την καταδίκη, με τη μεσολάβηση του σταυρικού θανάτου του Χριστού, πολύ περισσότερο ο ίδιος θα μας σώσει κι από τη μέλλουσα οργή. Παρ’ ό,τι ήμασταν εχθροί με το Θεό, μας συμφιλίωσε μαζί του ο σταυρικός θάνατος του Υιού του∙ πολύ περισσότερο τώρα που συμφιλιωθήκαμε, η ζωή του θα μας χαρίσει τη σωτηρία.
Σχολιασμός
Στη σημερινή αποστολική περικοπή ο απόστολος Παύλος μας διαβεβαιώνει ότι ο Θεός μας έσωσε επειδή πιστέψαμε σ’ Αυτόν και οι σχέσεις μας αποκαταστάθηκαν με τη μεσολάβηση του Ιησού Χριστού. Αυτός λοιπόν μας οδήγησε, αλλά μέσα από την πίστη μας, στο χώρο της χάρης του Θεού και πρέπει να μην ξεχνάμε να χαιρόμαστε και για τις δοκιμασίες που μπορεί να αντιμετωπίζουμε γιατί μέσα από αυτές οδηγούμαστε στην ελπίδα, στη σωτηρία. Μας τονίζει ότι ο Ιησούς Χριστός έδωσε τη ζωή Του για εμάς για τη δική μας σωτηρία, για τους ασεβείς ανθρώπους όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο απόστολος Παύλος. Τονίζει επίσης ότι κάποιος δύσκολα θα αποφάσιζε να πεθάνει για ένα δίκαιο άνθρωπο, πόσο μάλλον για κάποιους αμαρτωλούς όπως εμείς οι άνθρωποι. Ο Θεός ξεπέρασε τα όρια και έδειξε με τον τρόπο αυτό την αγάπη Του για μας, μας απάλλαξε από την καταδίκη με τη μεσολάβηση της σταυρικής θυσίας του Ιησού Χριστού, η θυσία αυτή όπως πολύ ωραία μας λέει ο απόστολος Παύλος μας συμφιλίωσε με το Θεό αλλά με μια μεγάλη θυσία, του Υιού Του.
Πολύ σημαντικό, θεολογικά και εκκλησιολογικά, το θέμα στο οποίο αναφέρεται ο απόστολος Παύλος στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα που δεν είναι άλλο από το θέμα της καταλλαγής, της καταλλαγής του ανθρώπου με το Θεό. Καταλλαγή σημαίνει συμφιλίωση. Η συμφιλίωση ή καταλλαγή είναι το όλο σχέδιο της οικονομίας του Θεού που δεν αρχίζει μόνο με την ενσάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού και τη θυσία Του, όπως μας λέει ο απόστολος Παύλος στη σημερινή αποστολική περικοπή, αλλά αρχίζει από την αρχή, με τη δημιουργία του κόσμου.
Η καταλλαγή είναι ένα ζητούμενο από τον ίδιο το Θεό, ο οποίος κάνει το πρώτο βήμα προς τον άνθρωπο. Βλέπουμε από το Θεό τη διάθεση να συγχωρεί συνεχώς το ανθρώπινο γένος, και μάλιστα αποστέλλει το διάκονο της καταλλαγής, το Άγιο Πνεύμα, είτε σε μορφή περιστεράς ή και αργότερα με την παρουσία του Υιού Του, για να καταφέρει αυτή τη συμφιλίωση.
Το ζήτημα της καταλλαγής του ανθρώπου με το Θεό απασχόλησε ερμηνευτικά και τους Πατέρες της Εκκλησίας μας. Ο ερμηνευτής Θεοδώρητος γράφει ότι με το Θεό υπήρξαμε «εκπεπολεμώμενοι», δηλαδή ήμασταν σε κατάσταση πολέμου. Ο Θεός ποτέ δεν έτρεφε και δεν τρέφει εχθρικά συναισθήματα για τον άνθρωπο έστω και αν είναι αμαρτωλός. Αγαπά αμαρτωλούς και δικαίους και δεν παύει να ενδιαφέρεται για τον άνθρωπο.
Πώς όμως καταλήγουμε να είμαστε εχθροί του Θεού πριν την καταλλαγή; Ο τρόπος της ζωής μας και το ότι ακολουθούμε τις αμαρτωλές επιθυμίες μας, η αμαρτία, είναι αυτή που μας καθιστά εχθρούς του Θεού. « Και υμάς ποτε όντας απηλλοτριωμένους και εχθρούς τη διανοία εν τοις έργοις τοις πονηροίς». (Κολ. 1,21). Εννοείται ότι ο Θεός δεν εχθρεύεται τον αμαρτωλό αλλά την αμαρτία, τα «πονηρά έργα», όχι τον άνθρωπο που αμαρτάνει. Με την αμαρτία διώξαμε το Θεό από τη ζωή μας, η αμαρτία δε μας άφηνε να υψωθούμε πνευματικά.
Πως όμως άλλαξαν τα πράγματα και βρισκόμαστε συμφιλιωμένοι με το Θεό είναι ένα ερώτημα που σίγουρα θα δημιουργηθεί. Ο Σταυρωμένος και Αναστημένος Χριστός παραδόθηκε εκουσίως στο θάνατο ακριβώς για να επιτελεστεί ο σκοπός του Θεού που δεν ήταν άλλος από την συμφιλίωσή μας μαζί Του. Με το θάνατό Του ο Ιησούς Χριστός νίκησε την αμαρτία και χάρισε σ’ εμάς την άφεση των αμαρτιών άρα και την καταλλαγή μας με το Θεό. Ο Ιησούς Χριστός με την παρουσία Του νίκησε την αμαρτία άρα και το λόγο για τον οποίο υπήρχε «έχθρα» μεταξύ ανθρώπων και Θεού.
Αυτός που έφερε την καταλλαγή στους ανθρώπους είναι ο Ιησούς Χριστός, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής «υπέρ όλης της ανθρωπότητας έπαθεν, και πάσιν εξ ίσου την ελπίδα της αναστάσεως εχαρίσατο». Με το πάθος και τη θυσία Του χάρισε σε όλους εμάς την ελπίδα της αναστάσεως και την καταλλαγή μας με το Θεό. Παρόλη την αμαρτία που είχαμε στη ζωή μας ο Χριστός έδωσε τον εαυτό Του θυσία για μάς και μας συμφιλίωσε με το Θεό Πατέρα. Θυσίασε τον Υιό του ο Θεός και αυτό είναι μεγάλη δωρεά για μας.
Αν σκεφτούμε τη θυσία που έκανε για μας ο Θεός, να αφήσει τον Υιό Του να θυσιαστεί για χάρη μας, για να υπάρξει συμφιλίωση μεταξύ εκείνου και εμάς, θα δούμε ότι η αγάπη του Θεού για μας είναι απροϋπόθετη. Αγάπη χωρίς όρους, χωρίς προϋποθέσεις. Εμείς σήμερα, για να συμφιλιωθούμε μ’ ένα γείτονά μας, με το σύζυγο ή τη σύζυγό μας, θέτουμε όρους. Εδώ ο Θεός θυσιάζει τον ίδιο τον Υιό Του για να θεραπεύσει το ανθρώπινο γένος.
Για να φανερώσει τη σημασία που έχει η καταλλαγή με τον πλησίον μας ο Κύριος τονίζει: «Εάν ουν προσφέρης το δώρον σου επί το θυσιαστηρίον κακεί μνησθής ότι ο αδελφός σου έχει τι κατά σου, άφες εκεί το δώρον σου έμπροσθεν του θυσιαστηρίου, και ύπαγε πρώτον διαλλάγηθι τω αδελφώ σου, και τότε ελθών πρόσφερε το δώρον σου επί το θυσιαστήριον» (Ματθ.5, 23-24). Ο Θεός δε λογαριάζει την τιμή που του προσφέρεται μπροστά στην αγάπη για τον πλησίον μας. Ας διακοπεί, λέει, η λατρεία μου για να υπάρξει συμφιλίωση με τον αδελφό σου. Είναι δηλαδή ισοδύναμη η λατρεία προς το Θεό, με τη συμφιλίωση προς τον αδελφό μας και εμείς το θεωρούμε ακατόρθωτο, γιατί η αμαρτία που υπάρχει στη ζωή μας, που ήταν και η αιτία που μας καθιστούσε εχθρούς του Θεού, δεν μας αφήνει να δούμε πόσο σημαντική είναι η καταλλαγή με το συνάνθρωπό μας και κατ’ επέκταση με το Θεό.