Κυριακή Γ’ Λουκά. Το θαύμα της Αναστάσεως του Υιού της Χήρας της Ναϊν (Λκ ζ’ 11-17)
του Πανιερωτάτου Μητροπολίτη Κωνσταντίας και Αμμοχώστου κ. Βασιλείου
Πόνος-Θλίψεις-Θάνατος και υπέρβαση τους
Kαὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἑξῆς ἐπορεύετo εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν˙ καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ oἱ μαθηταὶ αὐτoῦ ἱκανοὶ καὶ ὄχλoς πολύς. ὡς δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδoὺ ἐξεκομίζετo τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτoῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα, καὶ ὄχλoς τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ. καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ’ αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ˙ μὴ κλαῖε˙ καὶ προσλθὼν ἥψατo τῆς σoρoῦ, oἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε˙ νεανίσκε, σoὶ λέγω, ἐγέρθητι. Καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατo λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτoῦ. ἔλαβε δὲ φόβος πάντας καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεόν, λέγοντες ὅτι προφήτης μέγας ἐγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι ἐπεσκέψατo ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτoῦ. καὶ ἐξῆλθεν ὁ λόγος oὗτoς ἐν ὅλῃ τῇ Ἰoυδαίᾳ περὶ αὐτoῦ καὶ ἐν πάσῃ τῇ περιχώρῳ.
Με μία πρώτη παρατήρηση του περιεχομένου της Αγίας Γραφής, διαπιστώνουμε ότι ο κόσμος είναι δομημένος μέσα από πληθώρα θαυμάτων. Αρχίζοντας από τη δημιουργία του κόσμου, όπου ο Λόγος του Θεού «θαυματουργικά» δημιούργησε όλα όσα υπάρχουν στο σύμπαν, μαζί και τον άνθρωπο. Με το θέλημα του Θεού εγκαθιδρύονται οι νόμοι της φύσεως για να λειτουργεί αρμονικά όλο το σύμπαν και να μη οδηγείται σε σύγκρουση και στην αυτοκαταστροφή. Στη συνέχεια, η Παλαιά Διαθήκη περιγράφει πολλά θαύματα, που ο Θεός ενεργούσε για να οδηγήσει την ανθρωπότητα στη σωτηρία, όπως τα θαύματα εξόδου του Ισραήλ από την Αίγυπτο, το θαύμα του προφήτη Ιωνά κ.λπ. Εξ άλλου, ως συνέχεια όλων εκείνων των θαυμάτων, τόσο της αρχικής δημιουργίας, όσο και της εφαρμογής του σχεδίου «οικονομίας», του σχεδίου σωτηρίας που περιγράφεται στην Παλαιά Διαθήκη, ο Ιησούς Χριστός, στη διάρκεια της επί γης αποστολής τoυ, τέλεσε πολλά θαύματα, μερικά από τα οποία μας διηγούνται οι ιεροί ευαγγελιστές. Όλα αυτά τα θαύματα, όπως επίσης και η διδασκαλία καθώς και το υπόλοιπο έργο του Χριστού, όπως τα πάθη του, η ανάσταση και η ανάληψή του στους ουρανούς, είχαν πολλαπλούς σκοπούς. Άλλοτε, αποδείκνυαν τη θεότητα και τη θεϊκή εξουσία του Χριστού και άλλοτε τη μεσσιανικότητά του. Άλλοτε αποκάλυπταν την έναρξη της βασιλείας του Θεού επί της γης και άλλοτε το σχέδιο σωτηρίας του ανθρώπου. Άλλοτε ήσαν σημεία για να προκαλέσουν την πίστη και άλλοτε αποτελούσαν κριτική για την απιστία των ανθρώπων. Άλλοτε φανέρωναν την τραγικότητα του ανθρώπου που βρίσκεται μακριά από τον Θεό, όπως η κατοχή από δαιμόνια και άλλοτε την κατάσταση του πόνου και της θλίψεως, όπως οι ασθένειες και ο θάνατος. Μεταξύ των πολλαπλών θαυμάτων του Χριστού οι ιεροί ευαγγελιστές διασώζουν τρία, τα οποία αφορούν αναστάσεις νεκρών: η ανάσταση της κόρης του αρχισυνάγωγου Ιάϊρου, η ανάσταση του υιού της χήρας από την πόλη Ναΐν και η ανάσταση του Λαζάρου. Εξάλλου έχουμε το μεγαλύτερο απ’ όλα τα θαύματα, την εκ νεκρών ανάσταση του ίδιου του Ιησού Χριστού. Το καθένα από τα θαύματα αυτά είχε τη δική του αιτία για την οποία ο Χριστός είχε ενεργήσει θαυματουργικά. Μέσα στα θαύματα της περιόδου της Κ. Διαθήκης, που επεκτείνεται μέχρι και τα έσχατα, εντάσσονται και όλα τα άλλα θαύματα που γίνονται από τους Αγίους. Ο Χριστός είχε πει ότι στο όνομα του οι Μαθητές του θα κάνουν διάφορες θαυματουργικές πράξεις: «σημεῖα δὲ τοῖς πιστεύσασι ταῦτα παρακολουθήσει· ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι· γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς· ὄφεις ἀροῦσι· κἂν θανάσιμόν τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει· ἐπὶ ἀρρώστους χεῖρας ἐπιθήσουσι, καὶ καλῶς ἕξουσιν» (Μκ. 16:17-18).
Οι ευαγγελικές διηγήσεις για το σωτήριο έργο του Χριστού έχουν ποικίλες προοπτικές. Το κέντρο βεβαίως είναι ο ίδιος ο Χριστός. Μέσα σε αυτές τις προοπτικές εξετάζεται η σχέση του Χριστού με τον Θεό Πατέρα , εξετάζεται η σχέση του με τους Μαθητές και Αποστόλους του, εξετάζεται η εχθρική στάση των Γραμματέων, του Ιουδαϊκού ιερατείου και των πολιτικών αρχών έναντι του Χριστού, εξετάζεται η άλλοτε θετική και ενίοτε εχθρική στάση του πλήθους απέναντι στον Χριστό. Το θαύμα της αναστάσεως του γιου της χήρας γυναίκας από την πόλη Ναΐν εντάσσεται και αυτό στο μεγάλο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία και θέτει το δύσκολο ζήτημα της υπάρξεως του κακού στον κόσμο. Το κακό έχει ποικίλες εκδηλώσεις, είναι το κακό που μπορεί να προκαλέσει εθελούσια ένας άνθρωπος σε ένα συνάνθρωπό του ή στο περιβάλλον του, ή ένα έθνος εναντίον άλλου έθνους. Είναι όμως και το κακό που φαίνεται να συνυπάρχει μέσα στον κόσμο, με τη μορφή της ασθένειας, του πόνου και του θανάτου. Αυτή τη μορφή του κακού αντιμετωπίζει ο Χριστός στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, με τη θαυματουργική ανάσταση του γιου της χήρας γυναίκας από την πολίχνη Ναΐν. Το ίδιο βέβαια συμβαίνει και με τα άλλα θαύματα αναστάσεως νεκρών ή ιατρείας ασθενειών παντός είδους. Ο ευαγγελιστής Λουκάς εντάσσει το θαύμα στην ενότητα του ευαγγελίου του όπου αποδεικνύεται η σχέση του με τον Θεό Πατέρα. Μέσω του Χριστού ο Θεός «επεσκέψατο» το λαό του για να προσφέρει τη σωτηρία. Καθίσταται φανερό στην περίπτωση αυτή η περιεκτικότητα της έννοιας της σωτηρίας που προσφέρει ο Χριστός, που δεν σημαίνει μόνο την πνευματική έννοια της απαλλαγής από το βάρος της ενοχής ένεκα της αμαρτίας, αλλά και των συμπτωμάτων της, που είναι ο πόνος, η ασθένεια και ο θάνατος.
Μέσω του θαύματος αποκαλύπτεται πως ο Χριστός είναι ο κατεξοχήν Προφήτης, ασυγκρίτως μεγαλύτερος από όλους τους προηγούμενους Προφήτες. Αυτή ήταν και η βεβαιότητα και η ομολογία του πλήθους, τόσο εκείνου που συνόδευε τον Χριστό, όσο και εκείνου που συνόδευε το νεκρό νέο για να τον ενταφιάσουν. Αφού οι ίδιοι έγιναν αυτόπτες μάρτυρες του θαύματος της αναστάσεως του νέου, “έλαβε δε φόβος πάντας και εδόξαζον τον Θεόν, λέγοντες ότι προφήτης μέγας εγήγερται εν ημίν, και ότι επεσκέψατο ο Θεός τον λαόν αυτού”.
Η διήγηση του θαύματος αποτελεί, θα λέγαμε, δοκίμιο, πρώτον, για την έννοια, το σκοπό και τη θέση των θαυμάτων στο σωτήριο έργο του Χριστού, δεύτερον, για την έννοια του θανάτου και της αναστάσεως, και τρίτον, για τις συνθήκες της ανθρώπινης ζωής πριν από την ενανθρώπηση και μετά την ενανθρώπηση του Χριστού και το πως αυτές οι συνθήκες ανατρέπονται με την παρουσία του Χριστού. Μπορούμε να διακρίνουμε διάφορους βασικούς λόγους για τους οποίους ο Χριστός ενήργησε το θαύμα αυτό της ανατάσεως του γιου της χήρας από τη Ναΐν.
Ένας από τους εμφανείς λόγους είναι αυτός που μας διασώζει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, ο οποίος μόνος μεταξύ των άλλων Ευαγγελιστών περιγράφει το υπό εξέταση θαύμα. Όταν οι άνθρωποι είχαν δει το θαύμα της αναστάσεως του νεκρού νέου είχαν καταληφθεί από δέος και φόβο Θεού και δόξαζαν τον Θεό με τη φράση: “Μεγάλος προφήτης εμφανίσθηκε ανάμεσά μας και ο Θεός ήλθε να σώσει τον λαό του”. Όλα τα θαύματα, όλες οι παραβολές, όλη η διδασκαλία του Χριστού είναι “σημεία” της παρουσίας της Βασιλείας του Θεού στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Στους Ιουδαίους, γνώστες της ιστορίας της Π. Διαθήκης και των θείων ενεργειών, ήταν πασιφανές ότι οι θαυματουργικές πράξεις του Χριστού είναι έργο Θεού, συνέχεια του έργου των Προφητών της Π. Διαθήκης. Ο προφήτης Ηλίας είχε αναστήσει το γιό της χήρας στα Σαρεπτά της Σιδωνίας (Α’ Βασιλ. 17,17-24). Η συσχέτιση αυτή του θαύματος του Χριστού με το έργο των προφητών φανερώνει αφ’ ενός μεν την εκπλήρωση των προφητειών της Π. Διαθήκης στο πρόσωπο του Χριστού, αφ’ ετέρου δε ότι ο Χριστός είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας. Άλλωστε, ο ίδιος ο Χριστός είχε απαντήσει στην ερώτηση του Ιωάννη του Βαπτιστή αν είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας ή όχι με τους ακόλουθους αποκαλυπτικούς λόγους από τον προφήτη Ησαΐα:
“Πείτε στον Ιωάννη αυτά που είδατε και ακούσατε :
Τυφλοί ξαναβλέπουν, κουτσοί περπατούν, λεπροί
καθαρίζονται,
κουφοί ακούν, νεκροί ανασταίνονται, φτωχοί ακούνε το
χαρμόσυνο άγγελμα” (Μτ. 11:5).
Επομένως, το θαύμα της αναστάσεως του υιού της χήρας της Ναΐν φανερώνει, ότι ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού που ήλθε στον κόσμο για να σώσει τον άνθρωπο και αποτελεί εκπλήρωση των προφητειών της Π. Διαθήκης για τον αναμενόμενο Μεσσία.
Η παρουσία του Χριστού στον κόσμο, εφ’ όσον είναι, κατά τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής, εκείνος που δημιούργησε θαυματουργικά όλο τον κόσμο κατά την πρώτη δημιουργία (Ιω. 1:1-5), αποτελεί τον αντίποδα για να οδηγηθεί ο άνθρωπος και ο κόσμος στο σύνολό του έξω από την κατάσταση του κακού, του πόνου και του θανάτου. Δεν είναι όμως μία πράξη που θα συντελεστεί από μία στιγμή στην άλλη. Ο Χριστός, κατά τον απόστολο Παύλο είναι ο «πρωτότοκος εκ των νεκρών» (Κολ. 1:18). Δηλαδή ο πρώτος που ανασταίνεται από τους νεκρούς, μια ανάσταση που παρομοιάζεται με γέννηση. Η έξοδος, επομένως, από την κατάσταση του κακού, του πόνου, του θανάτου αποτελεί πλέον μία διαδικασία που θα ολοκληρωθεί στη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, η οποία θα σημάνει την εκ νεκρών ανάσταση όλων των απ’ αιώνος νεκρών. Η ασθένεια, ο πόνος, ο θάνατος, είναι το κόστος που καταβάλλει το ανθρώπινο γένος ένεκα της παρακοής στο θέλημα του Θεού και της πτώσεως, όχι ως τιμωρία αλλά συνέπεια της επιλογής του ανθρώπου. Ο αντίποδας είναι το κόστος που κατέβαλε ο ίδιος ο Θεός με την ενανθρώπηση του Υιού του, του Ιησού Χριστού και ιδιαιτέρως με τη σταυρική του θυσία. Η ανάσταση του γιού της χήρας από τη Ναΐν, η ανάσταση της κόρης του Ιάειρου, η ανάσταση του Λαζάρου είναι τα σημεία εκείνα, τα θαύματα του Χριστού που μας βεβαιώνουν τη δυνατότητα της αναστάσεως. Ακόμα και το προφητικό όραμα του Προφήτη Ιεζεκιήλ για τα «οστά τα γεγυμνωμένα» (Ιεζεκιήλ 37:1-14), που αποκτούν σάρκες και ζωή, αυτό το σκοπό εξυπηρετεί. Ενώπιον του Θεού δεν υπάρχει κάτι που είναι αδύνατο. Άλλωστε, ο Θεός υποσχέθηκε την ανάσταση, και ο Θεός είναι πιστός στις υποσχέσεις του.
Αντιλαμβανόμαστε τη σοβαρότητα και τη μεγάλη σημασία που έχουν τα θαύματα. Για το λόγο αυτό δεν πρέπει να «πειράζουμε» τον Θεό και να ζητούμε το θαύμα ως άπιστοι, αλλά με προσοχή, γιατί ακόμα και ο διάβολος μπορεί να κάνει φαινομενικά ένα «θαύμα» παραπλανητικό. Οι Φαρισαίοι ζητούσαν επίμονα από τον Ιησού Χριστό να κάνει θαύμα. Η απάντηση του Χριστού είναι αρκετά αποκαλυπτική: «Τότε ἀπεκρίθησάν τινες τῶν γραμματέων καὶ Φαρισαίων λέγοντες· διδάσκαλε, θέλομεν ἀπὸ σοῦ σημεῖον ἰδεῖν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· γενεὰ πονηρὰ καὶ μοιχαλὶς σημεῖον ἐπιζητεῖ, καὶ σημεῖον οὐ δοθήσεται αὐτῇ εἰμὴ τὸ σημεῖον ᾿Ιωνᾶ τοῦ προφήτου. ὥσπερ γὰρ ἐγένετο ᾿Ιωνᾶς ὁ προφήτης ἐν τῇ κοιλίᾳ τοῦ κήτους τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας, οὕτως ἔσται καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ καρδίᾳ τῆς γῆς τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας. ἄνδρες Νινευῖται ἀναστήσονται ἐν τῇ κρίσει μετὰ τῆς γενεᾶς ταύτης καὶ κατακρινοῦσιν αὐτήν, ὅτι μετενόησαν εἰς τὸ κήρυγμα ᾿Ιωνᾶ, καὶ ἰδοὺ πλεῖον ᾿Ιωνᾶ ὧδε» (Μτ. 12:38-41).