Κυριακή της Απόκρεω, Αποστ. Ανάγνωσμα: Α΄ Κορ. η’ 8 – θ’ 2 (11-2-2018)
Ηλιάνα Κάουρα, θεολόγος
Πρωτότυπο Κείμενο
Αδελφοί, βρώμα ημάς ου παρίστησι τω Θεώ∙ ούτε γαρ εάν φάγωμεν περισσεύομεν, ούτε γαρ εάν μη φάγωμεν υστερούμεθα. Βλέπετε δε μήπως η εξουσία υμών αύτη πρόσκομμα γένηται τοις ασθενούσιν. Εάν γαρ τις ίδη σε, τον έχοντα γνώσιν, εν ειδωλείω κατακείμενον, ουχί η συνείδησις αυτού ασθενούς όντος οικοδομηθήσεται εις το τα ειδωλόθυτα εσθίειν; Και απολείται ο ασθενών αδελφός επί τη ση γνώσει, δι’ ον Χριστός απέθανεν. Ούτω δε αμαρτάνοντες εις τους αδελφούς και τύπτοντες αυτών την συνείδησιν ασθενούσαν εις Χριστόν αμαρτάνετε. Διόπερ ει βρώμα σκανδαλίζει τον αδελφόν μου, ου μη φάγω κρέα εις τον αιώνα, ίνα μη τον αδελφόν μου, σκανδαλίσω. Ουκ ειμί απόστολος; Ουκ ειμί ελεύθερος; Ουχί Ιησούν Χριστόν τον Κύριον ημών εώρακα; Ου το έργον μου υμείς εστε εν Κυρίω; Ει άλλοις ουκ ειμί απόστολος, αλλά γε υμίν ειμι∙ η γαρ σφραγίς της εμής αποστολής υμείς εστε εν Κυρίω.
Μετάφραση
Αδελφοί, δεν είναι οι τροφές που θα καθορίσουν τη θέση μας απέναντι στον Θεό∙ ούτε αν δεν φάμε κάποιες απ’ αυτές χάνουμε κάτι ούτε αν φάμε αποκτάμε κάτι παραπάνω. Προσέξτε όμως, μήπως το ελεύθερο αυτό δικαίωμα σας γίνει αιτία να σκοντάψουν και να πέσουν εκείνοι που η πίστη τους είναι αδύνατη. Πράγματι, αν κάποιος, απ’ αυτούς δει εσένα, που έχεις τη «γνώση», να κάθεσαι στο τραπέζι ενός ειδωλολατρικού ναού, η συνείδησή του, αφού αυτός είναι αδύνατος, δεν θα παρασυρθεί από το παράδειγμά σου και δεν θα παρακινηθεί να τρώει τα ειδωλόθυτα; Έτσι, η δική σου «γνώση» θα προκαλέσει τον χαμό αυτού του αδυνάτου, του αδελφού μας, για τον οποίον ο Χριστός έδωσε τη ζωή του. Αμαρτάνοντας όμως μ’ αυτόν τον τρόπο απέναντι στους αδελφούς και πληγώνοντας τη συνείδησή τους που είναι αδύνατη, αμαρτάνετε απέναντι στον ίδιο τον Χριστό. Γι’ αυτό, αν κάποια τροφή μπορεί να γίνεται αιτία να σκοντάφτει και να πέφτει ο αδελφός μου, εγώ δεν θα βάλω ποτέ κρέας στο στόμα μου, για να μην γίνω αιτία να πέσει ο αδελφός μου. Πάρτε παράδειγμα εμένα. Δεν είμαι απόστολος; δεν είμαι ελεύθερος; δεν είδα αναστημένο τον Ιησού, τον Κύριό μας; δεν είστε εσείς ο καρπός του κόπου μου στην υπηρεσία του Κυρίου; Κι αν ακόμα άλλοι αρνούνται να με αναγνωρίσουν ως απόστολο, για σας οπωσδήποτε είμαι∙ γιατί η ίδια η ύπαρξη της Εκκλησίας σας είναι η απόδειξη πως είμαι απόστολος.
Σχολιασμός
«Διόπερ ει βρώμα σκανδαλίζει τον αδελφόν μου, ου μη φάγω κρέα εις τον αιώνα, ίνα μη τον αδελφόν μου, σκανδαλίσω».
Κυριακή της Απόκρεω και χρονικά βρισκόμαστε όλο και πιο κοντά στην έναρξη της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Το ουσιαστικό Απόκρεως προέρχεται από το ρήμα αποκρεώ που σημαίνει απέχω από τη λήψη κρέατος, δηλαδή σταματώ να τρώω κρέας. Στην Αποστολική Περικοπή της Κυριακής ο απόστολος Παύλος απευθυνόμενος προς τους Κορινθίους, εξηγεί ότι δεν είναι οι τροφές που θα καθορίσουν τη θέση τους απέναντι στο Θεό, χωρίς να εννοεί ότι πρέπει χωρίς διάκριση αυτοί που έχουν τη «γνώση» να μετέχουν σε ειδωλολατρικά τραπέζια τρώγοντας ειδωλόθυτα, κρέατα, δηλαδή κρέατα προερχόμενα από τις θυσίες τις οποίες οι εθνικοί προσέφεραν στα είδωλα, γιατί κάποιοι από τους αδελφούς μας είναι αδύνατοι στην πίστη και ενδέχεται να σκανδαλιστούν.
Η επίδειξη της ελευθερίας
Τα ζητήματα που θίγει ο απόστολος Παύλος με την περικοπή αυτή είναι σημαντικότατα και αφορμή ήταν η μεταξύ των Χριστιανών διχογνωμία που αφορούσε την κατανάλωση κρέατος προερχόμενου από ζώα τα οποία θυσιάζονταν στα είδωλα.
Μια μερίδα χριστιανών υποστήριζε ότι δεν απαγορευόταν η κατανάλωση αυτών των ζώων γιατί γι αυτούς ήταν μια υλική τροφή και συμμετείχαν, χωρίς διάκριση, σε γεύματα στα οποία προσφέρονταν ειδωλόθυτα, αφού ήξεραν ότι δεν υπήρχαν οι θεοί των ειδώλων. Επίσης πίστευαν ότι τρώγοντας ειδωλόθυτα έδειχναν την ελευθερία και την ανωτερότητα της χριστιανικής πίστεως. Η στάση τους όμως αυτή προκαλούσε προβλήματα στην Εκκλησία, επειδή υπήρχε μία άλλη μερίδα Χριστιανών που υποστήριζαν ότι η κατανάλωση αυτών των κρεάτων σήμαινε την αποδοχή των θεών των ειδώλων, άρα είναι αντίθετη με τη χριστιανική πίστη και ότι όποιος έτρωγε από αυτά μολυνόταν. Η ζημιά που γινόταν στην Εκκλησία ήταν μεγάλη γιατί οι ασθενείς στην πίστη σκανδαλίζονταν και πολλοί δεν ήξεραν ποια στάση να κρατήσουν, αφού οι Χριστιανοί της πρώτης ομάδας κάνοντας αδιάκριτη χρήση και επίδειξη της ελευθερίας που τους χάρισε ο Θεός καταργούσαν με αυτή τους τη στάση την αγάπη προς τους αδελφούς τους.
«Η ελεύθερη αγάπη και η αγαπώσα ελευθερία»
Ο Θεός μας έδωσε την ελευθερία του τι θα φάμε και τι όχι, αφού δεν είναι η τροφή που καθορίζει τη θέση μας απέναντί του, δεν είναι η τροφή που θα μας δώσει αξία ενώπιον του. «Βρώμα ημάς ου παρίστησι τω Θεώ∙ ούτε γαρ εάν φάγωμεν περισσεύομεν, ούτε γαρ εάν μη φάγωμεν υστερούμεθα». Το όλο θέμα ήταν καθαρά πνευματικό, και οι λέξεις «περισσεύομεν» και «υστερούμεθα» δεν αναφέρονται στο σωματικό χορτασμό αλλά στην πρόοδο ή την υστέρηση των αρετών. Η βρώση των ειδωλοθύτων ήταν μόνο η αφορμή. Η ρίζα του προβλήματος ήταν οι σχέσεις των ανθρώπων με το Θεό και με τους συνανθρώπους τους, η ελευθέρια που μας έδωσε ο Θεός και πως αυτή η ελευθερία γίνεται κάποιες φορές αιτία σκανδαλισμού για τους αδελφούς μας.
Ο απόστολος Παύλος αναγνωρίζει την ελευθερία του χριστιανού αλλά δεν αναγνωρίζει την κακή χρήση της γιατί θα γίνει πρόσκομμα για τους ασθενείς αδελφούς μας. «Βλέπετε δε μήπως η εξουσία υμών αύτη πρόσκομμα γένηται τοις ασθενούσιν» και αιτία σκανδαλισμού για τους αδελφούς μας. Δεν είναι δυνατόν η ελευθερία και η αγάπη να χωρίζονται η μία από την άλλη. Είναι ελεύθεροι οι Χριστιανοί να φάνε από τα ειδωλόθυτα. Αυτή η ελευθερία όμως συνδέεται άμεσα και με την κοινωνία αγάπης και της υπευθυνότητας μας έναντι των άλλων ανθρώπων. Δεν μπορεί συνεπώς η ελευθερία του πιστού ανθρώπου να λειτουργήσει ξέχωρα από την αγάπη του στους άλλους ανθρώπους, δεν μπορεί ελευθερία αυτή να καταργήσει την αγάπη γιατί οι δύο αυτές έννοιες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες. Η ελευθερία δεν υπάρχει χωρίς την αγάπη και δεν ορίζεται παρά με την αγάπη. Είμαστε πραγματικά ελεύθεροι και σεβόμαστε ειλικρινά την ελευθερία των άλλων μόνο όταν αγαπάμε ειλικρινά τους άλλους.
Μιλώντας στο πρώτο πρόσωπο ενικού ο απ. Παύλος θέλει να τονίσει ότι και ο ίδιος θα θυσιάσει τον εαυτό του, προκειμένου ποτέ να μην γίνει αιτία σκανδαλισμού του αδελφού του. «Διόπερ ει βρώμα σκανδαλίζει τον αδελφόν μου, ου μη φάγω κρέα εις τον αιώνα, ίνα μη τον αδελφόν μου, σκανδαλίσω». Ο Απόστολος δίνει παράδειγμα θυσιαστικής αγάπης, στερώντας από τον εαυτό του όλα όσα θα σκανδάλιζαν τους αδελφούς του ακόμα και όσα επιτρέπονταν θέλοντας έτσι να τονίσει πως η αγάπη είναι πάνω από όλες τις αρετές «των συγκεχωρημένων απείχετο υπερ του μη σκανδαλίσαι, αλλ’ ότι και μετά πολλού του πόνου και του κινδύνου» (Ι. Χρυσοστόμου,Εις την Α’ προς Κορινθίους Επιστολή, Ομιλία 9,1). Πιστεύει ότι πάνω από οποιαδήποτε εξουσία ή ελευθερία είναι η ανιδιοτελής και θυσιαστική αγάπη, αφού όπως ο ίδιος γράφει αλλού, «οφείλομεν ημείς οι δυνατοί τα ασθενήματα των αδυνάτων βαστάζειν» (Ρωμ. 15,1). Βάζει όριο ο απόστολος Παύλος στην ελευθερία και στην εξουσία και αυτό το όριο είναι η αγάπη προς τους άλλους. Για τον ίδιο λόγο με έμφαση λέγει αλλού: «Γέγονα τοις πάσι τα πάντα ίνα πάντως τινάς σώσω».
Η ελευθερία των χριστιανών δεν μπορεί να αυτονομηθεί. Βρίσκει το νόημά της, όταν μπαίνει στην υπηρεσία της αγάπης. Πάνω από την ελευθερία μας οι χριστιανοί πρέπει να τοποθετούμε την ωφέλεια των αδελφών μας και την οικοδομή της Εκκλησίας. Κανόνας συμπεριφορά μας πρέπει να είναι το «μη τιθέναι πρόσκομμα τω αδελφώ ή σκάνδαλον» (Ρωμ. 14,13). Όταν χρειάζεται να είμαστε πρόθυμοι να στερηθούμε την ελευθερία μας και να θυσιάσουμε τα «δικαιώματά» μας. Η αγάπη αυτή συνεπάγεται προσφορά και θυσία του εγωτικού εαυτού μας για την προκοπή και την εν Χριστώ σωτηρία των συνανθρώπων μας. Η αγάπη κατά τον απόστολο Παύλο «ου ζητεί τα εαυτής» (Α΄ Κορ., 13,5), αλλά «πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει» (Α΄ Κορ. 13, 7) και γι αυτό και εκουσίως «υποτάσσεται» στην αδυναμία του αδελφού.
Είναι προφανές γιατί καθορίσθηκε η ανάγνωση της αποστολικής αυτής περικοπής την Κυριακή της Απόκρεω. Σε λίγες μέρες θα αρχίσει η νηστεία. Ο απόστολος Παύλος με την αναφορά του αυτή θέτει τα πλαίσια του ήθους και της συμπεριφοράς μας όσον αφορά τη νηστεία σε συσχετισμό με τη συμπεριφορά μας απέναντι στους αδελφούς μας. Η κλήση απευθύνεται σε όλους να χρησιμοποιήσουν αυτό το πνευματικό μέσο. Αν όμως μερικοί δεν νηστεύουν δεν πρέπει να γίνονται προκλητικοί προς εκείνους που νηστεύουν και εκείνοι που νηστεύουν δεν πρέπει να υπερηφανεύονται και να κατακρίνουν εκείνους που δεν νηστεύουν. Αλλά βεβαίως το ζήτημα δεν περιορίζεται στο θέμα της κρεοφαγίας ή της νηστείας. Αυτό είναι ένα παράδειγμα μεταξύ των πολλών. Εκείνο που πρέπει να έχουμε κατά νουν ως βασική αρχή είναι η μη απολυτοποίηση των δικών μας θέσεων και επιλογών, όταν αυτές κινδυνεύουν να δημιουργήσουν διαιρέσεις και όξυνση στις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους για θέματα που είναι δευτερεύοντα. Όπως ο Θεός, για παράδειγμα, θα καταργήσει και την κοιλία που δέχεται τα φαγητά, αλλά και τα ίδια τα φαγητά, έτσι και πολλά άλλα υλικά πράγματα θα καταργηθούν όταν ο άνθρωπος εισέλθει στη βασιλεία του Θεού. Και το βασικό ερώτημα είναι κατά πόσο με τη συμπεριφορά μας οικοδομούμε την κοινωνία, την οικογένεια, την Εκκλησία, τους άλλους, ή συμβάλλουμε στον σκανδαλισμό, στην καταστροφή των θεμελίων της βασιλείας του Θεού μέσα στον κόσμο μας.
Όντως, παρόλο που σήμερα δεν υπάρχουν ειδωλόθυτα, οι σύγχρονοι άνθρωποι κινδυνεύουμε από την υποταγή στην πρακτική ειδωλολατρία. Η θεοποίηση των υλικών αγαθών και επιτευγμάτων των ανθρώπων στηρίζεται αποκλειστικά στις βιολογικές δυνάμεις και ικανότητες του ανθρώπου. Η προσωπική μας επιτυχία και ανέλιξη γίνεται με αθέμιτα μέσα και πατώντας «επί πτωμάτων». Η «Νέα Τάξη» πραγμάτων μας αναγκάζει να έχουμε ατομικές διεκδικήσεις οι οποίες στηρίζονται στην προβολή και διεκδίκηση των λεγομένων ατομικών δικαιωμάτων του ανθρώπου και τα οποία φυσικά έρχονται σε αντίθεση με όλα όσα ο απόστολος Παύλος δίδασκε προς τους Κορινθίους. Με την έναρξη της Μεγάλης Τεσσαρακοστής έχουμε την ευκαιρία να αναλογισθούμε την προσωπική μας πορεία και πως αυτή έρχεται σε αντίθεση με το σημερινό μήνυμα που είναι η θυσιαστική αγάπη για τους συνανθρώπους μας.