Ἡ τιμὴ τοῦ Σταυροῦ στὴν Κύπρο καὶ οἱ σχετικὲς παραδόσεις
Πρεσβυτέρου Χρίστου Κούλενδρου*
Ἡ ἰδιαίτερη σημασία ποὺ ἀποδίδεται στὴ γεωγραφικὴ θέση τῆς Κύπρου ὡς κεντρικὸ σημεῖο τῆς ἀνατολικῆς Μεσογείου ἀποτυπώνεται σαφέστατα στὴν παράδοση ποὺ συνδέει τὴν ἐπίσκεψη τῆς ἁγίας Ἑλένης στὴν Κύπρο καὶ τὴν ἐξαιρετικὴ τιμὴ ποὺ ἀποδίδεται στὸ νησὶ πρὸς τὸν Τίμιο Σταυρό.
Ἡ ἐπίσκεψη τῆς ἁγίας Ἑλένης στὴν Κύπρο
Τὸ ταξίδι τῆς ἁγίας Ἑλένης στὴν Παλαιστίνη στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰώνα μ.Χ., ἡ θαυματουργικὴ εὕρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καὶ ἡ μεταφορά του στὴν Κωνσταντινούπολη συνδέονται ἄμεσα μὲ τὴν Κύπρο. Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, ὅταν ἡ ἁγία Ἑλένη ὁλοκλήρωσε τὸ ἔργο της στοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ ἀνακάλυψε τοὺς τρεῖς σταυρούς, αὐτὸν τοῦ Χριστοῦ καὶ τοὺς δύο τῶν ληστῶν, καθὼς καὶ τὰ καρφιὰ τῆς σταυρώσεως τοῦ Κυρίου, πῆρε τὸ δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς στὴν Βασιλεύουσα. Μὲ βάση λοιπὸν αὐτὴ τὴν παράδοση, ἄγρια θαλασσοταραχὴ ἀναγκάζει τὴν ἁγία Ἑλένη νὰ ἀράξει στὰ νότια παράλια της Κύπρου, στὶς ἐκβολὲς τοῦ ἀρχαίου χειμάρρου Τέτιου, ποὺ ἀπὸ τότε ὀνομάστηκε Βασιλοπόταμος πρὸς τιμὴ τῆς μητέρας τοῦ Βασιλιᾶ. Ἀφοῦ ἡ συνοδεία τῆς Ἁγίας ἀποβιβάστηκε στὸ νησί, ὁ Τίμιος Σταυρὸς μεταφέρθηκε ἀπὸ θεία δύναμη στὴν κορυφὴ τοῦ ὅρους Ὄλυμπος, τοῦ σημερινοῦ δηλαδὴ Σταυροβουνίου, ὑποδεικνύοντας στὴν Ἁγία τὴ θέση ὅπου ἔπρεπε νὰ ἀνεγείρει ναὸ πρὸς τιμήν του. Ἀνταποκρινόμενη ἡ ταπεινὴ αὐτοκράτειρα πρὸς τὴ θεϊκὴ βούληση καὶ ἀφοῦ πρῶτα κατάργησε τὸν εἰδωλολατρικὸ ναὸ ποὺ προϋπῆρχε, ἔκτισε στὴν ἴδια θέση ναὸ πρὸς δόξαν τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Δώρισε μάλιστα σὲ αὐτὸ τὸ ναὸ ἕνα ἀπὸ τὰ καρφιὰ τῆς Σταυρώσεως καὶ τὸν ἕνα ἀπὸ τοὺς σταυροὺς τῶν ληστῶν, ἀφοῦ προηγουμένως εἶχε τοποθετήσει στὸ κέντρο του ἕνα τεμάχιο ἀπὸ τὸ Τίμιο Ξύλο.
Στὴ συνέχεια καὶ μὲ βάση τὴν ἴδια παράδοση, ἡ Ἁγία Ἑλένη κτίζει καὶ ἄλλους ναοὺς στὴν Κύπρο, προικίζοντάς τους καὶ ἐκείνους μὲ τὰ ἱερὰ σύμβολα τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου. Ἔτσι μεταδίδεται στὴ συνέχεια ἡ τιμὴ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ σὲ ὅλη τὴν Κύπρο. Σημαντικότερα προσκυνήματα εἶναι αὐτὰ στὰ χωριὰ Λεύκαρα, Τόχνη, Ἀνώγυρα, Κουκά καὶ Ὅμοδος, στὰ ὁποῖα ὑπάρχουν σημαντικὲς ἐκκλησίες. Καὶ σὲ ἄλλα μέρη ὅμως τῆς Κύπρου διαδόθηκε ἡ τιμὴ τοῦ Σταυροῦ, ὅπου καὶ διασώζονται σημαντικὲς Μονές, ὅπως στὴν Πλατανιστάσα ἡ Μονὴ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ τοῦ Ἁγιασμάτι, στὴν Τσάδα τῆς Πάφου ἡ Μονὴ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ τῆς Μίνθης καὶ στὸ Πελένδρι ἡ ἐκκλησία τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.
Ἱερὰ Μονὴ Σταυροβουνίου
Ὁ ναὸς τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στὸ ὅρος Ὄλυμπος, τὸ σημερινὸ δηλαδὴ Σταυροβοῦνι, παρόλο ποὺ ἀπὸ τὸ 329 μ.Χ. ποῦ κτίστηκε μέχρι καὶ τὸ 10ο αἰώνα δὲν ἔχουμε γραπτὲς μαρτυρίες, γνωρίζουμε ὅτι λόγῳ τῶν ἱερῶν κειμηλίων καὶ χάρη στὸ δύσβατο καὶ ἥσυχο τοῦ χώρου, μετατράπηκε νωρὶς σὲ Μονή. Μία πολὺ ἐνδιαφέρουσα γραπτὴ μαρτυρία γιὰ τὴ Μονή, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν Ρῶσο ἀρχιμανδρίτη Δανιήλ, ὁ ὁποῖος ἐπισκέπτεται τὸ νησὶ τὸ 1106 μ.Χ. δικαιολογεῖ τὴ μεταγενέστερη ὀνομασία τῆς Μονῆς ὡς τοῦ «Τιμίου Σταυροῦ τοῦ Θεοκρεμμάστου». Νὰ τί γράφει: «Τελοῦνται ἐδῶ, στὸν τόπο τοῦτο, σημεῖα μεγάλα καὶ θαυμαστὰ ἀπὸ τὸ Σταυρὸ αὐτὸ μέχρι σήμερα. Κρεμᾶται δὲ ὁ Σταυρὸς αὐτὸς στὸν ἀέρα, χωρὶς νὰ στηρίζεται στὴ γῆ μὲ ὁποιαδήποτε μέσο, διότι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τὸν συγκρατεῖ στὸν ἀέρα».
Ἀπὸ τὴν περίοδο τῆς Φραγκοκρατίας καὶ ἰδιαιτέρως τῆς περιόδου τῶν Λουζινιανῶν 1192-1489 μ.Χ ἕως καὶ τὴν Ἀνεξαρτησία τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας ἡ Μονὴ περνᾶ δύσκολες στιγμές. Ἡ διαφύλαξη ὅμως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μέσα ἀπὸ λεηλασίες, πυρκαγιὲς καὶ κατακτήσεις εἶναι ἔργο ἀσφαλῶς τῆς προνοίας τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ δεῖγμα τῆς βαθιᾶς πίστης, εὐλάβειας καὶ αὐτοθυσίας τῶν μοναχῶν. Κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας καὶ τοὺς πρώτους χρόνους τῆς Ἀγγλοκρατίας ἡ Μονὴ παραμένει χωρὶς μοναχούς, μέχρι τὴν ἀνασύστασή της ὡς Κοινόβιο τὸ 1889 ἀπὸ τὸν ἐξ Ἁγίου Ὅρους προερχόμενο Κύπριο Γέροντα Διονύσιο Χρηστίδη. Σὲ μεγάλη ἀκμὴ βρίσκουμε τὸ Σταυροβοῦνι ἐπὶ Ἡγουμένου Βαρνάβα (1902-1948), ὁπόταν γίνεται κτηριακὴ ἀνάπτυξη τῆς Μονῆς, ἐνῶ ἡ ἀδελφότητα σταδιακὰ αὐξάνεται, ὥστε περὶ τὸ 1940 ἀριθμοῦσε 50 μοναχοὺς καὶ 20 δόκιμους. Ἡ πνευματικὴ ἀκτινοβολία τῆς Μονῆς συνεχίζεται καὶ ἐπὶ Ἡγουμένων Διονυσίου Β΄ (1948-1952) καὶ Γερμανοῦ (1952-1982).
Σήμερα ἡ Μονὴ ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ ἀπὸ τὸ 1982 ἡγουμένου της, Ἀρχιμανδρίτη Ἀθανασίου, ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ σημαντικότερα πνευματικὰ κεφάλαια τῆς Κυπριακῆς Ἐκκλησίας.
Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Σταυροῦ Ὁμόδους
Σημαντικὸ ἐπίσης κέντρο τιμῆς τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι τὸ ὁμώνυμο Μοναστήρι, τὸ στολίδι καὶ καμάρι τοῦ Ὁμόδους. Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση τὸ μοναστήρι ἱδρύθηκε πρὶν ἀπὸ τὴν ἄφιξη τῆς Ἁγίας Ἑλένης στὴν Κύπρο καὶ σὲ αὐτὸ ἡ Ἁγία ἄφησε κομμάτι ἀπὸ τὸ ἅγιο σχοινὶ, μὲ τὸ ὁποῖο ἔδεσαν οἱ Ρωμαῖοι στρατιῶτες τὸ Χριστὸ στὸ Σταυρό. Περιγράφεται ἀκόμα ὅτι αὐτὸ ἔχει χρῶμα κοκκινωπὸ ἀπὸ τὶς κηλίδες αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Τὸ Μοναστήρι μετὰ ἀπὸ πολλὰ θαύματα τοῦ Σταυροῦ, ἀπέκτησε μεγάλη φήμη καὶ ἐξελίχθηκε σὲ μεγάλο προσκύνημα. Τὰ τελευταῖα χρόνια, ἀφοῦ στερήθηκε καὶ τῶν τελευταίων μοναχῶν ἔχει μετατραπεῖ σὲ ἐνοριακὸ ναό.
Ἱερὸς Ναὸς Τιμίου Σταυροῦ Ἀμμοχώστου
Στὴ Μητρόπολή μας κέντρο τῆς τιμῆς τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἦταν μέχρι τὴν τουρκικὴ εἰσβολὴ ὁ ἐνοριακὸς ναὸς τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στὴν Ἀμμόχωστο, καμαροσκέπαστος μονόκλιτος ναὸς πιθανῶς μεσαιωνικὸς μὲ μεταγενέστερες ἐπεμβάσεις. Ὁ ναὸς πανηγύριζε τὴ 14η Σεπτεμβρίου, ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως. Στὴν αὐλὴ τοῦ ναοῦ ὑπῆρχε κοιμητήριο ποὺ περιβαλλόταν ἀρχικὰ μὲ περιτοίχισμα. Τὸ κοιμητήριο ἐγκαταλείφθηκε ὅταν δημιουργήθηκε τὸ νέο κοιμητήριο. Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον παρουσίαζε ἡ πύλη τοῦ κοιμητηρίου, στὸ ἀέτωμα τῆς ὁποίας ὑπῆρχε ψηφιδωτὴ παράσταση τῆς εἰς Ἅδου Καθόδου τοῦ Χριστοῦ (20ός αἰ.), βυζαντινῆς τεχνοτροπίας (βλ. Χρ. Χατζηχριστοδούλου, «Οἱ ὀρθόδοξοι ναοὶ τῶν Βαρωσίων», Πνευματικὴ Διακονία, τεῦχος 5ο-6ο, σ. 49-50).
* Ὁ πρεσβ. Χρῖστος Κούλενδρος εἶναι θεολόγος.