Χρειάζεται τόλμη για να δει κανείς κατάματα το φως!
Το φως του Χριστού σαν σωτηρία και κρίση
Μοναδική στην Κ. Διαθήκη θεραπεία τυφλού από γεννησιμιού του είναι αυτή που μας αφηγείται ο ευαγγελιστής Ιωάννης στην περικοπή 9, 1-38. Αρκετές άλλες περιπτώσεις θεραπείας τυφλών μας διασώζουν και οι υπόλοιποι ευαγγελιστές όχι τόσο γιατί η τυφλότητα ήταν ασθένεια ευρύτατα διαδεδομένη στην Παλαιστίνη και στην αρχαία Ανατολή γενικότερα ή γιατί η συμπάθεια του Ιησού προς το είδος αυτό των ασθενών ήταν μεγάλη, αλλά γιατί τα θαύματα, αυτά αποδεικνύουν τη μεσσιανικότητά του και συγχρόνως αποτελούν «σημεία» μιας νέας πραγματικότητας που φέρει στον κόσμο ο Χριστός. Οι προφήτες της Π. Διαθήκης, περιγράφοντας το έργο του αναμενόμενου Μεσσία, αναφέρουν ανάμεσα στις διάφορες πτυχές του και την ανάβλεψη τυφλών. Αυτός λοιπόν που έχει την εξουσία να ξαναδίνει το φως στους τυφλούς δεν είναι άλλος από το Μεσσία.
Η απόδοση όμως του φωτός στους τυφλούς, πέραν της αποδεικτικής σημασίας της για τη μεσσιανική ιδιότητα του Ιησού, έχει και ένα άλλο βαθύτερο νόημα: Είναι σημάδι μιας νέας καταστάσεως πραγμάτων που εισβάλλει μέσα στο κόσμο του σκότους και της τυφλότητας. Ο Χριστός ανοίγει τα μάτια των ανθρώπων για να μπορέσουν να διαπιστώσουν τη νέα ζωή που αυτός προσφέρει σαν δώρο στον κόσμο. Πολλοί άνθρωποι μολονότι έχουν το σωματικό φως δεν αναγνωρίζουν στο πρόσωπο του Χρίστου τον αποκαλυπτόμενο Θεό που εισέρχεται μέσα στην ανθρώπινη ιστορία για να τη σώσει από την καταστροφή, ενώ από την άλλη μεριά οι ευαγγελιστές μας διασώζουν περιπτώσεις τυφλών που αναγνωρίζουν στον Ιησού το Μεσσία και μετά τη σωματική θεραπεία τους διακηρύσσουν σ’ όλους την πίστη τους. Έτσι δικαιώνεται η φράση του Ιησού που ακολουθεί στο ευαγγέλιο του Ιωάννη ευθύς μετά την περικοπή που διαβάζεται σήμερα: «Εις κρίμα εγώ εις τον κόσμον ήλθον, ίνα οι μη βλέποντες βλέπωσι και οι βλέποντες τυφλοί γένωνται».
Η παρουσία του Χριστού σαν το Φως του κόσμου και εν συνεχεία του Ευαγγελίου του που διακηρύσσει η Εκκλησία δημιουργούν κρίση μέσα στον κόσμο· βέβαια όχι με την έννοια της κατακρίσεως των ανθρώπων αλλά με την έννοια της υποχρεώσεως που δημιουργείται μέσα στον κάθε άνθρωπο να λάβει θέση απέναντι σε αυτό το φως. Από τη στάση δε που λαμβάνει ο καθένας απέναντι στο φως κρίνεται ήδη και προδικάζεται το μέλλον του. Χρειάζεται τόλμη για να δει κανείς κατάματα το φως, να αντικρύσει τη γύμνια του χωρίς να την επενδύει με ψεύτικα και συμβατικά ρούχα, χρειάζεται θάρρος για να συνειδητοποιήσει δυσάρεστες πλευρές του εαυτού του που η ύπαρξή τους τον πληγώνει, να πει το όχι σε πολλές διεφθαρμένες επιθυμίες του που τον συνδέουν με προσωπική ωφέλεια στη ζωή, και παράλληλα να πει το ναι στη πρόσκληση του Θεού. Και την τόλμη αυτή την προσφέρει το φως το ερχόμενο στον κόσμο διά του Ιησού Χριστού.
Το φως αυτό έρχεται σαν μια νέα δημιουργία και ανάπλαση του κόσμου. Είναι χαρακτηριστικό στη σημερινή διήγηση της θεραπείας ότι ο Ιησούς πλάθει πηλό και επιχρίει τα κλειστά μάτια του τυφλού στέλνοντάς τον μετά να πλυθεί στη δεξαμενή του Σιλωάμ. Όπως ο Θεός, κατά την αρχική δημιουργία του κόσμου (σύμφωνα με τη σχετική διήγηση της Π. Διαθήκης) πλάθει με χώμα τον άνθρωπο, έτσι και ο Ιησούς με τον ίδιο τρόπο αναδημιουργεί το καταστραμμένο από τη φθορά της αμαρτίας πλάσμα. Και όπως ο Θεός προστάζει το «γεννηθήτω φως», έτσι και ο Υιός του Θεού με την ίδια δημιουργική δύναμη δίνει το φώς στο τυφλό και ανοίγει τα μάτια των ανθρώπων να δουν την αλήθεια που αυτός αποκαλύπτει για να σώσει τον κόσμο.
Ωστόσο διαφορετικά αντιδρούν οι άνθρωποι μπροστά στο αποκαλυπτόμενο φως του Χριστού. Ενώ ο θεραπευμένος τυφλός ομολογεί και διακηρύσσει χωρίς φόβο σ’ όλους την πίστη του στο Χριστό, οι φαρισαίοι με κάθε τρόπο και μέσο, ακόμη και με εκφοβισμό των γονέων του θεραπευθέντος, προσπαθούν να αρνηθούν την πραγματικότητα του θαύματος. Αρνούνται το φως και εξακολουθούν να παραμένουν στο σκοτάδι. Δεν τολμούν να κοιτάξουν προς το φως, γιατί προτιμούν το σκοτάδι που κρύβει και σκεπάζει τα έργα τους. Ο έλεγχος του φωτός δεν είναι αρεστός στους ανθρώπους, των οποίων τα έργα είναι σκοτεινά και φθοροποιά.
Η σημερινή ευαγγελική διήγηση μας παρουσιάζει το κατεξοχήν και αυθεντικό φως των πολλών αμυδρών φώτων που διεκδικούν σε κάθε εποχή τον φωτισμό και την καθοδήγηση των ανθρώπων. Προβάλλει τον Χριστό σαν φως και σωτήρα του κόσμου που φέγγει μέσα στο σκοτάδι και καλεί τους ανθρώπους να τον ακολουθήσουν. Η στάση απέναντι σ’ αυτό το φως είναι αποφασιστική για την τύχη του κάθε ανθρώπου. Όποιος απορρίπτει το φως του Χριστού και παραμένει στο σκοτάδι, γιατί αυτό το σκοτάδι καλύπτει τα πονηρά του έργα, -είναι κατ’ ουσία τυφλός έστω και αν έχει τα σωματικά του μάτια. Όσοι αναγνωρίζουν την πνευματική τυφλότητά τους και προστρέχουν προς το φως του Χριστού, αποκτούν την απαιτουμένη δράση για να δουν την αλήθεια σχετικά με τον εαυτό τους, με τον πλησίον τους, με την δωρεά του Θεού γι’ αυτούς. Στη στάση του θεραπευμένου τυφλού και των φαρισαίων της διηγήσεως απηχούνται οι δύο διαμετρικά αντίθετες στάσεις των ανθρώπων απέναντι στο θείο φως. Ο κάθε άνθρωπος κρίνεται από το αν θελήσει να αντικρίσει με Θάρρος το φως ή από το αν προτιμήσει το εύκολο σκοτάδι.
(Ιωαν.Δ.Καραβιδόπουλου,Ομοτ. καθηγητού Παν/μίου, «Οδός ελπίδας»)