Αναστάσιμη θεοεμπειρία
Ο ευαγγελιστής Λουκάς μας λέει ότι οι οφθαλμοί των δύο μαθητών πού πήγαιναν προς Εμμαούς «εμποδίζονταν ώστε να μην μπορούν να αναγνωρίσουν τον αναστημένο Κύριο». Επομένως, όπως γίνεται αντιληπτό, η προσέγγιση στο μυστήριο της Αναστάσεως δεν είναι μόνο αποτέλεσμα ανθρώπινης προσπάθειας, αλλά χρειάζεται και η θεία αποκάλυψη. Όταν ο Κύριος όμως βλέπει εκ μέρους μας μία αγαθή διάθεση προσεγγίσεως, τότε ανταποκρίνεται. Οι δύο μαθητές προς Εμμαούς «αναγνώρισαν τον αναστημένο Κύριο «εν τη κλάσει του άρτου», αφού πρώτα «διηνοίχθησαν αυτών οι οφθαλμοί». Όταν τους μιλούσε ο αναστημένος Κύριος η καρδία των δύο μαθητών ήταν «καιομένη», δηλαδή «παλλόταν» (Εύθ. Ζιγαβηνός), «ένιωθαν μια εσωτερική θερμότητα και παραδέχονταν όσα άκουγαν ως αληθή» (Θεοφύλακτος Βουλγαρίας) . Έχοντας λοιπόν οι δύο μαθητές μια τόσο έντονη αναστάσιμη θεοεμπειρία, έγιναν κήρυκες της Αναστάσεως στους ένδεκα συγκεντρωμένους μαθητές.
Προϋποθέσεις αναστάσιμης θεοεμπειρίας.
Ο Μέγας Βασίλειος στην θεολογικώτατη θεία Λειτουργία του και σε μια ευχή του ζητεί από το Θεό να μας καθαρίσει «από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος» και να μας διδάξει να τελειοποιούμαστε στην αγιοσύνη με το φόβο του, ώστε με καθαρή συνείδηση να υποδεχθούμε τη μερίδα των αγιασμάτων του και στη συνέχεια καταλήγει: «για να ενωθούμε με το άγιο Σώμα και Αίμα του Χριστού . Και αφού υποδεχτούμε αυτά αξίως ( τα θεία μυστήρια), να έχουμε τον Χριστό, κάτοικο στις καρδιές μας, και να γίνουμε ναός του αγίου σου Πνεύματος». Μόνο σ’ ένα τέτοιο πνευματικό και λειτουργικό πλαίσιο μπορεί ο πιστός να αποκτήσει αναστάσιμη θεοεμπειρία, ανάλογη με αυτή των δύο μαθητών που προαναφέραμε. Ο πιστός στη θεία Ευχαριστία κοινωνεί το Σώμα και το Αίμα του Αναστάντος Χριστού. Όλη η θεία Λειτουργία έχει αναστάσιμο χαρακτήρα. Ο πιστός κατ’ αυτήν προγεύεται του «γαμήλιου δείπνου». Στη θεία Λειτουργία ενεργεί ο ίδιος ο Θεός. «Καιρός του ποιήσαι τω Κυρίω». Φεύγουμε από τα πρόσκαιρα χρονικά όρια και μπαίνουμε στο χρόνο της αιωνιότητας. Βιώνουμε το μυστήριο της οικονομίας του Χριστού. Συμμετέχουμε στη σταυροαναστάσιμη πορεία του Κυρίου: «είχαμε του θανάτου σου την μνήμη, είδαμε της Αναστάσεως σου τον τύπο, γευτήκαμε την ατελεύτητη ζωή σου· απολαύαμε ατέλειωτη απόλαυση», προσεύχεται μυστικώς ο ιερέας, καθώς τελειώνει η θεία Λειτουργία, με τα λόγια του Μεγάλου Βασιλείου.
Βασική όμως προϋπόθεση, για να δούμε της αναστάσεως τον τύπο και να απολαύσουμε την ατελεύτητου ζωή, -όπως μας προδιέγραψε ο Μέγας Βασίλειος παραπάνω- είναι ο αγώνας για σωματική και ψυχική κάθαρση. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος μας υπενθυμίζει: «καθαρτέον πρώτον εαυτόν, είτα τω καθαρώ προσομιλητέον». Γι’ αυτό και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός στον περίφημο κανόνα του Πάσχα μας προτρέπει: «Καθαρθώμεν τας αισθήσεις, και οψόμεθα τω απροσίτω φωτί της Αναστάσεως Χριστόν εξαστράπτοντα, και χαίρετε φάσκοντα τρανώς ακουσόμεθα, επινίκιον αδοντες». Είναι πολύ διαφωτιστική η ερμηνεία που κάνει σ’ αυτό το τροπάριο ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης: «Παραγγέλλει λοιπόν σε μας ο ιερός Μελωδός να φυλάμε καθαρές τις νοερές αισθήσεις της ψυχής από κακές επιθυμίας και θυμούς, από λογισμούς βλάσφημους, πονηρούς και αισχρούς, και από όλα τα πάθη τα καλούμενα ψυχικά· να φυλάμε καθαρές και τις αισθήσεις του σώματος μας», και πιο κάτω συνεχίζει: «επειδή από τις αισθήσεις σαν από κάποιες θυρίδες αναβαίνει θάνατος της ψυχής , κατά τον λόγο «Ανέβη θάνατος διά των θυρίδων»». Και καταλήγει ο άγιος: «Εάν καθαρισθούμε… από όλες τις αισθήσεις, θα απολαύσουμε τις νοητές χάριτες του αναστάντος Κυρίου», (…) «Εάν Δε είμαστε ακάθαρτοι δεν θα αξιωθούμε ούτε τον Χριστό να δούμε, ούτε τη φωνή του να ακούσουμε»
Η αναστάσιμη θεοεμπειρία στον Απόστολο Παύλο.
Ο Απόστολος Παύλος υπογραμμίζει τον αναστάσιμο χαρακτήρα της χριστιανικής ζωής, που φαίνεται στην πραγματική συμμετοχή του πιστού στη ζωή του αναστημένου Χρίστου. Πριν έλθει ο Χριστός, η ζωή των ανθρώπων ήταν ένας καθημερινός πνευματικός θάνατος. Ο Χριστός με την έγερσή του ζωοποίησε κι εμάς μαζί, «νεκρούς όντας» Μας συγχώρησε όλες τις αμαρτίες. Έχουμε πεθάνει πλέον μαζί με το Χριστό «ως προς τα στοιχεία του κόσμου». Γι’ αυτό και ο Απόστολος παραγγέλλει: «Εάν αναστηθήκατε με τον Χριστό να ζητάτε τα ουράνια,… τα ουράνια να σκεφτόσαστε και όχι τα γήινα». Ο χριστιανός οφείλει να νεκρωθεί προς κάθε τι το γήινο, να απεκδυθεί τον παλαιό άνθρωπο των παθών και της αμαρτίας και να ενδυθεί το νέο εν Χριστώ άνθρωπο, τον «ανακαινούμενον». Τα χαρακτηριστικά του καινούργιου, του αναστημένου έν Χριστώ ανθρώπου είναι η φιλευσπλαχνία, η αγαθότητα, η ταπεινοφροσύνη, η πραότητα, η μακροθυμία, η ανεκτικότητα του ενός προς τον άλλο και η συγχωρητικότητα, κατά το παράδειγμα του Χριστού. Οι βασικές αρετές που πρέπει να κοσμούν τον αναστημένο εν Χριστώ άνθρωπο είναι η αγάπη, η οποία χαρακτηρίζεται ως σύνδεσμος τελειότητας και η ειρήνη του Θεού. Γενικά, η ευγνωμοσύνη και η ευχαριστία προς το Θεό είναι σημεία που δείχνουν ότι πραγματικά συναναστηθήκαμε με το Χριστό. Ο Χριστιανός στο άγιο βάπτισμα θάπτεται μαζί με τον Χριστό, πεθαίνει και συνανασταίνεται πάλι με το Χριστό. Ο χριστιανός ζει πλέον μια καινούργια ζωή, τη ζωή του Αναστάντος. Αν ο χριστιανός περιμένει ανυπόμονα την τελική μεταμόρφωση του ταπεινού σώματος του σε σώμα δόξας, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι από τώρα κατέχει τον αρραβώνα αυτής της μελλοντικής καταστάσεως.
( Πρεσβυτέρου Σταύρου Τρικαλιώτη, Τα ένδεκα εωθινά, Εκδ, Τήνος)