Ακολουθώντας εκείνους που «ακόμα κλαίνε»
Μούτταλος, επαρχία Πάφου. Ηλικιωμένο ζευγάρι Ελληνοκυπρίων, στο οποίο είχε δοθεί εγκαταλελειμμένο τουρκοκυπριακό σπίτι όταν εξωθήθηκαν από τα Κατεχόμενα. Στους τοίχους διατηρούν ακόμη τις αναμνήσεις τους, ζουν καθημερινά με αυτές. Στο νέο τους σπίτι προτίμησαν να θυμούνται τον λόγο που βρέθηκαν σε αυτό. Ανήκουν κι εκείνοι στα «πλάσματα που κλαίνε»…
Όταν από το πολιτικό μετακινείσαι στο ανθρώπινο, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά – τους λείπουν η στυγνή λογική, η realpolitik, οι συνεννοήσεις, κρυφές και φανερές, η στρατηγική. Οι ανθρώπινες ιστορίες, ακόμη και οι ελάχιστες, οι αδιόρατες, οι ξεχασμένες, έχουν το δικό τους ειδικό βάρος στην Ιστορία· είναι εκείνες που συμπληρώνουν το παζλ της κατανόησης της πορείας μιας χώρας, ενός λαού, ενός έθνους. Είναι ιστορίες ξεγυμνωμένες από στόχους και επισημότητες.
Χολέτρια, επαρχία Πάφου. Ο παπα-Λάζαρος είναι μία από τις εμβληματικές μορφές της κυπριακής κοινωνίας. Ο ένας του γιος δολοφονήθηκε, στα 16 του, στη Μητρόπολη Πάφου από εξτρεμιστές, στα γεγονότα του ’74. Ο δεύτερος σκοτώθηκε στον πόλεμο. Ο ίδιος δεν κατηγόρησε ποτέ κανέναν για τίποτα. Ελεγε διαρκώς «ήταν θέλημα Θεού», μιλώντας επίμονα για την αγάπη.
Εδώ και 16 χρόνια, ο Κύπριος φωτογράφος Άντρος Ευσταθίου –που πέρυσι μας είχε εντυπωσιάσει με την έκθεσή του, στην γκαλερί Ευριπίδης, για το εγκαταλελειμμένο αεροδρόμιο Λευκωσίας (βλ. «Η σιωπή μετά την τελευταία πτήση», «Κ», 5/4/2017)– αποτυπώνει τις καθημερινές ιστορίες των ανθρώπων, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, που αναγκάστηκαν να ξεριζωθούν από τον τόπο τους με την ανταλλαγή πληθυσμών στα γεγονότα του 1974. Από το 2002, ο φωτογράφος επιμένει να συλλέγει βλέμματα, φιγούρες, σκιές, στιγμιότυπα καθημερινής ζωής από «πλάσματα που ακόμα κλαίνε για τις απώλειες, για τις αναμνήσεις», όπως λέει ο ίδιος σε συνομιλία του με την «Κ».
Μονή Αποστόλου Ανδρέα, Καρπασία. Η μοναχή αρνήθηκε, το 1974, να εγκαταλείψει το μοναστήρι, διότι είχε δει όραμα που την καλούσε να φορέσει το σχήμα. Ολη μέρα προσεύχεται και κάνει δουλειές. Ο ιερέας της ίδιας μονής, ο παπα-Ζαχαρίας, είχε διώξει τους δικούς του, που τους συναντούσε στα οδοφράγματα, ενώ εκείνος έμεινε πίσω. Xρόνια μετά, ξανασυναντήθηκε με τη σύζυγό του.
Ο Άντρος Ευσταθίου, όπως εξομολογείται, δεν είχε γνωρίσει ποτέ Τουρκοκύπριο, έως περίπου το 2003, οπότε και άνοιξαν τα πρώτα οδοφράγματα και εκείνος, μετά τη φωτογραφική καταγραφή του Μούτταλου, του προσφυγικού συνοικισμού στην Πάφο, άρχισε να επισκέπτεται την κατεχόμενη ενδοχώρα. «Προσπαθούσα να γνωρίσω τους Τουρκοκυπρίους, να ακούσω τις ιστορίες τους – κυρίως, όμως, να απολαύσω τη γενναιόδωρη φιλοξενία τους. Έμπαινα στα σπίτια τους, μου εξομολογούνταν πώς ξεριζώθηκαν από τις πόλεις τους στην ελεύθερη πλευρά, πώς είναι να ζεις στο σπίτι κάποιου άλλου. Δεν είναι εύκολο να έρχεσαι αντιμέτωπος με όλα αυτά», λέει ο φωτογράφος, που θέλησε να μοιραστεί τμήμα της έως τώρα συλλογής του με την «Κ».
Ανδρολύκου, επαρχία Πάφου. Οταν το 1974 διώχθηκε από τα μετέπειτα Κατεχόμενα, μαζί με άλλους Τουρκοκυπρίους, το μόνο που σκεφτόταν ήταν πώς θα επιστρέψει. Κατάφερε να εξασφαλίσει έγγραφα και να ξαναβρεθεί στην κοινότητα Ανδρολύκου. Εχτισε εξαρχής μια ζωή στα συντρίμμια εκείνης που είχε αφήσει πίσω. Εγινε επιπλοποιός και απέκτησε ένα μικρό κοπάδι.
Έπειτα από τόσα χρόνια και απειράριθμες ιστορίες, ο Άντρος Ευσταθίου συμπεραίνει ότι ούτε οι Ελληνοκύπριοι αλλά ούτε και οι Τουρκοκύπριοι ήθελαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους· τα γεγονότα του ’74 τους ξεπερνούσαν, ήταν πέρα από αυτούς και την καθημερινότητά τους, τους ήταν δύσκολο να τα κατανοήσουν… «Σήμερα, όμως, τόσα χρόνια μετά, αυτές οι μικρές ιστορίες έχουν ξεχαστεί, κι ας είναι ίδιες και για τις δύο πλευρές. Σχεδόν το ίδιο το Κυπριακό έχει ξεχαστεί από την πλειονότητα. Σαν να έχουμε κάπως “βολευτεί” με την υπάρχουσα κατάσταση, ειδικά τώρα που ελεύθερα μπορούμε όλοι ανεξαιρέτως να κάνουμε ψώνια, διακοπές και βόλτες και στο κατεχόμενο και στο ελεύθερο τμήμα της Κύπρου», λέει ο Άντρος Ευσταθίου.
Άγιος Γεώργιος, επαρχία Πάφου. Η εικονιζόμενη Τουρκοκύπρια, στα γεγονότα του 1974, κρύφτηκε στα βουνά. Δεν ήθελε να φύγει από τον τόπο της. Έπειτα από λίγες ημέρες, όταν ηρέμησε η κατάσταση, επέστρεψε στον Άγιο Γεώργιο. Εκτοτε, ποτέ, καμία στιγμή, δεν κατέστη ξένο σώμα. ‘Ηταν πάντα ένα με όλους. Ακόμη και με τους ξεριζωμένους Ελληνοκυπρίους.
Αφοσίωση και επιμονή
Η «Κ» σήμερα δημοσιεύει ένα ελάχιστο δείγμα αυτής της σειράς του Άντρου Ευσταθίου, συνοδευόμενο από τις ιστορίες πίσω από αυτές. Κάποια πρόσωπα εξ όσων καταγράφονται είναι πρόσωπα-σύμβολα για την Κύπρο, λόγω κάποιας αφοσίωσης ή επιμονής ή εξαιτίας της τραγικότητας που κουβαλούν μαζί τους. Όλοι, όμως, λένε μιαν ιστορία σήμερα για το τότε – και, ίσως, καταμαρτυρούν μιαν επιθυμία για το μέλλον του νησιού.