Έκτακτη συνεδρία της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου 11-02-2015
ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου συνῆλθε σήμερα Τετάρτη, 11 Φεβρουαρίου 2015, σὲ ἔκτακτη συνεδρία, ὑπὸ τὴν προεδρία τῆς Α.Μ. τοῦ Ἀρχιεπισκόπου κ.κ. Χρυσοστόμου, καὶ συνέχισε τὴ συζήτηση γιὰ τὰ θέματα τῆς Παιδείας τοῦ τόπου, μετὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἐνημέρωση τῆς ὁποίας ἔτυχε ἀπὸ τὸν Ὑπουργὸ Παιδείας καὶ Πολιτισμοῦ, κατὰ τὴν προηγουμένη συνεδρία της.
Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ἐπικροτεῖ τὴν πρόθεση τῆς Κυβέρνησης γιὰ ἀντικατάσταση τοῦ Λυκείου Ἐπιλογῆς Μαθημάτων (ΛΕΜ). Ἡ πείρα τῶν τριάντα περίπου ἐτῶν λειτουργίας τοῦ ΛΕΜ ἀπέδειξε ὅτι οἱ μαθητὲς ὁδηγοῦνται στὴν ἐπιλογὴ τῆς «ἥσσονος προσπαθείας», ἀφοῦ προκρίνουν εὔκολα μαθήματα ἀπὸ τὰ ὁποῖα προσδοκοῦν ὑψηλότερες βαθμολογίες μὲ λιγότερη μελέτη. Τὰ χαμηλὰ ἀποτελέσματα σὲ παγκύπριους ἢ καὶ διεθνεῖς διαγωνισμοὺς ὀφείλονται, ἐν πολλοῖς, καὶ σ’ αὐτὴ τὴ στάση τῶν μαθητῶν.
Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος θεωρεῖ ὀρθὴ καὶ τὴν πρόθεση τῆς Κυβέρνησης νὰ εἰσαγάγει νέο τρόπο διορισμοῦ τῶν ἐκπαιδευτικῶν μὲ τὴν κατάργηση τοῦ καταλόγου διοριστέων ὅπως αὐτὸς ὑφίσταται σήμερα. Ἕναν πτυχίο μιᾶς πανεπιστημιακῆς σχολῆς δὲν εἶναι, ἀσφαλῶς, τὸ μόνο ἀπαιτούμενο γιὰ ἕναν καλὸ ἐκπαιδευτικό. Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος πιστεύει ὅτι θὰ τεθοῦν ἀσφαλιστικὲς δικλίδες ὥστε νὰ διορίζονται οἱ πλέον ἄξιοι καὶ νὰ ἀποκλείονται παρεμβάσεις ὁποθενδήποτε.
Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ἐπικροτεῖ τὶς προτάσεις τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας καὶ ὡς πρὸς τὸ θέμα τῆς ἀξιολόγησης τῶν ἐν ἐνεργείᾳ ἐκπαιδευτικῶν, γιατί πιστεύει ὅτι ἡ ἰσοπεδοτικὴ βαθμολογία, ὅπως παρουσιάζεται σήμερα, δὲν ἐξασφαλίζει τὴν προαγωγὴ τῶν ἱκανοτέρων, μὲ ἀποτέλεσμα τὸν ὑποβιβασμὸ τῶν ἐπιπέδων Παιδείας. Ἡ ἀξιολόγηση ἑνὸς ἐκπαιδευτικοῦ ἡ ὁποία στηρίζεται, κυρίως, στὴ γνώμη ἑνὸς προσώπου ποὺ τὸ ἐπιθεωρεῖ μία φορὰ ἀνὰ ἔτος ἢ ἀνὰ διετία, δὲν συνιστᾷ δίκαιη ἀντιμετώπιση τοῦ ἔργου τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ οὔτε καὶ ἀποκλείει ὑποκειμενικὲς κρίσεις.
Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ἀσχολήθηκε περισσότερο μὲ τὴ μελέτη τοῦ εἴδους τῆς προσφερόμενης Παιδείας καὶ τὸν προσανατολισμὸ της ἐν σχέσει μὲ τὸν χριστιανικὸ καὶ ἑλληνικὸ χαρακτῆρα της.
Τὴν παιδεία ἐξασκεῖ, ὅπως εἶναι ἀντιληπτὸ σὲ ὅλους, ὁλόκληρη ἡ κοινωνία μὲ τοὺς θεσμούς, τὰ ἤθη, τὶς ὀργανώσεις, τὰ μέσα ἐπικοινωνίας. Καὶ φαίνεται ἔτσι ἡ ἀλληλεπίδραση παιδείας – κοινωνίας. Ἀνάλογα μὲ τὸ ποιὸν τῆς κοινωνίας θὰ ἐνισχύεται ἢ θὰ ἀποδυναμώνεται καὶ ἡ παιδεία. Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ἔχει τὴ γνώμη ὅτι ἡ παιδεία ποὺ προσφέρεται σήμερα ἀπὸ τὴν κοινωνία μας, λόγῳ τῶν ἀνεπιθύμητων καὶ ἐν πολλοῖς ἀντιθέτων ρευμάτων ποὺ διατρέχουν τὴν τελευταία, δὲν εἶναι ἡ ἐπιθυμητή. Ἔχει ἀποδυναμωθεῖ. Τοῦτο ἐπηρέασε ἀρνητικὰ καὶ τὴ σχολικὴ ἐκπαίδευση. Κι εἶναι ἀκριβῶς αὐτὴ ἡ παιδεία ποὺ χρειάζεται σήμερα νὰ ἀποκατασταθεῖ καὶ νὰ ἀνανεωθεῖ γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἐπιτελέσει τὸ σημαντικὸ ρόλο της.
Ἡ σχέση παιδείας – κοινωνίας καὶ πολιτισμοῦ δὲν εἶναι, ὅμως, μονοσήμαντη. Ἡ παιδεία ἀποτελεῖ ἔκφραση τοῦ πολιτισμοῦ μίας κοινωνίας. Κι ἀκόμα εἶναι τὸ μέσο γιὰ τὴ διαιώνιση τῆς κοινωνίας. Εἶναι μὲ τὴν παιδεία ποὺ ἡ κοινωνία θὰ μεταδώσει στὴ νέα γενιὰ τὶς ἐθνικές, τὶς θρησκευτικὲς καὶ τὶς ἄλλες πολιτιστικὲς ἀξίες της καὶ μ’ αὐτὴ ἡ νέα γενιὰ θὰ βοηθηθεῖ νὰ ἐνταχθεῖ στὸ κοινωνικὸ σύνολο. Γι’ αὐτὸ καὶ τονίζεται ὁ ρόλος τοῦ Σχολείου καὶ τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας.
Μιλοῦμε σήμερα γιὰ πολιτιστικὴ ἀλλοτρίωση, ποὺ θέτει σὲ ἄμεσο κίνδυνο τὴν πολιτιστική μας ταυτότητα, γιατί στὸν πολιτισμὸ μας ἔχουν διεισδύσει ξένες ἰδέες καὶ ξένα ἤθη. Τοῦτο ὀφείλεται καὶ στὴν ἀδυναμία τῆς παιδείας μας νὰ ἐκφράσει σωστὰ τὶς ἀξίες τῆς κοινωνίας μας, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἔθνους καὶ τῆς παράδοσής μας, καὶ νὰ τὶς μεταφέρει ἀποτελεσματικὰ στὴ νέα γενιά. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ διακυβεύεται, ὅμως, ἡ ἴδια ἡ ἐθνική μας ὕπαρξη.
Οἱ χριστιανικὲς ἀξίες καὶ τὸ Ὀρθόδοξο πρότυπο ζωῆς, ποὺ ἀποτελοῦν οἰκουμενικὲς ἀξίες, θὰ πρέπει νὰ ἀποτελοῦν τὸν ἕναν ἐκ τῶν δύο βασικῶν πυλώνων τῆς παιδείας μας καθὼς καὶ τῆς προσφερόμενης στὰ σχολεῖα ἐκπαίδευσής μας. Αὐτὲς θὰ ὁδηγήσουν στὴν ἐπίτευξη τῆς ἁρμονικῆς συνύπαρξης τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό, τὸν συνάνθρωπο καὶ τὴ φύση, ποὺ ἀποτελοῦν κύριους στόχους μίας δημοκρατικῆς καὶ πανανθρώπινης παιδείας.
Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος πιστεύει ὅτι πρέπει ὅλοι νὰ ἐνδιαφερθοῦμε καὶ γιὰ τὸν ἑλληνικὸ χαρακτήρα τῆς παιδείας μας, ποὺ μὲ τὶς ἀξίες ποὺ καλλιέργησε καὶ ἀνάδειξε ἔγινε ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος τοῦ παγκόσμιου ὑγιοῦς ἀνθρωπισμοῦ. Πολὺ περισσότερον ὅμως ἐμεῖς ἐδῶ στὴν Κύπρο πρέπει νὰ ἐγκύψουμε σ’ αὐτὴ τὴ διάσταση τῆς παιδείας μὲ περισσὴ ἐπιμέλεια. Αὐτὴ εἶναι ποὺ θὰ μεταδώσει στὴ νέα γενιὰ τὴ συντήρηση τῆς μνήμης τῆς κατεχόμενης γῆς μας, τὴν εὐαισθησία γιὰ ἀντίδραση σὲ κάθε νέα ἐπιβουλὴ καὶ τὴν ἀγωνιστικὴ διάθεση γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση. Κι εἶναι ὅλα αὐτὰ ζωτικῆς σημασίας γιὰ τὴ συνέχιση τῆς ὕπαρξής μας στὴν πατρίδα μας.
Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ἐπισημαίνει καὶ τὴν ἀνάγκη ἐπίδειξης μεγαλύτερου ἐνδιαφέροντος στὸν τομέα τῆς γλωσσικῆς κατάρτισης τῶν παιδιῶν μας καὶ καλεῖ τὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας νὰ αὐξήσει τὶς ὧρες διδασκαλίας της στὰ σχολεῖα μας, ἐξετάζοντας καὶ τὴ δυνατότητα τῆς εἰσαγωγῆς τῆς διδασκαλίας τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς γλώσσας. Ἡ γλώσσα εἶναι ἕνας βασικὸς τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο ἐκδηλώνεται ἀλλὰ καὶ βιώνεται ἡ ἐθνικὴ αὐτοσυνειδησία ἑνὸς λαοῦ. Ἡ ἑλληνικὴ γλώσσα εἶναι ὁ ἀρραγὴς συνδετικὸς κρίκος τῆς ἱστορίας τοῦ ἔθνους μας. Μίας ἱστορίας 35 σχεδὸν αἰώνων. Εἶναι ἡ ἴδια γλώσσα τοῦ «Αἰὲν ἀριστεύειν» καὶ τοῦ «Βασιλεῦ οὐράνιε», τοῦ «Ἴτε παῖδες Ἑλλήνων… νῦν ὑπὲρ πάντων ἀγὼν» καὶ τοῦ «Ἀπόσεισέ τους, Πενταδάκτυλέ μου», ἡ γλώσσα τοῦ Ὁμήρου, καὶ τοῦ Σοφοκλῆ, ἀλλὰ καὶ τοῦ Παλαιολόγου καὶ τοῦ Ρήγα Φεραίου καὶ τοῦ Εὐαγόρα Παλληκαρίδη.
Ὡς Ἐκκλησία ἔχουμε κι ἕναν ἐπιπλέον λόγο νὰ καυχόμαστε γιὰ τὴν Ἑλληνική μας γλώσσα. Ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ κατεγράφη ἐξ ἀρχῆς εἰς τὴν Ἑλληνικὴ γλώσσα. Κι ἀργότερα, ὅταν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἔπρεπε νὰ ἑρμηνευθεῖ μὲ τὸν λόγο τοῦ ἀνθρώπου, δὲν ὑπῆρχε στὴ σκηνὴ τῆς Ἱστορίας ἄλλος φιλοσοφικὸς λόγος ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Ἑλληνικὸ καὶ σ’ αὐτὸν ἑρμηνεύθηκε καὶ ἀναλύθηκε ἡ Καινὴ Διαθήκη.
Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος θεωρεῖ ὅτι εἶναι χρέος ἐπιτακτικό, ὄχι μόνον τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας καὶ τῶν Ἐκπαιδευτικῶν, ἀλλὰ ὅλου τοῦ λαοῦ, νὰ προστατεύσουμε ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ τὴν Ἑλληνική μας παιδεία ποὺ βασίζεται στὶς ἀναλλοίωτες Χριστιανικὲς καὶ Ἑλληνικὲς ἀξίες. Παραλλήλως ζητεῖ ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας ὅπως καλεῖ κατὰ τοὺς προβληματισμοὺς καὶ τὴ λήψη ἀποφάσεων, μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους θεσμικοὺς φορεῖς καὶ ἐκπρόσωπο τῆς Ἐκκλησίας προκειμένου νὰ μεταφέρονται καὶ οἱ θέσεις της. Ἀς μὴ λησμονεῖται ὅτι γιὰ αἰῶνες πολλοὺς ἡ Ἐκκλησία μόνη ἐκράτησε τὸ βάρος καὶ τὴν εὐθύνη τῆς Παιδείας τοῦ τόπου.
Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Κύπρου,
11 Φεβρουαρίου 2015.
Αναδημοσίευση από την Ιστοσελίδα της Εκκλησίας της Κύπρου