Δημιουργία και Αναδημιουργία
Ρένος Κωνσταντίνου, θεολόγος
Στο παρόν κείμενο σημειώνονται κάποιες σημαντικές θέσεις της ορθόδοξης θεολογίας περί της Δημιουργίας του κόσμου και του ανθρώπου από τον Θεό και της Αναδημιουργίας, η οποία πραγματοποιείται με το λυτρωτικό έργο του Κυρίου, το Πάθος και την Ανάστασή του και θα ολοκληρωθεί με τη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού και την έλευση της Βασιλείας των Εσχάτων.
Για τη δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου υπάρχουν στη Γένεση δύο διηγήσεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι η μια αναιρεί την άλλη, αλλά αντίθετα αλληλοσυμπληρώνονται[1]. Η πρώτη διήγηση περιλαμβάνεται στο Γεν. 1, 1 – 2, 4α, ενώ η δεύτερη στο Γεν. 2, 4β – 25 [2]. Οι δύο αυτές διηγήσεις προέρχονται από διαφορετικές παραδόσεις[3]. Στην πρώτη διήγηση ο Θεός ακολουθεί κατά τη δημιουργία μια πορεία απο τα ατελέστερα προς τελειότερα. Η δημιουργία συντελείται σε εφτά «μέρες», οι οποίες νοούνται ως μεγάλα χρονικά διαστήματα[4]. Το δημιουργικό έργο του Θεού ολοκληρώνεται με τον αγιασμό της έβδομης μέρας[5].
Η δεύτερη διήγηση διαφοροποιείται από την πρώτη. Στη διήγηση αυτή η δημιουργία συντελείται κυρίως σαν άρδευση μιας έρημης περιοχής[6]. Η γη παρουσιάζεται έρημη και το δημιουργικό έργο του Θεού αρχίζει με την εμφάνιση του νερού[7]. Στη συνέχεια περιγράφεται η δημιουργία του Αδάμ[8] και ακολούθως τα φυτά[9] και τα ζώα[10]. Τέλος δημιουργείται η γυναίκα από την πλευρά του άνδρα[11]. Στη διήγηση αυτή δεν υπάρχει η αναφορά στις εφτά δημιουργικές «μέρες». Επίσης δεν αναφέρεται η θάλασσα και τα ζωντανά που υπάρχουν σε αυτήν. Δεν γίνεται τέλος αναφορά στον κόσμο των ουρανίων σωμάτων. Ωστόσο είναι άξιο προσοχής ότι στη διήγηση αυτή δίνονται περισσότερες λεπτομέρειες για τη δημιουργία του ανθρώπου και τη σχέση άνδρα και γυναίκας[12].
Η διήγηση για την παρακοή των πρωτοπλάστων, την πτώση και τις συνέπειες της είναι στο 3ο κεφάλαιο της Γενέσεως[13]. Εδώ γίνεται αναφορά για την είσοδο και παρουσία του κακού στον κόσμο[14]. Οι πρωτόπλαστοι έλαβαν την εντολή να μην γευτούν τον καρπό από το «δένδρο της γνώσης του καλού και πονηρού»[15]. Ωστόσο παρασύρονται από ένα φίδι, που είναι ο αρχέκακος διάβολος και παραβαίνουν την εντολή του Θεού[16]. Όταν αργότερα ελέγχονται από το Θεό, προσπαθούν να δικαιολογήσουν την πράξη τους ρίχνοντας το βάρος της ευθύνης ο άνδρας στη γυναίκα και η γυναίκα στο φίδι (διάβολο)[17]. Τέλος, αφού ακούν από το στόμα του Θεού τις συνέπειες της παρακοής τους, εκδιώκονται από τον παράδεισο της τρυφής[18].
Τα γεγονότα, αλλά και πρόσωπα της Παλαιάς Διαθήκης είναι γνωστό ότι προτυπώνουν αυτά (γεγονότα και πρόσωπα) της Καινής Διαθήκης[19]. Ο παλαιός Αδάμ προτυπώνει το νέο Αδάμ, που δεν είναι άλλος από τον Ιησού Χριστό. Κατά τη Γένεση ο Αδάμ είναι το κέντρο και η κεφαλή της Δημιουργίας. Στην Καινή Διαθήκη ο νέος Αδάμ, δηλαδή ο Χριστός είναι το κέντρο και η κεφαλή της ανακαινισμένης Δημιουργίας. Η Αναδημιουργία και ο ανακαινισμός της κτίσεως και του ανθρώπου πραγματοποιείται στο πρόσωπο του Χριστού και στην Εκκλησία, που είναι το Σώμα Χριστού, η Βασιλεία των Εσχάτων. Η Δημιουργία και ο Αδάμ της Παλαιάς Διαθήκης προτυπώνουν το νέο Αδάμ (Χριστό) και τη νέα Δημιουργία στην Καινή Διαθήκη[20]. Η παρακοή του Αδάμ έφερε στον κόσμο την αμαρτία, την φθορά και τον θάνατο. Η υπακοή του Χριστού θεμελιώνει το νέο κόσμο όπου η φθορά και ο θάνατος δεν έχουν θέση[21]. Όπως η καταστροφή της κτίσης είχε προσωπική αφετηρία τον πρώτο Αδάμ, η ανακαίνιση της πραγματοποιείται με τον νέο Αδάμ, τον Χριστό: «εἴ τις ἐν Χριστῷ καινὴ κτίσις»[22].
Η Αναδημιουργία και η Απολύτρωση εγκαινιάστηκαν με το Χριστό και προχωρούν προς το εσχατολογικό τέλος, που είναι η ανακεφαλαίωση και συμφιλίωση πάντων στο πρόσωπο του Χριστού[23]. Η Απολύτρωση και Σωτηρία αφορά πρώτα και κύρια τον άνθρωπο. Με το μυστήριο του Βαπτίσματος ο άνθρωπος εντάσσεται στο Σώμα του Χριστού, που είναι η Εκκλησία, ανακαινίζεται και ανανεώνεται εσωτερικά κατ’ εικόνα του Δημιουργού του. Αποβάλει τον παλαιό άνθρωπο της αμαρτίας και ενδύεται το νέο[24]: «ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν»[25]. Η νέα εν Χριστώ Δημιουργία, η Απολύτρωση, η Ανακεφαλαίωση και η συμφιλίωση των πάντων στο πρόσωπο του Χριστού αφορά και τα σύμπαντα[26]: «ἀνακεφαλαιώσασθαι τὰ πάντα ἐν τῷ Χριστῷ, τὰ ἐπὶ τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, ἐν αὐτῷ»[27].
Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι η Δημιουργία και ο Αδάμ της Παλαιάς Διαθήκης προτυπώνουν το νέο Αδάμ (Χριστό) και την νέα Δημιουργία στην Καινή Διαθήκη. Με την παρακοή του πρώτου Αδάμ εισήλθε στον κόσμο το κακό, η φθορά και ο θάνατος. Η συντριβή του κακού και η κατάλυση του θανάτου, πραγματοποιούνται στο πρόσωπο του Χριστού, που είναι ο νέος Αδάμ.
[1] Δ. Δρίτσα και άλλοι, Χριστιανισμός και Θρησκεύματα, Β΄ Ενιαίου Λυκείου, (Αθήνα 2006), σελ. 94 -95.
[2] Μ. Κωνσταντίνου, Ρήμα Κυρίου κραταιόν, ( Θεσσαλονίκη 1990), σελ. 69 -70.
[3] Μ. Κωνσταντίνου, Στο ίδιο, σελ. 69
[4] Μ. Κωνσταντίνου, Ο.π., σελ. 69.
[5] Γεν. 2, 1-4α.
[6] Γεν. 2, 6-7.
[7] Μ. Κωνσταντίνου, Ο.π., σελ. 69.
[8] Γεν. 2, 7.
[9] Γεν. 2, 8-9.
[10] Γεν. 2, 18-20.
[11] Γεν. 2, 21-25.
[12] Δ. Δρίτσα και άλλοι, Στο ίδιο, σελ. 94 -95.
[13] Γεν. 3, 1-24.
[14] Μ. Κωνσταντίνου, Ο.π., σελ. 108.
[15] Γεν. 2, 17.
[16] Γεν. 1, 1-7.
[17] Γεν. 3, 8-13.
[18] Γεν. 3, 14 -24.
[19] Κ. Αγόρα «Εν’ αρχή… : Οι Βιβλικές απαρχές της Δημιουργίας του κόσμου και του ανθρώπου». Στο Κ. Αγόρας και άλλοι, Δόγμα, Πνευματικότητα και Ήθος της Ορθοδοξίας, Τόμος Α΄, (Πάτρα: ΕΑΠ 2002), σελ. 87.
[20] Κ. Αγόρα, Στο ίδιο, σελ. 86.
[21] Γ. Μαντζαρίδη, Χριστιανική Ηθική, (Θεσσαλονίκη 2000), σελ. 489 -490.
[22] Β΄ Κορινθ. 5,17.
[23] Κ. Αγόρα, O.π., σελ. 88.
[24] Κ. Αγόρα, O.π, σελ. 88.
[25] Κολ. 3, 9-10 πρβλ. και Β΄ Κορ. 5, 17.
[26] Κ. Αγόρα, O.π, σελ. 86.
[27] Εφ. 1, 10.