Οι Άγιοι Θεοπάτορες Ιωακείμ και Άννα (9 Σεπτεμβρίου)
Ο Ιωακείμ ήταν γιος του Ελιακείμ από τη φυλή του Ιούδα και απόγονος του Δαβίδ. Το όνομα Ιωακείμ είναι εβραϊκή λέξη και σημαίνει «ο υπό του Θεού ανυψωθείς». Έκπτωτος του θρόνου, ιδιώτευε στην Ιουδαία και το περισσότερο διάστημα στην Ιερουσαλήμ, όπου είχε μέγαρο με βασιλικό κήπο. Παντρεύτηκε την Άννα, θυγατέρα του Ματθάν, ιερέως από τη φυλή του Λευί και της Μαρίας, από τη φυλή του Ιούδα.
Η ενάρετη Άννα παντρεύτηκε στην Γαλιλαία τον Θεοσεβή Ιωακείμ. Δεν απέκτησε παιδιά, εθεωρείτο μάλιστα στείρα. Στη ζωή της Αγίας Άννας υπήρχε αυτό το μελαγχολικό σύννεφο, η πίκρα δηλαδή του ότι έμεινε στείρα. Ο Θεός είχε δώσει στην ενάρετη ζωή της, για δοκιμασία, την στέρηση της μητρότητας. Μοιράζει ο Θεός τα χαρίσματά Του. Και στον καθένα μαζί με τα προσόντα, που τον προικίζει του δίνει και κάποιο μειονέκτημα για να τον συγκρατεί. Έτσι λοιπόν και η ενάρετη Άννα έχει έντονη τη θλίψη της, γιατί δεν μπορεί να αποκτήσει ένα παιδί. Ζητάει η Αγία Άννα στην προσευχή της, να επιβλέψει ο Θεός στην ταπείνωσή της και να της δώσει παιδί. Ένα παιδί Θείο Δώρο, που θα απάλλασσε και αυτήν αλλά και τον σύζυγό της, Ιωακείμ, από την ντροπή της ατεκνίας τους και από τον σπίλο της αμαρτίας. Ο Θεός που αγαπάει το πλάσμα Του, είδε τα δάκρυα και τους αναστεναγμούς τόσο της Άννας όσο και του συζύγου της Ιωακείμ, και απάντησε στις θερμές προσευχές τους.
Ήταν ήδη προχωρημένης ηλικίας, όταν τελικά απέκτησαν θαυματουργικά την Παναγία Κόρη τους και Θεοτόκο Μαριάμ, η Αγία Άννα αξιώθηκε δηλαδή να έχει τη μεγάλη τιμή και ευτυχία να αποκτήσει μοναδική κόρη, τη μητέρα του Σωτήρα του κόσμου. Αφού η Αγία Άννα απογαλάκτισε τη Θεοτόκο και την αφιέρωσε στο Θεό, αυτή πέρασε την υπόλοιπη ζωή της με νηστείες, προσευχές και ελεημοσύνες προς τους φτωχούς. Τέλος, ειρηνικά παρέδωσε στο Θεό τη δίκαια ψυχή της, κληρονομώντας τα αιώνια αγαθά.
Οι Αγίοι Ιωακείμ και Άννα είναι το απόλυτο πρότυπο του γάμου και της οικογενειακής ζωής
Οι Άγιοι Ιωακείμ και Άννα κοσμούνται από πολλές αρετές. Είναι γεμάτοι από καλοσύνη, πραότητα, αγάπη και υπομονή. Ζουν τη ζωή τους με ευλάβεια και φόβο Θεού. Τηρούν το νόμο του Θεού. Έχουν ταπείνωση, σωφροσύνη, αγιότητα ζωής. Ζουν με άσκηση και εγκράτεια. Πιστεύουν στο Θεό με θέρμη και προσεύχονται. Προσεύχονται ολόψυχα. Και γι´αυτό αξιώνονται να γίνουν πρόγονοι του Βασιλέως των βασιλευόντων Χριστού, του Δημιουργού του ουρανού και της γης, της Σωτηρίας όλων των ανθρώπων από την αμαρτία. Ο Ιωακείμ και η Άννα δεν ήθελαν παιδί «εγωιστικά», ούτε ψυχολογικά ή συναισθηματικά. Δεν ήθελαν να γεννήσουν παιδί για τον εαυτό τους, αλλά για τον Κύριο. Η τεκνογονία θεωρούνταν τότε «υποχρέωση» απέναντι στον Θεό. Εκεί ακριβώς συνίσταται η ντροπή και το «όνειδος» της ατεκνίας. Έτσι, λοιπόν, και το θεάρεστο ζευγάρι μας, παρά το γεγονός ότι ήταν από ευγενή και πλούσια οικογένεια, είχε την κατακραυγή του κόσμου που δεν συναναστρέφονταν μαζί τους επειδή τους θεωρούσαν μιάσματα, ανθρώπους αμαρτωλούς και τιμωρημένους από τον Θεό με ποινή την ατεκνία τους.
Το θαυμάσιο αυτό ζεύγος, ο Ιωακείμ και η Άννα, όχι μόνο ήταν πολύ αγνοί και ελεήμονες και το σπίτι τους ήταν καταφύγιο και λιμάνι για κάθε πονεμένο, αλλά και πέρασαν τη ζωή τους με εξαντλητικές προσευχές και νηστείες παρακαλώντας να ευαρεστήσουν τον Θεό, αποκτώντας ένα τέκνο.
Ενδεικτικό του ότι οι Άγιοι δεν ήθελαν για τον εαυτό τους το παιδί, είναι ότι, όπως είχαν τάξει, το αποχωρίστηκαν και το αφιέρωσαν στο Ναό μόλις έγινε τριών ετών. Πόση πίστη απαιτεί και αυτό, όταν πρόκειται για γονείς που αγαπούν το παιδί τους, και μάλιστα ένα παιδάκι τόσο γλυκύτατο και τρισχαριτωμένο!
Η Γέννηση της Θεοτόκου από την Αγία Άννα
Ο Ιωακείμ όταν άκουσε τα λόγια και τα μηνύματα του Αρχαγγέλου Γαβριήλ, ότι πρόκειται να αποκτήσουν παιδί, πήγε χαρούμενος στο σπίτι του. Εκεί βρήκε τη γυναίκα του την Άννα που ήταν και αυτή χαρούμενη από τα λόγια του Αρχαγγέλου. Εκείνη λοιπόν τη νύχτα, συνέλαβε η Αγία Άννα τη Δέσποινα Θεοτόκο από τη σπορά του Ιωακείμ, γιατί μόνο ο Χριστόςασπόρως εκυήθη, γεννήθηκε χωρίς σπορά ανδρός. Ακολούθησαν ευτυχείς ημέρες απερίγραπτης χαράς για τους ευσεβείς και Δικαίους Ιωακείμ και Άννα. Και τότε συνεχίσθηκαν οι προσευχές, προσευχές ευχαριστίας πια με δάκρυα χαράς και ευγνωμοσύνης στο Θεό, και δεν ξεχάστηκαν μέσα από την πελώρια χαρά τους, δεν χάθηκαν μέσα στην ευτυχία της μητρότητας και της πατρότητας, δεν τους συνεπήρε ο ενθουσιασμός τους, μα εξακολούθησαν και μάλιστα με μεγαλύτερο σθένος να ευγνωμονούν τον Θεό.
Η ευσεβής Άννα σε ηλικία «προβεβηκυία», προχωρημένη δηλαδή, γέννησε μετά από εννέα μήνες ένα χαριτωμένο και όμορφο κοριτσάκι. Τότε η Αγία Άννα ήταν περίπου 70 ετών, ενώ ο ομόζυγός της Ιωακείμ ήταν περίπου 80 ετών, ηλικίες που καθιστούσαν αδύνατον την τεκνοποίηση, όμως δυνατόν το θαύμα της αδιάλειπτης προσευχής τους.
Στις οχτώ μέρες ήταν συνήθεια των Εβραίων, οι γονείς του παιδιού να καλούν τους ιερείς, να τους φιλεύουν και να βάζουν το όνομα του παιδιού. Σύμφωνα με τη συνήθεια λοιπόν αυτή, ο Άγιος Ιωακείμ και η Αγία Άννα καλέσανε τους ιερείς στο σπίτι τους, τους φιλέψανε ό,τι καλύτερο είχαν, για να ευχηθούν και για να βάλουν το όνομα της θυγατέρας τους. Την ονομάσανε Μαριάμ. Το όνομα Μαριάμ σημαίνει Βασίλισσα. Σημαίνει επίσης δώρο, ελπίδα, κυρία, Ωραία. Ήταν η πιο άγια γυναίκα, Άφθαρτη και Αμόλυντη και γι’αυτό λέγεται Παναγια. Η Υπεραγία Θεοτόκος, σύμφωνα με την παράδοση, πέραν του προπατορικού αμαρτήματος, δεν είχε οποιαδήποτε άλλη αμαρτία. Αναλυτικά όμως σύμφωνα με μιαν άλλη ερμηνεία κάθε γράμμα του ονόματός της αντιστοιχεί στις λέξεις:
Μόνη Αύτη Ρύσεται Ιού Άπαντας Μισοκάλου
Δηλαδή: Μόνη αυτή θα γλυτώσει τους ανθρώπους από το φαρμάκι του Διαβόλου, δηλαδή την αμαρτία.
Το τάμα της Αγίας Άννας
Για τρία ολόκληρα χρόνια χάρηκαν οι ευλαβείς και δίκαιοι γονείς τη μικρή και χαριτωμένη κόρη τους, έχοντάς την ανάμεσά τους και υμνολογώντας ευχαριστίες στο Θεό. Μόλις περάσανε τρία χρόνια, θυμήθηκαν οι γονείς της αυτό που τάξανε στο Θεό. Να χαρίσουν δηλαδή τη θυγατέρα τους στην Εκκλησία. Αληθινά, ήταν πολύ μεγάλη η πίστη της Άννας, για να χωριστεί από τη θυγατέρα της, που ήταν μόλις τριών χρονών.
Για να χωριστεί από κείνη, το ζήτησε με πολλά δάκρυα και πολλές προσευχές από τον Θεό. Προτίμησε όμως η Αγία Άννα να τηρήσει την υπόσχεσή της στον Θεό και να δώσει αυτό που έταξε, από τη διαδοχή του γένους της. Τον καιρό εκείνο, ήταν αρχιερέας ο Ζαχαρίας, ο πατέρας του Προδρόμου. Αυτός μόλις είδε την Παναγία, τη γνώρισε αμέσως. Στάθηκε και της είπε πολλά εγκώμια. Μετά γύρισε και στους γονείς της και τους είπε: «Εσείς γεννήσατε την Βασίλισσα του κόσμου. Εσείς θα δοξασθήτε από τον Θεό και τους ανθρώπους».
Η παράδοση, αναφέρει ότι η Θεοπρομήτωρ Άννα, όταν κοιμήθηκε εν Κυρίω, ήταν περίπου 80 χρονών και ο Ιωακείμ είχε περάσει τα 90. Ποιος από τους δύο, πέθανε πρώτος δεν αναφέρεται ευκρινώς. Αναφέρεται μόνο ότι, όταν η Θεοτόκος ήταν έντεκα χρονών έμεινε ορφανή και από τους δύο γονείς της.
Τα Ιερά Λείψανα της Αγίας Άννας
Στο Άγιο όρος, στη Σκήτη της Αγίας Άννας, σώζεται μέρος από το αριστερό πόδι της Αγίας και αγιάζει αυτούς που πηγαίνουν και το προσκυνούν. Οι Αγιαννανίτες μοναχοί φυλάσσουν το σεπτό Λείψανό της με απεριόριστη πίστη και ευλάβεια, ενώ στην καθημερινότητά τους η Αγία Άννα φαντάζει σαν να είναι ένα προσφιλές και πολύ αγαπητό τους πρόσωπο που διάγει μαζί την καθημερινή ζωή τους, ενώ στις συνομιλίες τους δεν την προσφωνούν τόσο με το όνομά της, αλλά με την γλυκιά επωνυμία «η γιαγιά».
Επίσης στο Άγιο Όρος και στην Ιερά Βασιλική Σταυροπηγιακή και Πατριαρχική Μονή Κουτλουμουσίου βρίσκεται άφθορο μέρος του δεξιού ποδός της Αγίας Άννας και φυλάσσεται ως πολύτιμος θησαυρός, ενώ μέρος της αριστεράς χειρός της Αγίας βρίσκεται στην Ιερά Μονή Σταυρονικητά, του Αγίου Όρους.
Αποτμήματα όμως του Ιερού Λειψάνου της Αγίας βρίσκονται και στην ομώνυμη Μονή Λυγαριάς Λαμίας και στη Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην Σουρωτή Θεσσαλονίκης.
Μέρος της αδιαφθόρου σαρκός της Αγίας Άννας βρίσκεται στη Συλλογή της ρωμαιοκαθολικής Διεθνούς Σταυροφορίας Αγίων Λειψάνων, ενώ ένας καρπός της Αγίας βρίσκεται στο ρωμαιοκαθολικό Ναό του Αγίου Παύλου «εκτός των τειχών» της Ρώμης.