Η Ανάληψη του Κυρίου
Ρένος Κωνσταντίνου, θεολόγος
Είναι άξιο αναφοράς και ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι ο Χριστός μετά την ο Ανάστασή Του, δεν εγκατέλειψε αμέσως τον κόσμο, αλλά συνέχισε για σαράντα ημέρες να εμφανίζεται στους μαθητές Του (Πράξ.1,3). Αυτές οι μεταναστάσιμες εμφανίσεις Του προς αυτούς είχαν πολύ μεγάλη σημασία. Έπρεπε οι δύσπιστοι και φοβισμένοι Μαθητές να βιώσουν το γεγονός της Αναστάσεως του Διδασκάλου τους και να αποβάλλουν κάθε δισταγμό και ψήγμα απιστίας για την Ανάσταση Του. Ήθελε ακόμη ο Κύριος να τους ετοιμάσει για τη Βασιλεία του Θεού, την έλευση του Αγίου Πνεύματος κατά την Πεντηκοστή και την αποστολή τους μετά στα έθνη, στα οποία θα κήρυτταν το ευαγγέλιο της σωτηρίας.
Η Ανάληψη λοιπόν του Κυρίου συνέβη σαράντα μέρες μετά την Ανάστασή Του. Ο Κύριος ανεβαίνει εν δόξη στους ουρανούς και κάθεται δεξιά του Πατρός. Σχετική αναφορά υπάρχει στις Πράξεις των Αποστόλων, όπως και στο κατά Λουκάν και κατά Μάρκον ευαγγέλιο. Την τεσσαρακοστή ημέρα, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο του Λουκά, ο Κύριος τους Μαθητές του «εξήγαγε έξω έως τη Βηθανία», στο όρος των Έλαιών όπου συνήθως προσευχόταν. «Και αφού σήκωσε τα χέρια του, τους ευλόγησε». (Λουκ. 24,50) και «ευλογώντας τους, εχωρίσθηκε απ’ αυτούς και εφέρετο πρός τα πάνω, στον ουρανό», μέχρι που τον έχασαν από τα μάτια τους. Και μετά αφού Τον προσκύνησαν επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ με χαρά μεγάλη και έμεναν συνεχώς στο ναό υμνολογώντας και δοξολογώντας το Θεό.
Ο ευαγγελιστής Μάρκος, περιγράφοντας πιο λακωνικά το θαυμαστό γεγονός της Αναλήψεως του Κυρίου, αναφέρει πως μετά από την ρητή εντολή του Χριστού προς τους Αποστόλους για να κηρύξουν το ευαγγέλιο σε ολόκληρο τον κόσμο βαπτίζοντας τα έθνη, «ανελήφθη εις τον ουρανόν και εκάθισεν εκ δεξιών του Θεού. Εκείνοι δε εξελθόντες εκήρυξαν πανταχού, του Κυρίου συνεργούντος και τον λόγον βεβαιούντος δια των επακολουθούντων σημείων» (Μαρκ.16,19-20).
Κατά την Ανάληψη οι παριστάμενοι άγγελοι πληροφορούν τους Μαθητές ότι Αυτός που τώρα ανεβαίνει στους ουρανούς, θα επιστρέψει και πάλι με δόξα. Εδώ έχουμε σαφή αναφορά στη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Τότε θα έλθει ως ένδοξος βασιλιάς για να κρίνει «ζώντας και νεκρούς».
Αν και δεν έχουμε αγιογραφική μαρτυρία ότι η Υπεραγία Θεοτόκος ήταν παρούσα στην Ανάληψη, ωστόσο η συνείδηση και η παράδοση της Εκκλησίας μας τη θέλει εκεί, στο επισφράγισμα του λυτρωτικού έργου του Υιού της, στο πλήρωμα της θείας οικονομίας, στην ένωση γης και ουρανού. Η Θεοτόκος είναι εκεί όρθια, μεσίτρια μεταξύ ουρανού και γης, μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που οι βυζαντινοί αγιογράφοι στην αγιογραφική παράσταση της Αναλήψεως τοποθετούν κάτω από τον Χριστό την Παναγία. Άξονας στην όλη σύνθεση της Αναλήψεως η Παναγία τοποθετείται ακριβώς κάτω από τη «δόξα» του Υιού της δεόμενη, αλλά ήρεμη και ατάραχη μεταξύ των Αποστόλων, εκφράζοντας το αμετακίνητο της Εκκλησίας, γιατί αυτή αποτελεί την προσωποποίηση της Εκκλησίας, μεσολαβεί και ικετεύει για τη σωτηρία του πληρώματός της.
Άλλη μια φορά η παράδοση στη λειτουργική τέχνη, όπως λένε, ενώνει δύο πραγματικότητες, το ιστορικό γεγονός και την «αποκάλυψη που ξεπερνά τα σύνορα του καιρού». Γιατί η Θεοτόκος γεφυρώνει το χάσμα ανάμεσα στην Ανάληψη και στην Δευτέρα παρουσία του Υιού της και βεβαιώνει για τη δική μας ανύψωση στη δόξα της κεφαλής της Εκκλησίας, στη δόξα του Χριστού. Γι’ αυτό ελκύει η Θεοτόκος τόσο τα μάτια και την καρδιά μας από τη Σάρκωση του Κυρίου έως την Ανάληψη και έως τη δική της Μετάσταση, αλλά και κάθε μέρα και ώρα συγκεντρώνει της παρακλήσεις και τις ελπίδες μας.
Μετά την Ανάληψη του Κυρίου οι Απόστολοι φεύγουν χαρούμενοι και περιμένουν πλέον την εκπλήρωση της υπόσχεσης του Κυρίου για την αποστολή του Παρακλήτου, γεγονός που συνέβη δέκα μέρες μετά την Ανάληψη. Άλλωστε η Ανάληψη του Κυρίου είναι το προμήνυμα της έλευσης του Αγίου Πνεύματος. Η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος μεταβάλει τους απλοϊκούς και αγράμματους ψαράδες σε «αλιείς ανθρώπων».