Κυριακή Ιστ Λουκά Τελώνου και Φαρισαίου, Ευαγγ. Ανάγνωσμα: Λουκ. 18: 10-14 (21-2-2016)
Πρεσβυτέρου Ανδρέου Ηλία
Πρωτότυπο Κείμενο
Είπεν ο Κύριος την παραβολήν ταύτην άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το ιερὸν προσεύξασθαι, ο εις Φαρισαίος και ο έτερος τελώνης. ο Φαρισαίος σταθείς προς εαυτόν ταύτα προσηύχετο• ο Θεός, ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και ως ούτος ο τελώνης• νηστεύω δις του σαββάτου, αποδεκατώ πάντα όσα κτώμαι. και ο τελώνης μακρόθεν εστώς ουκ ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι, αλλ᾿ έτυπτεν εις το στήθος αυτού λέγων• ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ. λέγω υμίν, κατέβη ούτος δεδικαιωμένος εις τον οίκον αυτού ή γαρ εκείνος• ότι πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται.
Μετάφραση
Είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή: δύο άνθρωποι ανέβηκαν στο Ναό για να προσευχηθούν, ο ένας ήταν Φαρισαίος και ο άλλος ήταν τελώνης. Ο Φαρισαίος στάθηκε επιδεικτικά και προσευχόταν στον εαυτό του με αυτά τα λόγια: «Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ, γιατί εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους τους ανθρώπους, που είναι κλέφτες, άδικοι, άτιμοι ή και σαν αυτόν τον τελώνη• νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα, δίνω το ένα δέκατο απ’ όλα τα εισοδήματα μου. Και ο τελώνης στεκόταν από μακριά και δεν ήθελε ούτε τα μάτια του να σηκώσει στον ουρανό, μόνο χτυπούσε στο στήθος του και έλεγε• Θεέ μου, συχώρεσε με τον αμαρτωλό. Σας λέγω πως αυτός κατέβηκε στο σπίτι του συχωρεμένος παρά ο άλλος. Γιατί όποιος υπερηφανεύεται θα ταπεινωθεί, ενώ όποιος ταπεινώνεται θα ανυψωθεί.
Εισαγωγή
Από σήμερα μπαίνει η Εκκλησία μας στην περίοδο του Τριωδίου. Οι Πατέρες της Εκκλησίας όρισαν να είναι αφιερωμένη η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου στη διδακτική παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, την οποία διηγήθηκε ο Κύριος προκειμένου να διδάξει την θεοφιλή αρετή της ταπεινώσεως και να στηλιτεύσει την εωσφορική έπαρση. Αυτό γίνεται για να συνειδητοποιήσουν οι πιστοί πως η υπερηφάνεια είναι η αγιάτρευτη ρίζα του κακού στον άνθρωπο, η οποία τον κρατά μακριά από την αγιαστική χάρη του Θεού και πως η ταπείνωση είναι το σωτήριο αντίδοτο της καταστροφικής πορείας, στην οποία έχει οδηγηθεί ο άνθρωπος με την εγωπάθειά του. Είναι το χειρότερο εμπόδιο για τη σωτηρία του ανθρώπου. Αυτή η εγωιστική αυτάρκεια, ως μία λίαν νοσηρή κατάσταση εμποδίζει τη συναίσθηση της αμαρτωλότητας και τη διάθεση για μετάνοια. Θέλει να μας δείξει πως η αληθινή μετάνοια του ανθρώπου αρχίζει με την αρετή της ταπεινοφροσύνης, που τελικά οδηγεί τον άνθρωπο κοντά στο Θεό. Αντίθετα η υπερηφάνεια απομακρύνει τον άνθρωπο από το Θεό και τον οδηγεί στην αιώνια καταστροφή. Η περίοδος του Τριωδίου είναι κατ’ εξοχήν περίοδος αγώνα κατά της εγωπάθειας και άσκηση της αρετής της ταπείνωσης, που είναι μονόδρομος για τη σωτηρία μας.
Διήγηση της περικοπής
Το σημερινό ευαγγέλιο μας αναφέρει δύο τάξεις ανθρώπων, δύο διαφορτικούς κόσμους. Η μία είναι η τάξη των Φαρισαίων, οι οποίοι ήταν τυπολάτρες και η οποία τάξη αυτών εκπροσωπεί την υποκρισία και την εγωϊστική αυτάρκεια και έπαρση. Τα μέλη της απόλυτα αποκομμένα από την υπόλοιπη ιουδαϊκή κοινωνία, αποτελούσαν, λαθεμένα, το μέτρο σύγκρισης της ευσέβειας και της ηθικής για τους Ιουδαίους. Αντιθέτως, οι τελώνες ήταν η προσωποποίηση της αδικίας και της αμαρτωλότητας. Ως φοροεισπράκτορες των κατακτητών Ρωμαίων διέπρατταν αδικίες, κλοπές, εκβιασμούς, τοκογλυφίες και άλλες ειδεχθείς ανομίες και γι’ αυτό τους μισούσε δικαιολογημένα ο λαός. Δύο αντίθετοι τύποι της κοινωνίας, οι οποίοι εκπροσωπούσαν τις δύο αυτές τάξεις, ανέβηκαν στο ναό να προσευχηθούν. Ο πρώτος ο νομιζόμενος ευσεβής, έχοντας την αυτάρκεια της δήθεν ευσέβειάς του ως δεδομένη, στάθηκε με έπαρση μπροστά στο Θεό και άρχισε να απαριθμεί τις αρετές του, οι οποίες ήταν πραγματικές. Τις εξέθετε προκλητικότατα και το θεωρούσε δεδομένο ότι ο Θεός έπρεπε να τον επιβραβεύσει γι’ αυτές. Για να εξαναγκάσει όμως το Θεό έκανε ανάρμοστη σύγκρισή του ευατού του με τους άλλους ανθρώπους και συγκεκριμένα με το συμπροσευχόμενό του τελώνη. Αντίθετα, ο αμαρτωλός τελώνης συναισθάνεται τη δεινή του κατάσταση και με συντριβή και ταπείνωση ζητεί το έλεος του Θεού. Αυτή η μετάνοιά του τον δικαιώνει μπροστά στο Θεό. Γίνεται δεκτή η προσευχή του, σε αντίθεση με τον υποκριτή Φαρισαίο, του οποίου όχι μόνο δεν έγινε δεκτή η προσευχή, αλλά αντιθέτως κατακρίθηκε για την εγωπάθειά του.
Ταπείνωση
Όπως διαπιστώνουμε, στη σημερινή ευαγγελική περικοπή ο Χριστός καυτηριάζει την υπερηφάνεια, η οποία οδηγεί τον άνθρωπο στην καταστροφή της ψυχής του και εξυμνεί την ταπείνωση, γιατί «η ταπείνωσις προς ύψος ανάγει δικαιοσύνης, η δε οίησις προς βυθόν κατάγει της αμαρτίας». Η ταπείνωση είναι η πρώτη αρετή του χριστιανού, γιατί μέσω αυτής αναγνωρίζουμε τα σφάλματα μας και τις παραλείψεις μας και ζητούμε απεγνωσμένα το έλεος και τη συγχώρεση του Θεού. Η ταπείνωση επειδή εκ φύσεως ανυψώνει τον άνθρωπο και έχει την αγάπη του Θεού και αφανίζει σχεδόν όλα τα κακά που υπάρχουν μέσα μας, είναι δυσκολοκατόρθωτη.
Αυτή την τελεία ταπείνωση είχε και ο τελώνης όταν ανέβηκε στο ναό συντετριμμένος, γνωρίζοντας τον ψαλμό «καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει», γιατί, όπως συμπληρώνει ο ψαλμωδός, «εταπεινώθην και έσωσέ με ο Κύριος». Δηλαδή για να επιζητήσει κάποιος το έλεος του Θεού και να λάβει τη Θεία χάρη πρέπει να ταπεινωθεί, με απώτερο σκοπό της σωτηρία του.
Η ταπείνωση δεν είναι ηθικολογία για το Χριστιανό. Η ταπείνωση είναι το αντίδοτο της έπαρσης, του εγωισμού, που οδήγησαν τον άνθρωπο στην πτώση. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός αναφέρει για την ταπείνωση ότι, ο Θεός «υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν», γι’ αυτό κάθε άνθρωπος δεν πρέπει να υπερηφανεύεται, όπως ο Φαρισαίος, νομιζόμενος ότι έτσι θα λάβει τη χάρη του Θεού. Γι’ αυτό και η αληθινή ταπείνωση δεν μιλάει, δεν λέει ταπεινολογίες, όπως για παράδειγμα «είμαι αμαρτωλός, ανάξιος, ελάχιστος πάντων». Ο ταπεινός άνθρωπος φοβάται μήπως με τις ταπεινολογίες πέσει στην κενοδοξία. Η χάρις του Θεού δεν πλησιάζει εδώ. Αντίθετα η χάρις του Θεού βρίσκεται εκεί όπου υπάρχει αληθινή ταπείνωση, η θεία ταπείνωση, η τελεία εμπιστοσύνη ενώπιον του Θεού, όπως ο Τελώνης. Να εξαρτάσαι δηλαδή από το Θεό, να αφήνεις τον εαυτό σου στο Θεό: «η τέλεια ταπείνωση είναι το να αποδίδεις κάθε επιτυχία σου και κάθε κατόρθωμά σου στη Χάρη του Θεού. Αυτή ήταν η τέλεια ταπείνωση που είχαν οι άγιοι», κατά τον Αββά Δωρόθεο. Με άλλα λόγια, η ταπείνωση πρέπει να είναι μίμηση Χριστού. Όπως εκείνος «εκένωσεν εαυτόν, μορφήν δούλου λαβών», δηλαδή, όντας ο ίδιος Θεός, ταπείνωσε τον εαυτό του και έγινε άνθρωπος, κατά τον ίδιο τρόπο πρέπει να δείξουμε και εμείς κενωτική πορεία στη ζωή μας.
Χαρακτηριστικά αναφέρει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος για την ταπείνωση: «θεμέλιο της πνευματικής μας ζωής είναι η ταπείνωση. Όσα κι αν κτίσεις και ελεημοσύνη και προσευχές και νηστείες και οποιαδήποτε άλλη αρετή, αν δε βάλεις πρώτα ως θεμέλιο αυτή, ματαιοπονείς και όλα όσα χτίζεις θα γκρεμιστούν εύκολα, όπως έπεσε το σπίτι εκείνο, που είχε οικοδομηθεί στην άμμο. Δεν υπάρχει κανένα, μα κανένα από τα κατορθώματά μας, που δεν έχει ανάγκη από την ταπεινοφροσύνη, για να μπορέσει να σταθεί. Ποιο θέλεις να αναφέρουμε; Τη σωφροσύνη; την περιφρόνηση των χρημάτων; το καθετί; όλα αποδεικνύονται ακάθαρτα και θεομίσητα και αηδή χωρίς ταπείνωση. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο να την έχουμε πάντοτε μαζί μας και στα λόγια μας και στα έργα μας και στις σκέψεις μας και πάνω στην ταπείνωση να χτίζουμε όλη μας τη ζωή». Ακόμη, λέει ο ιερός Χρυσόστομος, «η ταπεινοφροσύνη έβαλε τον τελώνη πάνω από το Φαρισαίο. Η υπερηφάνεια νίκησε και τις ασώματες δυνάμεις και τις έκανε διαβολικές. Η ταπεινοφροσύνη και η αναγνώριση των αμαρτημάτων έβαλε στον παράδεισο τον ληστή πιο μπροστά από τους Αποστόλους. Αν λοιπόν, αυτοί που ομολογούν τα αμαρτήματά τους αποκτούν τόση παρρησία, οι άλλοι που βλέπουν στον εαυτό τους τόσα αγαθά και παρ’ όλα αυτά διατηρούν ταπεινή την ψυχή τους, πόσα στεφάνια θα πετύχουν;». Η αρετή της ταπεινοφροσύνης είναι πάντοτε συνδεδεμένη με τη μετάνοια, γιατί για να μετανοήσει κάποιος πρέπει να ταπεινωθεί, να αναγνωρίσει δηλαδή τις αμαρτίες που έπραξε για να οδηγηθεί προς την ειλικρινή μετάνοια.
Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος αναφέρει για την ταπείνωση: «όπως η σκιά ακολουθεί το σώμα, έτσι και την ταπεινοφροσύνη την ακολουθεί το έλεος του Θεού. Η ταπεινοφροσύνη είναι η στολή της θεότητας. Επειδή ο Υιός και Λόγος του Θεού Πατέρα, που έγινε άνθρωπος επάνω στη γη, αυτήν ντύθηκε και έζησε μαζί μας». Ακόμη και ο ίδιος ο Χριστός ταπεινώθηκε με τον ερχομό του πάνω στη γη και αυτό φαίνεται στους παρακάτω στίχους: «μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία» (Ματθ. 11:29), ή: «ος εάν θέλη γενέσθαι μέγας εν υμίν, έσται υμών διάκονος, και ος εάν θέλη υμών γενέσθαι πρώτος, έσται πάντων δούλος· και γαρ ο υιός του ανθρώπου ουκ ήλθε διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι και δούναι την ψυχήν αυτού λύτρον αντί πολλών» (Μάρκ. 10:43-45).
Τέλος για να κατανοήσουμε τη σημασία που έχει η ταπείνωση στον άνθρωπο πρέπει να εντρυφήσουμε στα σοφά λόγια του Μεγάλου Βασιλείου: «για να καταλάβεις πόσο σπουδαίο αγαθό είναι η ταπείνωση, φτιάξε με την φαντασία σου δύο αμάξια και ζεύξε στο ένα την αρετή με την υπερηφάνεια και στο άλλο την αμαρτωλότητα με την ταπεινοφροσύνη. Και θα δεις ότι το ζεύγος της αμαρτωλότητας θα ξεπεράσει την αρετή. Και αυτό, όχι φυσικά από την δική του ικανότητα, αλλά από την δύναμη της ταπεινοφροσύνης, που πάει μαζί της. Το άλλο ζευγάρι πάλι θα καθυστερήσει όχι από την αδυναμία της αρετής, αλλά από το υπέρογκο βάρος της υπερηφάνειας. Διότι όπως η ταπεινοφροσύνη, με το μεγάλο πνευματικό ύψος νικά την βαρύτητα της αμαρτίας και κατορθώνει να ανέβει στον ουρανό, έτσι και η υπερηφάνεια, με το υπέρογκο βάρος της, κατορθώνει να υπερνικήσει την ανάλαφρη αρετή και να την τραβήξει προς τα κάτω με ευκολία».
Η Εκκλησία, έχοντας υπόψη τη σημασία της ταπείνωσης, θέσπισε την κατανυκτική περίοδο του Τριωδίου, η οποία σημαίνει γι’ Αυτήν τη μεταπτωτική κατάσταση του ανθρωπίνου γένους, αρχίζοντας από τη στηλίτευση του εγωισμού, ως την πρωταρχική αιτία της πτώσεως, η οποία είναι η έπαρση – ο εγωισμός. Για το λόγο αυτό, θέλοντας δηλαδή να προστατεύσει τους πιστούς από την έπαρση τους παροτρύνει να αποφύγουν την υψηγορίαν του Φαρισαίου, διδάσκοντάς τους με την υπέροχη υμνωδία της ημέρας αυτής: «Υψηγορίαν φύγωμεν Φαρισαίου κακίστην, ταπείνωσιν δε μάθωμεν του Τελώνου αρίστην, ίν’ υψωθώμεν βοώντες τω Θεώ συν εκείνω΄ Ιλάσθητι τοις δούλοις Σου, ο τεχθείς εκ Παρθένου, Χριστέ Σωτήρ, εκουσίως», και «Μη προσευξόμεθα φαρισαϊκώς, αδελφοί΄ ο γαρ υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται΄ ταπεινωθώμεν εναντίον του Θεού τελωνικώς δια νηστείας κράζοντες΄ Ιλάσθητι ημίν, ο Θεός τοις αμαρτωλοίς».