Ο Άγιος Προκόπιος, ο Μεγαλομάρτυς (8 Ιουλίου)
Ρένος Κωνσταντίνου, θεολόγος
Ο Προκόπιος γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ από πατέρα χριστιανό, που ονομαζόταν Χριστόφορος, και μητέρα ειδωλολάτρισσα, τη Θεοδοσία. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, η μητέρα του τον πήγε στον αυτοκράτορα, ο οποίος τον έκανε ηγεμόνα της πόλης των Αλεξανδρέων και του έδωσε εντολή να καταδιώκει και να βασανίζει τους χριστιανούς. Έτσι ο Προκόπιος ξεκίνησε για την Αλεξάνδρεια.
Κατά την πορεία του όμως, ξαφνικά άρχισαν να πέφτουν αστραπές και βροντές και ταυτόχρονα άκουσε φωνή να τον καλεί με το όνομά του, που τον απειλούσε με θάνατο επειδή θα κατεδίωκε τους χριστιανούς και ταυτόχρονα και τον Αληθινό Θεό.
Μετά από αυτό το γεγονός ο Προκόπιος παρακάλεσε Εκείνον πού του μιλάει να του φανερωθεί περισσότερο για να δει ποίος είναι. Τότε εμφανίστηκε μπροστά του ένας Σταυρός από κρύσταλλο και ακούστηκε μία φωνή να του λέει: «Εγώ είμαι ο Εσταυρωμένος Υιός του Θεού». Έκπληκτος από το θαύμα αυτό, ο Προκόπιος έγινε χριστιανός. Μάλιστα διέκοψε τη συγκεκριμένη πορεία του και πήγε στην Ιερουσαλήμ, όχι πλέον ως διώκτης, αλλά ευαγγελιζόμενος τον Χριστό.
Όταν έμαθε η μητέρα του ότι έγινε χριστιανός, τον κατήγγειλε στον έπαρχο Ουλκίωνα. Τότε ο Άγιος συνελήφθη και υπέστη σκληρά βασανιστήρια. Στη συνέχεια μισοπεθαμένος ρίχτηκε στη φυλακή. Έπειτα τον έβγαλαν από τη φυλακή και τον οδήγησαν σε ειδωλολατρικό ναό για να θυσιάσει στα είδωλα. Προσευχόμενος όμως ο Προκόπιος, γκρέμισε το ναό, με αποτέλεσμα να πιστέψει η μητέρα του και άλλοι πολλοί. Τελικά, αμετακίνητος στην πίστη του, αποκεφαλίστηκε από το διάδοχο του Ουλκίωνος, Φλαβιανό.