Θέματα Αγιολογίας: Αναγνώριση και ανακήρυξη των Αγίων
Με τον όρο «αναγνώριση και ανακήρυξη των Αγίων» εννοούμε την ιδιαίτερη αναγνώριση και τιμή (όχι όμως λατρεία, διότι λατρεύουμε μόνο τον Θεό) που αποδίδει το πλήρωμα της Εκκλησίας σε πρόσωπα τα οποία ξεχώρισαν για την ενάρετη θεοφιλή ζωή τους και την αφοσίωση τους στον Θεό.
Στην Ορθόδοξη όπως και στην πρώτη Εκκλησία, το βασικότερο κριτήριο για την αναγνώριση ενός αποθανόντος μέλους της ως αγίου, είναι η φήμη του με τις προϋποθέσεις ότι είχε ορθόδοξο φρόνημα και μαρτυρικό ή άγιο βίο. Επίσης λαμβάνεται σοβαρά υπόψη αν είχε κάνει θαύματα πρίν ή/και μετά την κοίμησή του. Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Νεκτάριος αναφέρει σχετικά: «Τρία τα γνώρίσματα ενός Αγίου: ορθοδοξία άμωμος, αρετών κατόρθωσις, εν αις έπεται η περί την πίστιν αίματος αντικατάστασις και τέλος η περί Θεόν επίδειξις σημείων και θαυμάτων».
Στην αρχέγονη όμως εκκλησία ήταν μάλλον σχετικά δεν ίσχυαν πάντα για την αναγνώριση κάποιου ως αγίου, αρκετοί ήταν αυτοί που αναγνωρίστηκαν από την συνείδηση της αρχαίας Εκκλησίας ως μάρτυρες χωρίς προηγουμένως να έχουν βαπτιστεί. Στην περίπτωση αυτή η Εκκλησία αναγνώρισε το μαρτυρικό τους τέλος ως «βάπτισμα αίματος» που αντικαθιστούσε το ιερό βάπτισμα. Επίσης τα σημεία – θαύματα δεν θεωρήθηκαν απαραίτητα για την ανακήρυξη αγίων. Πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας μας δεν θαυματούργησαν κατά τη ζωής τους, ούτε και μετά την κοίμηση τους. Τέλος θεωρήθηκε ως κριτήριο αγιότητας, ιδιαίτερα από την ρωσική εκκλησία, το άλυτο και αδιάφθορο του σώματος ή ευωδία που αναδύεται από αυτό. Αλλά και αυτό το κριτήριο δεν έγινε ποτέ γενικά αποδεκτό.
Αφού λοιπόν γίνει η αναγνώριση του αγίου από την κοινή συνείδηση του πληρώματος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η εκκλησιαστική αρχή καταγράφει στα δίπτυχα τον άγιο, καθορίζει την ετήσια εορτή μνήμης του (που είναι συνήθως η ημέρα της κοίμησης ή του μαρτυρίου του). Επίσης εκτίθενται η εικόνα (και τα λείψανα του σε πολλές περιπτώσεις) σε δημόσια προσκύνηση, συντάσσεται ασματική ακολουθία και ανεγείρονται προς τιμή του ναοί. Η τιμή προς κάποιο άγιο μπορεί να έχει τοπικό ή γενικό χαρακτήρα. Όταν γενικεύεται η τιμή για ένα τοπικό άγιο, τότε η Εκκλησία περιλαμβάνει το όνομα του στα Μαρτυρολόγια της.
Η πρωτοβουλία για αναγνώριση ενός αγίου ανήκει στο σώμα της Εκκλησίας, στους απλούς πιστούς. Στη συνέχεια η επίσημη Εκκλησία έρχεται να επικυρώσει την αναγνώριση αυτή με σχετική Συνοδική απόφαση.
Σε αρκετές περιπτώσεις, ιδιαίτερα στα νεώτερα χρόνια αφού το πλήρωμα της Εκκλησίας ανακήρυξε κάποιο αποθανόν μέλος της ως άγιο, ήλθε μετά από αρκετά χρόνια η επίσημη Εκκλησία να επικυρώσει την πράξη αναγνωρίσεως κάποιου ως αγίου. Μια τέτοια περίπτωση ήταν ο Φιλόθεος Κόκκινος που πριν ακόμη από την επίσημη ανακήρυξη του Γρηγορίου Παλαμά ως αγίου, είχε τελέσει λειτουργία προς τιμή και μνήμη του αγίου Γρηγορίου. Όταν στην συνέχεια Ο Φιλόθεος Κόκκινος έγινε Πατριάρχης, επέτρεψε στους μοναχούς του Αγ. Όρους, ιδίως της Μ. Λαύρας, να γιορτάζουν τη μνήμη του πριν από την επίσημη ανακήρυξη του Παλαμά ως αγίου.
Τέλος, δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις κατά τις οποίες το πλήρωμα της Εκκλησίας, παρά την άρνηση της εκκλησιαστικής αρχής, αναγνώρισε και τίμησε κάποιον ως άγιο και αξίωσε την εγγραφή του στα δίπτυχα της Εκκλησίας όπως π.χ. του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου.
Αντίθετα είναι άκυρη η ανακήρυξη ενός αγίου από την επίσημη Εκκλησία χωρίς την έγκριση του πιστού λαού. Μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση είναι όταν ο λαός αντέδρασε και ακύρωσε την απόφαση του Κυρίλλου Αλεξανδρείας να ανακηρύξει ως μάρτυρα και άγιο τον φανατικό Αμμώνιο.
Η Ρωσική Εκκλησία από το 1721 θέσπισε ιδιαίτερο τυπικό για την ανακήρυξη αγίων με την ακόλουθη διαδικασία:
1) Προκαταρτική έρευνα για την ζωή και τα θαύματα του υποψηφίου αγίου. Λαμβάνεται σοβαρά υπόψη η θεοφιλής και ενάρετη ζωή του, καθώς επίσης και το αδιάφθορο του νεκρού σώματος ή η ευωδία από το λείψανό του.
3) Πριν από την επίσημη ανακήρυξη του Αγίου γίνονται για 3 μέρες λειτουργίες για ανάπαυση της ψυχής του.
4) Κατά την επίσημη ακολουθία ανακηρύξεως του τα λείψανα του
εκτίθενται σε δημόσια προσκύνηση.
Η άποψη που επικράτησε τα τελευταία χρόνια ότι πρέπει να
τουλάχιστον 50 ή 100 χρόνια από την κοίμηση κάποιου για αναγνωριστεί ως άγιος είναι εσφαλμένη, διότι κάτι τέτοιο δεν μαρτυρείται από την Παράδοση.
Στη Δυτική – Ρωμαιοκαθολικη Εκκλησία η αναγνώριση αγίων ακολουθεί μία μακρά δικανική και πολύπλοκη διαδικασία. Γενικά η ανακήρυξη των αγίων έχει δύο φάσεις: 1) Στην πρώτη φάση ύστερα από μία μακρά διαδικασία και έρευνα, ένα αποθανών μέλος της Εκκλησίας αναγνωρίζεται άγιος. Η αναγνώριση αυτή έχει τοπικό χαρακτήρα και αφορά επαρχία, πόλη ή κοινότητα. 2) Στη δεύτερη φάση ο Πάπας ύστερα από δικανική διαδικασία αποφαίνεται ότι ένα αποθανόν μέλος της Εκκλησίας, που έχει ήδη ανακηρυχτεί ως τοπικός άγιος, εγγράφεται στο κατάλογο των αγίων και του αποδίδονται σχετικές τιμές.
Πιο αναλυτικά η διαδικασία έχει περίπου ως εξής: Όταν ένα αποθανών μέλος της Εκκλησίας αποκτά τη φήμη αγίου, τότε ο τοπικός επίσκοπος συγκροτεί ειδικό σώμα, που συγκεντρώνει σχετικές μαρτυρίες, τις οποίες καταθέτει στην Κανονική Επιτροπή (Κ.Ε.), η οποία είναι υπεύθυνη για την ανακήρυξη αγίων. Η Κ.Ε. αποφασίζει αν πρέπει να συνεχιστεί η διαδικασία ανακηρύξεως. Αν αποφανθεί θετικά, τότε ορίζεται ένας εισηγητής από τα μέλη της Κ.Ε. ο οποίος συντάσσει έκθεση με βάση τις σχετικές μαρτυρίες που συνηγορούν για ανακήρυξη κάποιου ως αγίου. Ακολουθεί συζήτηση στην Κ.Ε., όπου διατυπώνονται αντιρρήσεις και ο εισηγητής καλείται να δώσει απαντήσεις. Στη συνέχεια το υλικό που προέκυψε εκδίδεται σε τόμο, ο οποίος υποβάλλεται στην Κ.Ε. για να αποφασίσει. Με βάση την απόφαση της Κ.Ε. ο Πάπας αποφασίζει τώρα αν θα συνεχιστεί η διαδικασία, η οποία περιέρχεται πλέον αποκλειστικά στη δικαιοδοσία της Αγίας Έδρας. Μετά από κάποιες διαδικασίες επανεξετάζονται οι μαρτυρίες και εκδίδεται ένας επίσημος τόμος με το υλικό της υπόθεσης, ενώ η Κ,Ε. εξετάζει αν έγιναν όλα όπως προβλέπουν οι κανονισμοί.
Στη συνέχεια συντάσσονται τα ακόλουθα έγγραφα: α) πλήρης βιογραφία του υποψήφιου αγίου και β) περίληψη των καταθέσεων των μαρτύρων. Απαραίτητο στοιχείο για την ανακήρυξη ενός αγίου είναι ότι με τις πρεσβείες του αγίου έγιναν θαύματα. Εάν ο Πάπας τελικά εγκρίνει την ανακήρυξη του ως αγίου, διατάζει την δημοσίευση ενός επίσημου διατάγματος στο οποίο ορίζεται η μέρα πανηγυρικού εορτασμού στη Βασιλική του Βατικανού. Στις εκδηλώσεις μετέχει και ο Πάπας. Η τιμή και ο εορτασμούς του αγίου ως εδώ έχει καθαρά τοπικό χαρακτήρα και εδώ τελειώνει η πρώτη φάση για αναγνώριση αγίου. Εάν όμως διαπιστωθεί συν τω χρόνω ότι με τις επικλήσεις και μεσιτείες του αγίου γίνονται νέα θαύματα, τότε αρχίζουν πάλι νέες διαδικασίες, περίπου όπως και στη προηγούμενη φάση, προκειμένου ο τοπικός να ανακηρυχτεί άγιος όλης της Εκκλησίας. Εάν τελικά εγκριθεί από τον η Αγία Έδρα προχωρεί στην επίσημη ανακήρυξη του αγίου, που έχει ισχύ για όλη την Εκκλησία. Οι σχετικές τελετές γίνονται και πάλι στη Βασιλική του Αγ. Πέτρου με κάθε μεγαλοπρέπεια.
Πολλοί πιστοί διερωτούνται γιατί η τιμή και η προσκύνηση των λειψάνων των αγίων; Την απάντηση την δίνει ο Αγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς: «Οι γαρ άγιοι και πεπληρωμένοι ήσαν πνεύματος Αγίου, και τελευτησάντων αυτών η χάρις του Αγίου Πνεύματος ένεστι (υπάρχει), και ταις ψυχαίς και σώμασιν…». Πιο απλά, ο Άγιος μας λέει: «Η χάρις του Αγ. Πνεύματος που καθαγίασε την ψυχή καθαγιάζει και το σώμα και μένει στα Άγια Λείψανα». Ο καθαγιασμός αυτό μεταδίδεται και στους πιστούς προσκυνητές. Επί πλέον τα ιερά λείψανα αποτελούν από τη μία πρόγευση και από την άλλη πιστοποίηση της ανάστασης και αφθαρτοποίησης των ανθρωπίνων σωμάτων.
Ρένος Κωνσταντίνου,
Θεολόγος