Το Γενέθλιον της Υπεραγίας Θεοτόκου (8 Σεπτεμβρίου)
Σήμερα εορτάζουμε την γέννηση της αειπάρθενου και Θεοτόκου Μαρίας. Αποτελεί την πρώτη Θεομητορική εορτή του εκκλησιαστικού έτους, μετά από απόφαση της τρίτης Οικουμενικής Συνόδου. Έτσι, από τα τέλη του 5ου αιώνα ορίστηκε ο εορτασμός του Γενεθλίου της Θεοτόκου κατά την 8η Σεπτεμβρίου.
Στοιχεία για την γέννηση της Παναγίας αντλούμε από το Πρωτευαγγέλιον του Ιακώβου, όπου μας πληροφορεί μεταξύ άλλων ότι η Θεοτόκος ήταν κόρη του πλούσιου κτηνοτρόφου Ιωακείμ, που καταγόταν από το βασιλικό γένος του Δαυίδ, και της Άννας. Επίσης, πληροφορούμαστε ότι το ευσεβές και δίκαιο ζευγάρι ήταν άτεκνο και τότε μάλιστα θεωρείτο κατάρα και ντροπή και γι΄ αυτό όλοι τους περιφρονούσαν. Η βαθιά, όμως, πίστη του ζευγαριού στον Θεό, η διαρκής προσευχή, οι νηστείες καθώς και η μεταξύ τους αγάπη έφερε το χαρμόσυνο μήνυμα στην Άννα ότι θα γεννούσε ένα άγιο παιδί. Η Εκκλησία μας εορτάζει τη σύλληψη της Θεοτόκου στις 9 Δεκεμβρίου.
Πράγματι μετά από εννέα μήνες η Άννα έφερε στη ζωή μία κόρη, την οποία ονόμασε Μαριάμ (Μαρία εξελληνισμένο) και όπως είχε υποσχεθεί την αφιέρωσε στον Κύριο. Έτσι η στείρα Άννα απόκτησε την πολυπόθητη και ευλογημένη κόρη, που θα γινόταν αργότερα ο ναός ο ολοκάθαρος που θα φιλοξενούσε τον Υιό του Θεού. Σύμφωνα με την Παράδοση, η Θεοτόκος γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ και το όνομα που της δόθηκε σήμαινε Κυρία και Ελπίδα.
Πρέπει να επισημανθεί ότι η γέννηση της Θεοτόκου δεν προήλθε από άσπιλη σύλληψη, αλλά μετά από τη φυσική συνάφεια του Ιωακείμ και της Άννας, όπου λύθηκε η φυσική στειρότητα της Άννας, χάρη στην παρέμβαση του Θεού, ως απάντηση στις προσευχές των δικαίων Θεοπατόρων. Μόνο ο Χριστός γεννήθηκε ασπίλως , διότι η δική Του σύλληψη δεν ήταν φυσική αλλά υπερφυσική «εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου».
Η Θεοτόκος, λοιπόν, είναι το μεταίχμιο Παλαιάς και Καινής Διαθήκης. Στην Παλαιά Διαθήκη αποτελούσε το κήρυγμα των προφητών, ενώ στην Καινή γίνεται ο γλυκασμός των αγγέλων και το καύχημα του ανθρώπινου γένους. Ο «αχώρητος παντί» θα χωρέσει στην παρθενική μήτρα της Θεοτόκου, ώστε η Παναγία να γίνει πρόξενος και αιτία σωτηρίας των ανθρώπων. Γι΄ αυτό άλλωστε και ο υμνωδός δικαίως λέγει «Η γέννησίς σου, Θεοτόκε χαράν εμήνυσε πάση τη οικουμένη…».
Σαν σήμερα, λοιπόν, λύνεται η στειρότητα της Άννας και γεννάται το «κειμήλιον της Οικουμένης», κατά την έκφραση του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας. Για να αποκτήσουν όμως τέτοιο τέκνο οι δίκαιοι Θεοπάτορες έδειξαν πίστη άκαμπτη και είχαν μεγάλη καρτερία στις προσευχές τους. Μάλιστα δεν υπόμειναν την ατεκνία τους για λίγο μόνο χρονικό διάστημα, εφόσον σύμφωνα με την παράδοση μετά από πενήντα χρόνια στειρότητας η Άννα απέκτησε την πολυπόθητη κόρη της, την «τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ενδοξοτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ».
Το παράδειγμα των Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννας μας διδάσκει, μεταξύ πολλών άλλων, και το πόσο πολύ πρέπει να εκτιμάμε την τεκνογονία και να αγαπάμε τα παιδιά. Σαφώς καμία γυναίκα δεν πρέπει να διαπράττει το έγκλημα της άμβλωσης και ούτε να θεωρεί την εγκυμοσύνη της ως ανεπιθύμητη, όταν χιλιάδες είναι τα ζευγάρια που θερμοπαρακαλούν για να τους λυθούν τα δεσμά της ατεκνίας τους και να μπορέσουν να φέρουν στον κόσμο ένα παιδί.
Η γέννηση της Θεοτόκου αποτελεί ένα ακόμη σημαντικό βήμα στην κορύφωση του σχεδίου της Θείας Οικονομίας, του σχεδίου του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους. Στα σπλάχνα της θα σαρκωθεί ο Υιός και Λόγος του Θεού. Η Θεοτόκος αποτελεί τη γέφυρα που ενώνει τους ανθρώπους με τον Θεό, «η μεταγούσα τους εκ γης προς ουρανόν».
Η Εκκλησία μας εορτάζει τη Γέννηση της Θεοτόκου στις 8 Σεπτεμβρίου.
Συγγραφή: Λαζάρω Παναγιώτου
Επιμέλεια: Ρένος Κώνσταντίνου